Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης επηρεάζεται από ένα πλήθος συμπεριφορικών, βιολογικών, κοινωνικών, ψυχολογικών και δημογραφικών παραγόντων. Μια νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Menopause, δείχνει ότι η υπογονιμότητα μπορεί επίσης να αποτελέσει παράγοντα κινδύνου για ορισμένα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, όπως η καταθλιπτική διάθεση, η ευερεθιστότητα και τα προβλήματα ύπνου.
Το αναπαραγωγικό ιστορικό μιας γυναίκας έχει ενοχοποιηθεί για τον χρόνο έναρξης της εμμηνόπαυσης και την εμφάνιση των συμπτωμάτων της.
Αν και η σχετική βιβλιογραφία είναι περιορισμένη, ωστόσο υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι οι γυναίκες με ιστορικό υπογονιμότητας μπορεί να εμφανίζουν νωρίτερα εμμηνόπαυση και μεγαλύτερη σοβαρότητα ορισμένων συμπτωμάτων.
Στη συγκεκριμένη μελέτη συμμετείχαν σχεδόν 700 γυναίκες μέσης ηλικίας – το 36,6% αντιμετώπισαν πρόβλημα υπογονιμότητας.
Με βάση τα ευρήματα, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες με ιστορικό υπογονιμότητας είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν προβλήματα ύπνου, καταθλιπτική διάθεση και ευερεθιστότητα. Εντούτοις, δεν προέκυψε συσχέτιση με άλλα κοινά συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, όπως οι εξάψεις, η κολπική ξηρότητα ή το άγχος.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η υπογονιμότητα συνδέεται με κατάθλιψη – προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι το 30-60% των γυναικών που υποβάλλονται σε αξιολόγηση και θεραπεία εμφανίζουν κατάθλιψη. Είναι όμως η πρώτη έρευνα που δείχνει συσχέτιση προηγούμενου ιστορικού υπογονιμότητας με συμπτώματα κατάθλιψης στη μέση ηλικία.
«Οι γυναίκες στη μέση ηλικία με ιστορικό υπογονιμότητας μπορεί να ωφεληθούν από τον αυξημένο έλεγχο για κατάθλιψη», τονίζει η δρ Στέφανι Φομπιόν, ιατρική διευθύντρια στην αμερικανική Εταιρεία Εμμηνόπαυσης.