Πρωτοπόροι σε θέματα σωστής διατροφής, αλλά και πρακτικής ιατρικής και βοτανοθεραπείας φαίνεται ότι ήταν οι κάτοικοι της Γεσάριας (σημερινό Καϊσερί στην Τουρκία και ιστορικά η Καισαρεία), στο κεντρικό τμήμα της ιστορικής Καππαδοκίας.
Η πόλη της Γεσάριας βρισκόταν στους βόρειους πρόποδες του όρους Αργαίος (Erciyes Daghi), ενός εξαφανισμένου ηφαιστείου και στα τέλη του 19ου αιώνα και αριθμούσε 15.000 Αρμένιους κατοίκους.
Η περιοχή είχε ημίξηρο κλίμα, με χιόνια τους χειμώνες, βροχές την άνοιξη, τις αρχές του καλοκαιριού και το φθινόπωρο, ζεστές καλοκαιρινές μέρες και δροσερές νύχτες.
Οι κάτοικοι της Γεσάριας περνούσαν τις καλοκαιρινές νύχτες σε σκηνές στρωμένες στα περιβόλια τους, κάτω από τον νυχτερινό ουρανό.
Αυτό το έθιμο θεωρείται ότι συνέβαλε στην αναζωογόνηση των οργανισμών τους και στην ανάπτυξη της ανοσίας έναντι των μολυσματικών ασθενειών.
Σε ορισμένες αγροτικές περιοχές, τα έθιμα της νηστείας και του λιτού φαγητού συνέβαλαν επίσης στη διατήρηση της καλής υγείας του πληθυσμού.
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αρσάκ Αλμπογιατζιάν για τη Γεσάρια μαρτυρούν ότι οι κάτοικοι της περιοχής όχι μόνο ακολουθούσαν μια «εξαιρετικά αυστηρή και λιτή δίαιτα» που τους χάριζε μακροζωία, είχαν και πολλές γνώσεις γύρω από την παραδοσιακή ιατρική.
Μεταξύ άλλων έκαναν χειρουργικές επεμβάσεις, υδροθεραπεία και θεραπευτικά μασάζ και χρησιμοποιούσαν πολλές φυσικές φαρμακευτικές θεραπείες με βότανα, ζωικά προϊόντα και μέταλλα.
Πίστευαν επίσης στη θεραπευτική δύναμη της προσευχής και του προσκυνήματος, ενώ σημαντική ήταν και η επιρροή των μυστικιστικών δυνάμεων, με τα καλά και τα κακά πνεύματα και άλλες παρόμοιες δεισιδαιμονικές πεποιθήσεις.
Ωστόσο, ο Αλμπογιατζιάν γράφει ότι οι άνθρωποι της Γεσάριας ήταν ευφυείς και πρακτικοί και εγκατέλειψαν εν τέλει πολλές τέτοιες δεισιδαιμονίες και πρακτικές πολύ πριν από τους ανθρώπους των γειτονικών επαρχιών.
Περιγραφές Ευρωπαίων ταξιδιωτών της εποχής για τις συνθήκες υγιεινής στην επαρχία της Γεσάριας, έκαναν λόγο για νεκρά ζώα στους δρόμους, υπολείμματα ζώων που σφαγιάζονταν στην αγορά και βρώμικα λιμνάζοντα ύδατα, τα οποία ευνοούσαν τη διάδοση μολυσματικών ασθενειών.
Ο Αλμπογιατζιάν όμως περιγράφει ότι οι κάτοικοι της πόλης απέτρεπαν την εξάπλωση, εφαρμόζοντας απλά αντισηπτικά μέτρα. Μεταξύ αυτών ήταν ο ατμός των κλαδιών του κέδρου βουτηγμένων σε ξύδι, ο οποίος γέμιζε το σπίτι με αιθέρια έλαια με αντιμικροβιακές ιδιότητες.
Θεραπείες διά πάσαν νόσο
Οι κάτοικοι της Γεσάριας είχαν εξελίξει σε τέτοιο βαθμό τη βοτανοθεραπεία, που είχαν σχεδόν ένα φάρμακο για κάθε νόσημα.
Μπορούσαν να θεραπεύσουν οφθαλμικές παθήσεις, πόνους στα αυτιά, ακόμη και κώφωση.
Αντιμετώπιζαν επιτυχώς και τους πόνους στα δόντια και τις στοματικές φουσκάλες, όπως και τους πονοκεφάλους.
Είχαν θεραπείες για το βήχα, για την κνίδωση, τα τσιμπήματα των δηλητηριωδών εντόμων, όπως ο σκορπιός, τη φυματίωση, τις διαταραχές του πεπτικού συστήματος, όπως η διάρροια, ενώ αντιμετώπιζαν αποτελεσματικά και τις αιμορροΐδες.
Κι όλα αυτά με ουσίες που έβρισκαν στη φύση, όπως φύλλα μολόχας, αυγά, μέλι, κρεμμύδια, μήλα, γαρύφαλλο, αράκ, πιπέρι, χέννα, σπόρους μουστάρδας, ελαιόλαδο, βερίκοκα, μαϊντανό, λεμόνι και μέντα μεταξύ άλλων.
Παράλληλα, χρησιμοποιούσαν το μασάζ και την υδροθεραπεία σε θερμές πηγές για την αρθρίτιδα και τις νευρικές συσπάσεις, ενώ προχωρούσαν και σε χειρουργικές επεμβάσεις όταν κρινόταν απαραίτητο. Επούλωναν τις πληγές, έκαναν αιμοληψίες ακόμη και σε βρέφη και μπορούσαν να ρυθμίσουν τα οστά στη σωστή τους θέση μετά από ένα ατύχημα.
Σταυροδρόμι πολιτισμών
Είναι γνωστό ότι η Καππαδοκία βρισκόταν στο σταυροδρόμι ανατολικών και δυτικών πολιτισμών. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι άνθρωποι της περιοχής είχαν συσσωρεύσει προγονικές γνώσεις από αμνημονεύτων χρόνων και τις χρησιμοποιούσαν σε διάφορες πτυχές της ζωής, συμπεριλαμβανομένης της ιατρικής και της υγειονομικής περίθαλψης.
Οι Αρμένιοι κάτοικοι της Γεσάριας δημιούργησαν και χρησιμοποίησαν μεγάλη ποικιλία ιατρικών θεραπειών και διαδικασιών, πολλές από τις οποίες έχουν εξελιχθεί σε σύγχρονα ιατρικά σκευάσματα και πρακτικές, βασιζόμενοι σε εμπειρία αιώνων και μεθόδους που εξέλιξαν από γενιά σε γενιά.