Ο Ερντογάν σχοινοβατεί μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, κατορθώνοντας μέχρι στιγμής να αποκομίσει κέρδη και σε προσωπικό, και σε πολιτικό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο.
Όχι μόνο αρνήθηκε να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία, αλλά κατέστησε την Τουρκία αεροπορικό κόμβο από και προς Ρωσία, καταφύγιο Ρώσων δισεκατομμυριούχων, βασικό προορισμό των Ρώσων τουριστών και δίαυλο παράκαμψης των κυρώσεων, αποκομίζοντας κέρδη πολλών δισεκατομμυρίων.
Το τελευταίο διάστημα εμφανίζονται ορισμένα «σύννεφα» στις σχέσεις Πούτιν-Ερντογάν και Ρωσίας-Τουρκίας, τα οποία ανέλυσε σε άρθρο του ο Hakan Aksay, ειδικός στις σχέσεις των δύο χωρών.
Ακολουθεί μετάφραση του άρθρου του που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα t24.com.tr:
Οι προσπάθειες για συνάντηση του Ερντογάν με τον Πούτιν οδήγησαν σε περιττή απώλεια κύρους. Η αδυναμία της τουρκικής πλευράς να διαβάσει τι συμβαίνει στη Ρωσία έχει σημαντικό ρόλο στην αυξανόμενη ψυχρότητα μεταξύ Ερντογάν και Πούτιν που μετατρέπεται σε πρόβλημα «αδυναμίας συνάντησης».
Υπάρχει μια αντιπαράθεση στις σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας, ή μάλλον Ερντογάν-Πούτιν. Για τον Ερντογάν, η κύρια μέθοδος για να ξεπεραστεί αυτή η αντιπαράθεση είναι μια συνάντηση πρόσωπο με πρόσωπο. Όμως ο Πούτιν δεν βιάζεται να συναντηθεί με τον Τούρκο ομόλογό του. Σε κάποιον βαθμό, η ρωσικού τύπου προσέγγιση «κοίτα, εγώ είμαι ο δυνατός σε αυτή τη σχέση, να το θυμάσαι για άλλη μια φορά» επηρεάζει την ασάφεια και την αργοπορία της συνάντησης.
Αλλά δεν πιστεύω ότι ο Ρώσος ηγέτης είναι αρνητικός στην ιδέα της συνάντησης. Διότι δεν είναι σημαντική μόνο η Ρωσία για την Τουρκία, αλλά και η Τουρκία είναι σημαντική για τη Ρωσία. Μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι 18 μήνες από την έναρξη του πολέμου, η Μόσχα χρειάζεται λίγο περισσότερο την Άγκυρα. Γιατί η Τουρκία είναι «παράθυρο» με τη Δύση, κατάλληλος υποψήφιος «διαμεσολαβητής».
Το ζήτημα της αδυναμίας των δύο ηγετών να συναντηθούν, ωστόσο, έχει μετατραπεί σε ένα πρόβλημα που αυξάνει την αποξένωση των δύο ηγετών, φέρνοντας το αντίθετο αποτέλεσμα.
Εδώ, νομίζω ότι είναι σημαντικός παράγοντας η αδυναμία της τουρκικής πλευράς να διαβάσει επαρκώς τι συμβαίνει στη Ρωσία, τη θέση και την ψυχολογία του Πούτιν, καθώς και ορισμένες διεθνείς πραγματικότητες. Θα το εξηγήσω αυτό, αλλά πρώτα ας εστιάσουμε στα «αίτια της μερικής ψυχρότητας».
Το Κρεμλίνο εξοργίστηκε από την απελευθέρωση των διοικητών του Αζόφ
Στην πραγματικότητα, η Τουρκία και η Ρωσία βρίσκονται σε διαφορετικά μέτωπα. Και οι δύο το γνωρίζουν, και ξέρουν καλά ότι η συνεργασία τους μεταξύ τους βασίζεται στο ρεαλισμό. Και οι δύο ανησυχούν για τη χρήση τής μεταξύ τους σχέσης ενάντια στη Δύση.
Η εμπειρία που απέκτησαν ο Ερντογάν και ο Πούτιν κατά τη διάρκεια των «πρώτων σοβαρών και δοκιμών γνωριμίας και συνεργασίας», την περίοδο 2004-2011, και στη συνέχεια με τα γεγονότα στη Συρία, την κατάρριψη του ρωσικού αεροπλάνου, το πραξικόπημα της «15 Ιουλίου», τη δολοφονία του Ρώσου πρέσβη κτλ., δημιούργησε μια άνευ προηγουμένου διαδικασία που άλλοτε διακρινόταν από πνεύμα ενότητας και άλλοτε από καχυποψία που έφθανε μέχρι και τη μεταξύ τους σύγκρουση, κάνοντας μερικές φορές κινήσεις που έφερναν ο ένας τον άλλον σε δύσκολη θέση, αλλά στη συνέχεια έβρισκαν τον τρόπο να εξομαλύνουν και πάλι τη μεταξύ τους σχέση.
Παρότι τα δύο κράτη έχουν αντίθετα συμφέροντα και θέσεις στη Συρία, τη Λιβύη και τον Καύκασο, όχι μόνο δεν συγκρούονται αλλά πολλές φορές είναι μαζί και συνεργάζονται, λόγω των σχέσεων που έχουν αναπτύξει οι ηγέτες τους.
Το τελευταίο από το κουβάρι των προβλημάτων ξεκίνησε όταν το Κρεμλίνο έδωσε ανοιχτή υποστήριξη στον Ερντογάν στις εκλογές, ο οποίος, όμως, λίγο μετά έκανε βήματα που δείχνουν ότι η Τουρκία δίνει προτεραιότητα στη Δύση στις διεθνείς σχέσεις.
Κατά την επίσκεψη του Ουκρανού ηγέτη Ζελένσκι στην Τουρκία, στις 7 Ιουλίου, ο Ερντογάν είπε «Σου αξίζει να είσαι μέλος του ΝΑΤΟ», τόνισε ότι είναι υπέρ της Κριμαίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, ενώ ο Μπαϊρακτάρ έκανε δηλώσεις για θέματα κοινής παραγωγής και άλλων στρατιωτικών εμπορικών θεμάτων. Όλα αυτά εξόργισαν τη Μόσχα.
Ίσως το Κρεμλίνο να τα είχε ξεπεράσει αυτά, αλλά το ποτήρι ξεχείλισε με άλλη μια σταγόνα: Υπήρχε προφορική συμφωνία μεταξύ Ερντογάν και Πούτιν ότι οι διοικητές των πέντε ταγμάτων Αζόφ τους οποίους είχε αιχμαλωτίσει η Ρωσία, θα παραδοθούν στην Τουρκία όπου και θα παραμείνουν μέχρι το τέλος του πολέμου.
Ωστόσο, στο τέλος της επίσκεψής του, ο Ζελένσκι πήρε αυτούς τους διοικητές μαζί του και φωτογραφήθηκε μαζί τους στην Ουκρανία. Κι αυτό εξόργισε πολύ τον Πούτιν.
Γιατί το έκανε αυτό η τουρκική πλευρά; Δεν ξέρω αν είχε προβλεφθεί ότι αυτή η χειρονομία προς την Ουκρανία και τη Δύση πριν από τη συνάντηση του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους θα εξόργιζε τη Ρωσία. Ίσως ο Ερντογάν να έδωσε τους διοικητές των ταγμάτων Αζόφ στον Ζελένσκι και να του είπε «κράτα το μυστικό και μην τους παρουσιάζεις δημόσια», αλλά αποκάλυψε αυτό το μυστικό ο Ουκρανός ηγέτης. Πάντως, μετά από αυτά, το «περιβάλλον ενότητας και αλληλεγγύης» που επικράτησε στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, η αλλαγή στάσης της Τουρκίας και το πράσινο φως που έδωσε για την ένταξη της Σουηδίας, προκάλεσε αντιδράσεις στη Ρωσία ενώ άρχισαν να ανεβαίνουν από τον ρωσικό Τύπο δημοσιεύματα του τύπου «Η Τουρκία μάς πυροβολεί ξανά πισώπλατα». Και συνεχίζονται τέτοια δημοσιεύματα.
Τι δεν καταλαβαίνουν ο Ερντογάν και οι σύμβουλοί του
Ενώ έλεγα «να δούμε πού θα ξεσπάσει αυτή η οργή της ρωσικής πλευράς κατά της Τουρκίας», ήρθε στο προσκήνιο η σκληρή επέμβαση των Ρώσων σε τουρκικό πλοίο με σημαία Παλάου στον Εύξεινο Πόντο. Ήταν αδύνατο για τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες να μην γνωρίζουν ότι το πλοίο ανήκε στους Τούρκους. Ίσως με αυτή την ενέργεια να δόθηκε ένα «μήνυμα» και στο ΝΑΤΟ, στην Ουκρανία και στην Τουρκία.
Η Άγκυρα, η οποία επιδίωκε τη συνάντηση Ερντογάν με τον Πούτιν, δεν αντέδρασε σοβαρά σε αυτή την επέμβαση, λέγοντας: «Λοιπόν, ας μην υπερβάλλουμε, ας κρατήσουμε χαμηλούς τόνους».
Ας δούμε όμως την επιμονή του Ερντογάν και του στενού του περιβάλλοντος και τις προσπάθειες άσκησης πίεσης στον Πούτιν, του τύπου «πρέπει να έρθεις στην Τουρκία και η συνάντηση να γίνει τον Αύγουστο».
Φυσικά, ο Πούτιν είναι συχνά ο οικοδεσπότης σε διμερείς συνόδους κορυφής. Υπό αυτή την έννοια, είναι κατανοητό το αίτημα του Ερντογάν για «ανταπόδοση της επίσκεψης». Επίσης, αναμφίβολα, εάν ο Ρώσος ηγέτης έρθει στην Τουρκία, αυτό θα δώσει πόντους στον Ερντογάν λίγο πριν από τις δημοτικές εκλογές, ενώ θα ανακτήσει και το ρόλο που έχασε με την αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία για τα σιτηρά.
Αυτό όμως που δεν καταλαβαίνουν, είναι το εξής: ο Πούτιν βρίσκεται σε έναν πολύ σημαντικό και ριψοκίνδυνο πόλεμο εδώ και ενάμιση χρόνο. Ανησυχεί για την ασφάλειά του. Αποφεύγει να ταξιδεύει στο εξωτερικό, και ταξιδεύει εντός της χώρας κυρίως με το θωρακισμένο τρένο του. Εξάλλου, το ένταλμα σύλληψης που εκδόθηκε από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο στις 17 Μαρτίου τον τρόμαξε και τον απομόνωσε σε κάποιον βαθμό. Για παράδειγμα, δεν μπόρεσε να ταξιδέψει στη Νότια Αφρική για τη σύνοδο κορυφής των BRICS, και απευθύνθηκε στους συμμετέχοντες μόνο μέσω σύνδεσης βίντεο.
Έπειτα, υπάρχει και το θέμα του Πριγκόζιν. Έχει δημιουργήσει ένα ζήτημα ανασφάλειας στο εσωτερικό, οπότε είναι δύσκολο για έναν ηγέτη να φύγει στο εξωτερικό κουνώντας ανέμελα τα χέρια του.
Και όλα αυτά οι Ρώσοι τα μετέφεραν στην τουρκική πλευρά με κατάλληλη γλώσσα. «Προς το παρόν, το περιβάλλον δεν είναι πολύ κατάλληλο για να βγει εκτός χώρας ο ηγέτης μας», είπε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Πεσκόφ. Τι άλλο να πουν; Όμως η επιμονή της Άγκυρας δεν σταμάτησε. Ο Αύγουστος κοντεύει να τελειώσει, και μάλλον ο Πούτιν δεν θα έλθει στην Τουρκία.
Ο Ερντογάν είπε τις προάλλες: «Μπορούμε να συναντηθούμε με τον Πούτιν πρόσωπο με πρόσωπο στη σύνοδο κορυφής των G-20 στις αρχές Σεπτεμβρίου ή στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις Ηνωμένες Πολιτείες». Πολύ ενδιαφέρον! Ξέρουμε ότι ο Ερντογάν θα πάει εκεί, αλλά πώς ξέρετε ότι θα πάει ο Πούτιν;
Συμπέρασμα; Αν υπάρξει συνάντηση με τον Πούτιν (ίσως τον Σεπτέμβριο), ο τόπος συνάντησης πιθανότατα θα είναι η Ρωσία. Και για άλλη μια φορά ο Ερντογάν θα πάει στον Πούτιν. Με άλλα λόγια, το σενάριο που ήταν ξεκάθαρο από την αρχή φαίνεται να γίνεται πραγματικότητα.
Λοιπόν, όλη αυτή η προσπάθεια, η επιμονή, η αλά τούρκα πίεση «ααα, αυτή τη φορά σε περιμένουμε, θα προσβληθούμε αν δεν έλθεις», τι έφερε στην Τουρκία; Τίποτα. Απλούστατα χάσαμε αναίτια την αξιοπρέπειά μας.
Αν είχε αναλυθεί λίγο πιο προσεκτικά η κατάσταση στη Ρωσία, η πορεία του πολέμου, οι διεθνείς εξελίξεις και η διάθεση του Πούτιν, και η διαδικασία γινόταν πιο ψύχραιμα, όλα αυτά δεν θα είχαν συμβεί.