Ο Πόντος και η Μικρασία. Η ζωή εκεί, η αναγκαστική μετατόπιση από τη μια περιοχή στην άλλη και ο μεγάλος ξεριζωμός από τις αλησμόνητες πατρίδες με προορισμό την Ελλάδα. Η ζωή των ξεριζωμένων μια Οδύσσεια. Σ’ αυτή αναφέρεται στο νέο της βιβλίο η Πόπη Μπαλαμώτη-Σπιτά με τίτλο Η Οδύσσεια των ξεριζωμένων που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ινφογνώμων.
Η συγγραφέας συνδυάζει ιστορικά στοιχεία με προϊόντα μυθοπλασίας και με σεβασμό προς τις ιστορικές πηγές και μαρτυρίες μάς παραδίδει ένα ιδιαίτερο μυθιστόρημα.
Το γεγονός αυτό διαπιστώνει και ο εκδότης που στο σημείωμά του για το βιβλίο αναφέρει πως «Η συγγραφέας, με σεβασμό στα ιστορικά γεγονότα, εντάσσει με δεξιοτεχνία τις περιπέτειες της ζωής των ηρώων του μυθιστορήματος, σκιαγραφεί με συνέπεια τους χαρακτήρες και αφηγείται με ύφος συναρπαστικό τη δραματική πορεία τους, αφήνοντας να εννοηθεί η σημασία που έχει στη ζωή μας ο αγώνας με επιμονή, ελπίδα, εντιμότητα και ακατάβλητη θέληση».
Το μυθιστόρημα
Ο Λεωνίδας Ακριτίδης ήταν δεν ήταν 13 ετών, τον Μάιο του 1915, όταν βρέθηκε αναπάντεχα να ακολουθεί τη μυρμηγκιά των ξεριζωμένων, που άφηναν στην πλούσια γη του Πόντου θλιβερό το χνάρι του λευκού θανάτου. Ένα πεντάρφανο αγοράκι ίσαμε εννιά χρονών, ο Κοσμάς, ζήτησε τη βοήθειά του και τα δυο παιδιά, μέσα στην αγωνιώδη προσπάθεια να σωθούν, έπλεξαν αρμούς αλληλεγγύης και μετάγγιζαν το ένα στο άλλο σκοπό ζωής και κουράγιο.
Μέσα στην ασύγγνωστη ανομία του κατατρεγμού, ο πατέρας του Λεωνίδα καταφέρνει να σώσει τα δυο παιδιά και μαζί με τον αδελφό του και τις οικογένειές τους, διασχίζοντας κακοτράχαλα βουνά και οργισμένες θάλασσες, εγκαθίστανται στα Βουρλά της Ερυθραίας.
Οι άλλοτε επιχειρηματίες αδελφοί αναζήτησαν δουλειά ως κολίγοι σε αμπελώνες, αλλά σε λίγα χρόνια, δοθείσης ευκαιρίας, αγόρασαν δικά τους κτήματα στα Αλάτσατα, νοικοκυρεύτηκαν και ξαναβρήκαν τους παλιούς ρυθμούς της ζωής τους. Ο Πόντος ξαναζωντάνεψε, όμως ακολούθησε η Μικρασιατική καταστροφή, τα Αλάτσατα καταστράφηκαν και η οικογένεια ξεκληρίστηκε. Μόνοι επιζώντες ο Λεωνίδας και ο Κοσμάς χάνονται μεταξύ τους στη δίνη της προσφυγιάς και, μετά από έναν σκληρό αγώνα επιβίωσης και αναζήτησης, ανταμώνουν το 1936 στη μεγάλη πυρκαγιά των προσφυγικών του Βόλου.