Ο Τεντ Κατσίνσκι –γνωστός ως «Unabomber»–, οι επιθέσεις του οποίου με παγιδευμένα δέματα σημάδεψαν την Αμερική από το 1978 έως το 1995, βρέθηκε νεκρός στο κελί του στα 81 του χρόνια, όπως μετέδωσαν τα αμερικανικά ΜΜΕ επικαλούμενα ανακοίνωση της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας των Φυλακών.
Επί 18 χρόνια, ο πτυχιούχος του Harvard μαθηματικός έστειλε κρυμμένες σε ταχυδρομημένα δέματα 16 βόμβες σε πρόσωπα και επιχειρήσεις, σκοτώνοντας τρεις ανθρώπους και τραυματίζοντας 23. Έπειτα από έρευνες πολλών ετών, συνελήφθη το 1996 και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη το 1998.
Οι πρώτοι του στόχοι ήταν πανεπιστημιακοί και αεροπορικές εταιρείες, από όπου και προέκυψε το προσωνύμιο «Unabomber» (University and Airline Bomber).
Σύμφωνα με την εφ. New York Times, βρέθηκε αναίσθητος νωρίς το πρωί του Σαββάτου στο κελί του και η αιτία του θανάτου του δεν έχει γίνει ακόμη γνωστή. Βρισκόταν στη φυλακή υψίστης ασφαλείας της Φλόρενς του Κολοράντο –που έχει φιλοξενήσει διάσημους φυλακισμένους όπως ο βαρόνος των ναρκωτικών Ελ Τσάπο– μέχρι το 2021, οπότε και μεταφέρθηκε σε ιατρική φυλακή στη Βόρεια Καρολίνα.
Λαμπρός μαθηματικός που εξελίχθηκε σε ερημίτη, ο Θίοντορ Κατσίνσκι ξεκίνησε σταυροφορία κατά της προόδου και της τεχνολογίας, κατασκευάζοντας τις βόμβες του σε μια καλύβα χωρίς νερό και ηλεκτρικό, στα βουνά της Μοντάνα.
Πώς συνελήφθη
Το 1995, αφού υποσχέθηκε ότι θα σταματήσει να στέλνει βόμβες ταχυδρομικά, εξασφάλισε τη δημοσίευση (στις εφημερίδες New York Times και Washington Post) ενός μεγάλου μανιφέστου στο οποίο εξέφραζε το μίσος του για την τεχνολογία και τον σύγχρονο κόσμο.
Διαβάζοντάς το, ένας κάτοικος της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ, ο Ντέιβιντ Κατσίνσκι, ανακάλυψε ομοιότητες με παλιά κείμενα του αδελφού του Θίοντορ, ο οποίος είχε αποκοπεί από την οικογένειά του. Ειδοποίησε το FBI και ακολούθησε, τον Απρίλιο 1996, η σύλληψη.
Η διάγνωση παρανοϊκής σχιζοφρένειας δεν εμπόδισε τη δίκη και την καταδίκη του, το 1998, σε ισόβια κάθειρξη, αφού ομολόγησε την ενοχή του.