Η Τουρκία παραδοσιακά ακολουθεί την πολιτική προώθησης Τούρκων πολιτών αλλά και πολιτών άλλων μουσουλμανικών χωρών στην Ευρώπη. Από την εποχή του Οζάλ στόχος ήταν η δημιουργία «στρατηγικών» τουρκικών και μουσουλμανικών κοινοτήτων.
Κι αυτό γιατί από τότε το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής ήταν ο σταδιακός έλεγχος της Ευρώπης μέσω αυτών των κοινοτήτων – γι’ αυτό και οι ίδιοι οι Τούρκοι τις ονόμασαν «στρατηγικές».
Για το πλέγμα των κρατικών και παρακρατικών εκπαιδευτικών, θρησκευτικών, αθλητικών και άλλων συλλογικών οργανισμών μέσω των οποίων η Άγκυρα ασκεί έλεγχο και επιρροή στις κοινότητες της διασποράς έχουμε γράψει και βιβλίο με τον Κώστα Πικραμένο, με τίτλο ΜΙΤ: Η φωλιά του τουρκικού παρακράτους.
Η διαδικασία προώθησης Τούρκων πολιτών μετριάστηκε με τα μέτρα θεώρησης εισόδου που έχουν θεσμοθετήσει οι χώρες της Ευρώπης, γι’ αυτό η Άγκυρα στράφηκε στην προώθηση μουσουλμάνων από διάφορες χώρες, κυρίως μέσω της Ελλάδας. Η κατάσταση αυτή έλαβε ασύλληπτες διαστάσεις όταν ο κ. Τσίπρας με την κα Χριστοδουλοπούλου εφάρμοσαν την πολιτική των ανοιχτών συνόρων, προσφέροντας ένα απρόσμενο δώρο και συγχρόνως ένα όπλο εκβιασμού της ΕΕ.
Δεν είναι τυχαίο που η ΕΕ αναγκάστηκε να υπογράψει με την Τουρκία την Κοινή Δήλωση στις 18 Μαρτίου 2016, αφού είχαν προηγηθεί άλλες δύο συναντήσεις από τον Νοέμβριο του 2015, τότε που ήταν σε κορύφωση οι μεθοδευμένες από την Άγκυρα μεταναστευτικές ροές.
Στην Κοινή Δήλωση η ΕΕ αναλάμβανε να χρηματοδοτήσει την Τουρκία με το ποσό των 3+3 δισ. ευρώ. Από τη μεριά της η Άγκυρα δεσμεύτηκε:
• Όλοι οι νέοι παράτυποι μετανάστες που θα έφταναν στα ελληνικά νησιά μέσω Τουρκίας από τις 20 Μαρτίου 2016 και έπειτα θα επιστρέφονταν σε αυτή.
• Για κάθε επιστροφή Σύρου στην Τουρκία από τα ελληνικά νησιά, ένας άλλος Σύρος θα μεταφερόταν από την Τουρκία στην ΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων τρωτότητας του ΟΗΕ.
• Η Τουρκία θα λάμβανε όλα τα απαραίτητα μέτρα με σκοπό να αποτρέψει το άνοιγμα νέων θαλάσσιων ή χερσαίων οδών παράνομης μετανάστευσης προς την ΕΕ και θα συνεργαζόταν εν προκειμένω με τις γειτονικές χώρες καθώς και με την ΕΕ.
• Όταν θα τείνουν να σταματήσουν οι παράτυπες διελεύσεις μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ –ή τουλάχιστον να μειωθούν σε σημαντικό βαθμό και κατά διατηρήσιμο τρόπο–, θα ενεργοποιηθεί το εθελοντικό πρόγραμμα εισδοχής για ανθρωπιστικούς λόγους. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα συνεισφέρουν στο πρόγραμμα εθελοντικά.
Η Τουρκία ουδέποτε δέχτηκε να πάρει πίσω μετανάστες από την Ελλάδα –με εξαίρεση ορισμένες δεκάδες–, ουδέποτε πήρε μέτρα για την αποτροπή του φαινομένου, και ουδέποτε συνεργάστηκε με τις γειτονικές χώρες –δηλαδή την Ελλάδα– για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Όμως, παρ’ όλα αυτά τα δισεκατομμύρια ευρώ τα έλαβε.
Ευθύνες γι’ αυτό έχει και η χώρα μας, γιατί δεν φρόντισε να κάνει καταγγελία δημοσίως και αρμοδίως στην ΕΕ σχετικά με το ρόλο της Τουρκίας ως κράτος-διακινητής. Δεν φρόντισε να στέλνει στις ευρωπαϊκές Αρχές τα κινητά των πολλών δεκάδων διακινητών που έχουν συλληφθεί από τις ελληνικές Αρχές και τις επαφές τους στην Τουρκία, για να υποχρεωθεί το τουρκικό κράτος να γνωστοποιήσει στην ΕΕ τις ενέργειες που έκανε κατά των διοργανωτών των μεταναστευτικών ροών.
Επίσης, για παράδειγμα, θα μπορούσε να εγκαταστήσει ένα ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού των μεταναστών που κινούνται προς τον Έβρο και προς τις μικρασιατικές ακτές και να ενημερώνει σε ζωντανό χρόνο την ΕΕ για την εμπλοκή του τουρκικού κράτους.
Με άλλα λόγια, δεν φροντίσαμε να χαρακτηριστεί η Τουρκία ως κράτος-διακινητής για να μετριαστεί το φαινόμενο, και επιτρέψαμε την Άγκυρα να γίνει τιμητής και να εκβιάζει την Ελλάδα και την ΕΕ.
Ασφαλώς το Μεταναστευτικό έχει πολλές πτυχές και δεν περιορίζεται στο ρόλο της Τουρκίας. Όμως στο άρθρο αυτό εξετάζουμε τα συγκεκριμένο θέμα και το γεγονός ότι η Άγκυρα το έχει μετατρέψει σε ένα «όπλο» για να εκπληρώσει τους εθνικούς της στόχους σε σχέση με την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Ενδεικτικές αυτών των στόχων είναι οι δηλώσεις του Ερντογάν για κάψιμο του Κορανίου στη Σουηδία από Ιρακινό, ενέργεια για την οποία ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ δήλωσε ότι, αν και αντιλαμβάνεται τα συναισθήματα που προκάλεσε, εντούτοις «κάτι που είναι προσβλητικό και κατακριτέο δεν είναι απαραιτήτως παράνομο σε ένα κυρίαρχο νομικό σύστημα».
Αναφερόμενος στο θέμα ο Τούρκος πρόεδρος, αφού μας είπε: «Δεν θα υποκύψουμε σε προκλήσεις και απειλές», πρόσθεσε: «Όσοι διέπραξαν αυτό το έγκλημα, όσοι το επιτρέπουν υπό το πρόσχημα της ελευθερίας της σκέψης, όσοι κάνουν τα στραβά μάτια σε αυτή την αθλιότητα δεν θα πετύχουν τους στόχους τους».
Στη συνέχεια εκτόξευσε θρασύτατες απειλές, λέγοντας: «Θα δείξουμε την αντίδρασή μας με τον πιο έντονο δυνατό τρόπο μέχρι να καταπολεμήσουμε τις τρομοκρατικές οργανώσεις και τους εχθρούς του Ισλάμ με αποφασιστικότητα. Θα διδάξουμε στα δυτικά μνημεία αλαζονείας ότι η προσβολή των ιερών των μουσουλμάνων δεν είναι ελευθερία σκέψης».
Ο πρόεδρος μιας χώρας που ευθύνεται για τρεις γενοκτονίες του 20ού αιώνα, των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων, και μια εν εξελίξει τον 21ο αιώνα, αυτήν των Κούρδων, μιας χώρας που καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα και έχει φιμώσει κάθε φωνή που δεν είναι αρεστή και συμβατή με τον τουρκομουσουλμανικό ναζισμό, θα επιβάλει στη Δύση «ελευθερία σκέψης».
Ας αναλογιστούν όσοι διευκολύνουν την ανεξέλεγκτη μετανάστευση στην Ευρώπη τι θα συμβεί όταν η Άγκυρα κατορθώσει να ολοκληρώσει το σχέδιό της για τη δημιουργία των «στρατηγικών» τουρκικών και μουσουλμανικών κοινοτήτων.
Τροφή για σκέψη.