Αλάτι στις μασχάλες των νεογέννητων, διάφορα αντικείμενα κάτω από τα μαξιλάρια, κατανάλωση ωμού κρέατος, κλειδιά στα στόματα των βρεφών και ειδικές προσευχές είναι ορισμένες από τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της Γεσάριας (σημερινό Καϊσερί στην Τουρκία και ιστορικά η Καισαρεία) για να απαλλαγούν από τα κακά πνεύματα και να εξασφαλίσουν μια ζωή γεμάτη υγεία.
Έχοντας ήδη παρουσιάσει τις πρωτοποριακές μεθόδους που εφάρμοζαν οι κάτοικοι της Γεσάριας, ίσως θα ήταν σκόπιμο να εξετάσουμε την επιρροή που άσκησαν στην παραδοσιακή ιατρική τους και οι μυστικιστικές δυνάμεις της εποχής, βασισμένες σε παλιότερες δεισιδαιμονικές πεποιθήσεις.
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αρσάκ Αλμπογιατζιάν για τη Γεσάρια, στο κεντρικό τμήμα της ιστορικής Καππαδοκίας, μαρτυρούν ότι οι κάτοικοι της περιοχής ήταν ευφυείς και πρακτικοί και εγκατέλειψαν τέτοιες δεισιδαιμονίες και πρακτικές πολύ πριν από τους ανθρώπους των γειτονικών επαρχιών. Ας δούμε όμως ορισμένες από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις πρακτικών, που πολλές φορές έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή των πασχόντων.
Γέννηση παιδιού και φροντίδα
Στα χωριά, ακόμα και στις πόλεις της Καππαδοκίας, ο τοκετός γινόταν από μαίες που διέθεταν μεγάλη εμπειρία από πρακτικές γνώσεις ή στην καλύτερη των περιπτώσεων από νοσοκόμες. Παράλληλα όμως, μανάδες και πεθερές είχαν τα δικά τους έθιμα για τις λεχώνες και τα νεογέννητα, τα οποία ήταν από αστεία έως επικίνδυνα.
Ειδικότερα, για να απαλύνει τους πόνους του τοκετού, η πεθερά της επίτοκου αναποδογύριζε μια κατσαρόλα και μετά της έδινε να φάει ωμό κρέας.
Η πεθερά φύλαγε επίσης νερό στην αγκαλιά της και το έδινε στην επίτοκο για να πιει. Στη συνέχεια, αφού ζητούσε από τον μέλλοντα πατέρα να φύγει από το σπίτι και έκοβε τον ομφάλιο λώρο του νεογέννητου, εκτελούσε κι άλλα είδη «μαγείας» για να κρατήσει τα κακά πνεύματα μακριά από το νεογνό.
Η νέα μητέρα έπρεπε να λουστεί στο φως για 24 ώρες, για να μην αποκοιμηθεί και δει άσχημα όνειρα. Όταν όμως κοιμόταν, πάνω στην κουβέρτα της έβαζαν τη ζώνη και το εσώρουχο του συζύγου της, ενώ κάτω από το μαξιλάρι της τοποθετούσαν ένα ψαλίδι, ένα μαχαίρι, έναν σταυρός, μια Βίβλο, ένα σουβλί και δύο κρεμμύδια.
Αν η νέα μητέρα έπρεπε να φύγει από το σπίτι, έπαιρνε το σουβλί μαζί της, για να υπερασπιστεί τον εαυτό της από κάθε πνεύμα που θα μπορούσε να τη βλάψει. Όσο για τα κρεμμύδια, αυτά τα πετούσαν έξω από την πόρτα όταν βαπτιζόταν το νεογέννητο, ενώ φώναζαν «ar dzanrutyunet, door tetevutyunet» (πάρτε το βάρος σας, αφήστε πίσω την ελαφρότητά σας). Αυτό γινόταν για να απαλλαγεί το νεογέννητο από τυχόν πόνους.
Επιπλέον, στη νέα μητέρα έδιναν να πιει ένα έγχυμα σέννας (Cassia acutifolia) για να καταπραΰνει τη δυσκοιλιότητα. Όσο για τα νεογέννητα, τα έλουζαν με χλιαρό νερό και στη συνέχεια έβαζαν αλάτι στις μασχάλες τους, κάτι που προφανώς τους προκαλούσε φρικτό πόνο, λόγω του εκτεταμένου ερεθισμού του δέρματος. Αυτή η παράδοση δεν έχει ιατρική ή επιστημονική εξήγηση, ωστόσο θεωρούσαν ότι το αλάτι βοηθούσε το μωρό να μεγαλώσει με καλή υγεία και γεμάτο ενέργεια.
Για τη θεραπεία του νεογνικού ίκτερου, οι κάτοικοι της Γεσάριας έβαζαν ψωμί στο δέρμα του παιδιού, ενώ οι κάτοικοι του Ταλάς κρεμούσαν χρυσό στο παιδί.
Μερικά αγόρια θηλάζονταν μέχρι την ηλικία των πέντε ετών. Για να «αποκοπούν από το γάλα», οι γυναίκες έβαζαν τριμμένο πιπέρι στις θηλές των μητέρων.
Για τη μακροχρόνια διατήρηση της παραγωγής μητρικού γάλακτος, σύμφωνα με τον Αλμπογιατζιάν, οι κάτοικοι της Γεσάριας συνέλλεγαν ορισμένα φυτά με γαλακτοπαραγωγικές ιδιότητες, όπως ο γλυκάνισος (Pimpinella anisum) και η τριγωνέλλα (Trigonella foenum-graecum και τα αποθήκευαν για το χειμώνα.
Όσες θηλάζουσες μητέρες υπέφεραν από πόνους στο στήθος, άπλωναν στο στέρνο τους τα μακριά μαλλιά των μεγαλύτερων κορών τους και μετά αυτές και οι κόρες τους χτένιζαν εναλλάξ τα μαλλιά που κάλυπταν το στήθος.
Όταν ερχόταν η ώρα να απογαλακτιστεί το παιδί, η μητέρα περπατούσε κάτω από ένα σακουλάκι με στάχτη ανακατεμένη με γάλα ή κάποιος ψέκαζε αναπάντεχα νερό στο στήθος της.
Πνεύματα και άλλες δεισιδαιμονίες
Οι ηλικιωμένοι κάτοικοι της Γεσάριας και του Μουντζουσούν πίστευαν στην ύπαρξη καλών και κακών πνευμάτων και στην επιρροή τους στην καθημερινή ζωή. Πολλοί πίστευαν ότι μερικά από αυτά τα κακά πνεύματα, δηλαδή οι αλ ή οι γκαρα-γκούρα, εμφανίζονταν ως νεαρές νύφες και «ποδοπατούσαν γόνιμες γυναίκες, αφαιρούσαν τους πνεύμονές τους και τις πετούσαν στο νερό», σκοτώνοντάς τες στη διαδικασία.
Οι γυναίκες μπορούσαν να σωθούν μόνο δαγκώνοντας τα δάχτυλα των γκάρα-γκούρα. Οι άνθρωποι πίστευαν επίσης ότι τα πνεύματα μπορούσαν να μεταδώσουν ασθένειες κυριεύοντας τα παιδιά και προκαλώντας τους τέτανο και σπασμωδικά σοκ.
Πώς μπορούσε κάποιος να προστατευτεί από τα πνεύματα; Κάνοντας το σταυρό του και απαγγέλλοντας ειδικές προσευχές πριν τον ύπνο. Μια από αυτές τις προσευχές έλεγε:
«… Lousavorich baban hos e,
Pilone vras dzadzgots e…”»
[… Ο Πατήρ Φωτιστής [Γρηγόριος ο Φωτιστής] είναι εδώ,
Ο μανδύας του είναι η κουβέρτα μου…]
Εάν ένα μέλος μιας οικογένειας θεωρούταν ψυχικά άρρωστο, ή «τρελό», όπως το αποκαλούσαν τότε, αν και μερικές φορές αυτό θεωρούνταν «ευλογία» για το νοικοκυριό, το σύνηθες ήταν να το μεταφέρουν στο ελληνικό μοναστήρι του Zindji-Dere (Φάρασα), όπου του διάβαζαν το Ευαγγέλιο προκειμένου να διώξουν τα κακά πνεύματα.
Για να αποφευχθεί η εισαγωγή ψύλλων στα σπίτια κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, οι κάτοικοι της Καισαρείας σκόρπιζαν στάχτη στα κατώφλια τους. Μια άλλη πρακτική ήταν το τρύπημα μιας λευκής λεύκας με ένα καρφί τη Μεγάλη Παρασκευή, που πίστευαν ότι εμποδίζει την εμφάνιση σπυριών και καλόγερων στο σώμα.
Επίσης ανήμερα τη Μεγάλη Παρασκευή, οι άνθρωποι πίστευαν ότι μπορούσαν να απαλλαγούν από τους χρόνιους πόνους, πλένοντας τα κεφάλια τους.
Βαπτιστικό νερό εναντίον στραβισμού
Για να αποφευχθεί ο στραβισμός των ματιών, οι κάτοικοι του Εβερέγκ και του Ταλάς έριχναν το βαπτιστικό νερό που χρησιμοποιήθηκε για το εν λόγω παιδί σε μια περιοχή που δεν μπορούσε να πατηθεί.
Όσον αφορά τους κατοίκους της Μουντζουσούν, πίστευαν ότι τα αλλήθωρα μάτια θα μπορούσαν να αποτραπούν εάν κατά τη διάρκεια της τελετής της βάπτισης οι παρευρισκόμενοι απέφευγαν να κοιτάξουν προς τα πίσω.
Για να θεραπεύσουν τα παιδιά που υπέφεραν από καθυστερημένη ανάπτυξη του λόγου, οι άνθρωποι του Ευκερέτ έβαζαν το κλειδί της Μονής του Ιωάννη του Βαπτιστή τρεις φορές στο στόμα του βρέφους.
Στο Μουντζουσούν και στο Εβερέγκ, οι γονείς ζητούσαν από τους ηλικιωμένους να φτύνουν στο στόμα των παιδιών τους, πιστεύοντας ότι αυτό θα τα ευλογούσε με μακροζωία.
Τα παιδιά που έκλαιγαν υπερβολικά τα χτυπούσαν στο στόμα με τις παντόφλες του πατέρα τους την Παρασκευή.
Η αϋπνία αντιμετωπιζόταν με την τοποθέτηση δέρματος φιδιού κάτω από το μαξιλάρι.
Για να θεραπεύσουν όσους είχαν επηρεαστεί από «κακό μάτι», μια ηλικιωμένη γυναίκα τρυπούσε ένα καρβέλι ψωμί με τη μύτη ενός μαχαιριού και στη συνέχεια γύριζε το ψωμί πάνω από το κεφάλι του ατόμου επτά φορές ενώ απήγγειλε την Προσευχή του Κυρίου.
Για να διακρίνουν το φύλο κάποιου που είχε «ρίξει κακό μάτι» σε έναν άλλον, οι «μάντισες» της Γεσάριας έσταζαν λιωμένο μολύβι σε κρύο νερό και με βάση το σχήμα (επίπεδο ή σβώλο) που έπαιρνε το μέταλλο αφού στερεοοποιούταν, μάντευαν αν ο ένοχος ήταν άνδρας ή γυναίκα.
Η πρακτική που εφαρμόζεται ακόμη και σήμερα
Κι ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των πρακτικών αυτών εγκαταλείφθηκε αργά ή γρήγορα, δίνοντας χώρο στην επιστήμη, υπήρξε μία η οποία κατάφερε να αντέξει στο πέρασμα των αιώνων και εξακολουθεί να εφαρμόζεται ακόμη και σήμερα, έχοντας βάση στη χριστιανική θρησκεία και τη θεϊκή παρέμβαση.
Όταν οι κάτοικοι της Γεσάριας εμφάνιζαν έντονο πόνο σε ένα μέλος του σώματος, κατασκεύαζαν ασημένια «καλούπια», τα οποία γίνονταν αφιερώματα στα μοναστήρια του Ιωάννη του Βαπτιστή, του Αγίου Ιακώβ ή των Αγίου Τόρου και Μηνά. Τα άφηναν εκεί, πιστεύοντας ότι ο πόνος μπορούσε να αντιμετωπιστεί εξ αποστάσεως, με λίγη βοήθεια από τους αγίους.
- Πηγή: houshamadyan.org.