Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS έδωσε την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα στα ελληνικά ομόλογα, αναβαθμίζοντας το αξιόχρεό τους στην κατηγορία ΒΒΒ (low) με σταθερές προοπτικές από ΒΒ (high) με σταθερές προοπτικές.
Είναι ο πρώτος από τους τέσσερις αναγνωρισμένους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οίκους, ο οποίος δίνει στην Ελλάδα ξανά την επενδυτική βαθμίδα έπειτα από 13 χρόνια.
Στην ανακοίνωσή του, ο οίκος σημειώνει ότι η αναβάθμιση αντανακλά την άποψη ότι, με βάση και το εντυπωσιακό ιστορικό της Ελλάδας, οι ελληνικές Αρχές θα παραμείνουν δεσμευμένες στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, διασφαλίζοντας ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους θα παραμείνει σε πτωτική τάση.
Τα μέτρα στήριξης για την ενέργεια δεν απέτρεψαν τη δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος 0,1% του ΑΕΠ το 2022, ενώ για φέτος αναμένεται πλεόνασμα 1,1% και για το 2024 2,1%.
Από τα υψηλά επίπεδα του 2020, το δημόσιο χρέος έχει μειωθεί κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες ως ποσοστό στο ΑΕΠ, πέρυσι κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες, επωφελούμενο από τη δημοσιονομική επανόρθωση και την ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.
Η σημαντική βελτίωση όσον αφορά το δημοσιονομικό αποτέλεσμα και το χρέος ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής που ωθεί το αξιόχρεο ανοδικά.
Παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες το 2022, σημειώνει ο DBRS, η ελληνική οικονομία έδειξε ανθεκτικότητα, σημειώνοντας ανάπτυξη 5,9% με παράλληλες βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, ενισχυόμενες από την ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις και την ανάκαμψη του τουριστικού τομέα.
Για την οικονομία αναφέρει ότι παρέμεινε ισχυρή το 2022, σημειώνοντας αύξηση του ΑΕΠ 5,9% που καθοδηγήθηκε από τη συνεχιζόμενη βελτίωση της αγοράς εργασίας και τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης. Φέτος, η ανάπτυξη, σημειώνει ο DBRS, αναμένεται να μετριασθεί, αλλά να ξεπεράσει το 2% καθώς τα ισχυρά τουριστικά έσοδα και η επιτάχυνση των επενδύσεων θα στηρίξουν την οικονομία.
Για το δημόσιο χρέος αναφέρει ότι παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωζώνη, αλλά η ευνοϊκή διάρθρωση και η μείωση της δαπάνης για τους τόκους περιορίζει τους κινδύνους. Αναφέρει ειδικότερα ότι ο επίσημος τομέας κατέχει το 70% του χρέους, με τη μέση σταθμισμένη διάρκειά του να είναι πολύ μεγάλη – στα 20 χρόνια στο τέλος του 2022 – και με το 100% του χρέους αυτού να έχει σταθερά επιτόκια.
Να σημειωθεί ότι για την ΕΚΤ αρκεί η επενδυτική βαθμίδα από τον DBRS για να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο με μειωμένο «κούρεμα» της ονομαστικής αξίας τους αλλά και για την ένταξή τους σε προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης (οι αγορές ελληνικών τίτλων στο έκτακτο πρόγραμμα για την πανδημία έγιναν κατ’ εξαίρεση, με ειδική απόφαση).
Το ενδιαφέρον τώρα στρέφεται στις αξιολογήσεις που ακολουθούν από τους άλλους τρεις μεγάλους οίκους, με τον Moody’s να δίνει τη δική του ετυμηγορία την επόμενη Παρασκευή, 15 Σεπτεμβρίου, τον S&P στις 20 Οκτωβρίου και τον Fitch την 1η Δεκεμβρίου.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ