«Ζωρζ» από το Γεωργία. Στην ουσία το γαλλόφωνο όνομά της είχε αφορμή τη γαλλομεγαλωμένη και γαλλοσπουδασμένη μαμά της, που όμως ήταν από την Σενεγάλη, αλλά ο λόγος ήταν ότι ο πατέρας της ήθελε αγόρι. Και έτσι από μικρή ήταν η Ζωρζ – όνομα που οι γαλλόφωνοι το έχουν και για τα δυο φύλα.
Και η εμφάνισή της, όταν ήταν μικρή, είχε αγορίστικα χαρακτηριστικά. Κοντό μαλλί αλλά και παπούτσια με κορδόνια.
Ο πατέρας της είχε ρίζες από το Αϊβαλί και προ της Οκτωβριανής Επανάστασης βρέθηκε στην Οδησσό. Όμως εκδιώχθηκε από τους Μπολσεβίκους και βρέθηκε εκτός. Αυτός ο εκρηκτικός συνδυασμός της Γαλλίδας από τη Σενεγάλη και του Μικρασιάτη έφερε στον κόσμο δύο κορίτσια. Η Ζωρζ Σαρή (ή Γεωργία Σαρηβαξεβάνη, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα) ήταν το δεύτερο παιδί του ζευγαριού.
Κάθε οικογένεια έχει τα μυστικά της
Η Σαρή περιέγραφε με νοσταλγία τα παιδικά της χρόνια. Ήταν από μια αστική οικογένεια, με ποιότητα και επίπεδο. Υπήρχε σχετική οικονομική άνεση που όμως έσβησε την περίοδο της Κατοχής, αφού ο μισθός καθηγητή, του πατέρα της, δεν ήταν αρκετός. Πολλά χρόνια αργότερα, ο γιος της συγγραφέως αποκάλυψε πολύ διαφορετικά πράγματα.
Η Ζωρζ Σαρή έγραψε τη Νινέτ, ένα βιβλίο που βασίστηκε στη ζωή της μεγάλης αδελφής της. Υλικό της ήταν όσα είχε ακούσει για τη ζωή της πραγματικής Νινέτ, αλλά και η φαντασία της – πράγμα που θύμωσε την αδελφή της. Η Ζωρζ απάντησε ότι έτσι κάνουν με την αλήθεια και το ψέμα οι συγγραφείς, όμως η Νινέτ δεν το δέχθηκε. Και της αντιγύρισε το εξής: η μητέρα τους είχε αποκτήσει τη Ζωρζ με άλλον άνδρα.
«Στα 62 της, η μάνα μου άκουσε ότι μπορεί και να μην ήταν κόρη του πατέρα της», λέει ο γιος της συγγραφέως, Αλέξης Καρακώστας. Και συνεχίζει: «Όλα απέκτησαν μια ιδιαίτερη σημασία. Η Νινέτ πέθανε μετά από δυο-τρία χρόνια και η μητέρα μου έκρινε ότι όσα είχε πει ήταν πάνω στο θυμό της. Η θεία μου, βέβαια, κρατούσε οικογενειακά αρχεία, ήξερε όλη την οικογενειακή ιστορία, απλώς δεν μιλούσε. Εγώ, αναζητώντας τα ημερολόγια του παππού μου, βρήκα ότι η μητέρα μου γεννήθηκε ακριβώς εννέα μήνες αφότου η δική της μητέρα είχε επιστρέψει από διακοπές στη Γαλλία, όπου είχε πάει χωρίς τον σύζυγό της. Δεν ξέρω τι συνέβη στα αλήθεια».
Η μεγάλη φιλία και το όνειρο της υποκριτικής
Στην Α’ Γυμνασίου, η νεαρή Ζωρζ αλλάζει σχολείο. Και γίνεται φίλη –όχι απλά κολλητή, αλλά καρδιάς– με μια έτερη συγγραφέα που κι εκείνη άλλαξε την παιδική λογοτεχνία: Την Άλκη Ζέη.
Φυσικά τότε ούτε που περνούσε από το μυαλό της Σαρή ότι θα γινόταν συγγραφέας. Το όνειρό της ήταν να γίνει ηθοποιός και το μοιραζόταν με τις φίλες της. Αφού τελείωσε το σχολείο, άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του Δημήτρη Ροντήρη.
Ξεκινά το ταξίδι στην υποκριτική, μόνο που λίγο μετά ξεκινά και ο πόλεμος. Και η οικογένειά της, όπως και οι περισσότερες τότε, βρίσκονται από τα ψηλά στα χαμηλά. Όπως είχε αναφέρει σε συνέντευξή της, ο πατέρας της έχασε 25 κιλά από την ασιτία. Παράλληλα η Σαρή συμμετείχε στην Αντίσταση μέσω της ΕΠΟΝ. Περιγράφοντας εκείνα τα χρόνια, έχει πει: «Τα χρόνια της Κατοχής ήταν χρόνια χαράς και ελευθερίας. Από δυστυχισμένοι γίναμε ευτυχισμένοι. Κι αυτό γιατί διαλέξαμε το δρόμο της ζωής, κι ας υπήρχε θάνατος μέσα. Θρηνούσαμε και χαιρόμασταν όλοι μαζί. Δεν φοβόμασταν όμως. Υπήρχε ένας στόχος, η απελευθέρωση».
Ενάμιση μήνα μετά την αποχώρηση των Γερμανών ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά, κατά τη διάρκεια των οποίων η Ζωρζ Σαρή πληγώθηκε στο χέρι και στο πόδι από οβίδα στο λύκειο της Φωκίωνος Νέγρη, και νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο «Αγία Όλγα». Παρόλο που θεραπεύτηκε, είχε πρόβλημα στο χέρι της για πάρα πολλά χρόνια.
Το 1947 αναγκάστηκε να φύγει εξόριστη για το Παρίσι. Εκεί δούλεψε σε διάφορες δουλειές, ενώ συγχρόνως φοιτούσε στη σχολή υποκριτικής του Σαρλ Ντιλέν. Όμως και στη γαλλική πρωτεύουσα ήταν δύσκολα τα πράγματα, και μεταξύ άλλων μία από τις δουλειές που έκανε ήταν να καθαρίζει και να σιδερώνει τα ρούχα πλούσιων Ελλήνων που έμεναν στα ξενοδοχεία του Παρισιού.
Εκεί γνώρισε μεταξύ άλλων και τον Αιγυπτιώτη χειρουργό Μαρσέλ Καρακώστα, με τον οποίο παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά.
Από το θέατρο στη συγγραφή
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, άρχισε να εμφανίζεται στο θέατρο και τον κινηματογράφο δίπλα σε γνωστά ονόματα. Μάλιστα, για την ερμηνεία της στην ταινία Έγκλημα στα παρασκήνια τιμήθηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με το βραβείο β’ γυναικείου ρόλου. Επίσης, ανάμεσα στις –σχετικά λίγες– ταινίες στις οποίες έπαιξε ήταν και η Φαίδρα δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη, που είχαν γίνει φίλες την περίοδο του Παρισιού.
Η περίοδος αυτή διήρκεσε μέχρι την εποχή της Δικτατορίας, όταν η Ζωρζ Σαρή και ορισμένοι φίλοι της ηθοποιοί αποφάσισαν να κάνουν παθητική αντίσταση και να μην ξαναπαίξουν στο θέατρο. «Δεν φανταζόμασταν ότι θα κρατούσε τόσα χρόνια η Δικτατορία… Λέγαμε επτά μήνες, όχι επτά χρόνια!».
Το καλοκαίρι εκείνο, στερημένη από κάποια μορφή έκφρασης, άρχισε να γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα. Ο Θησαυρός της Βαγίας ξεκίνησε σαν παιχνίδι με τα παιδιά που είχε γύρω της, όπως έχει πει.
Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1969 και είχε μεγάλη επιτυχία, ενώ το 1985 μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση. Το γεγονός αυτό στάθηκε καθοριστικό για τη Ζωρζ Σαρή, αφού από τότε αποφάσισε να στραφεί στο γράψιμο. Την προσωπική αυτή επιλογή την δικαιολόγησε σε μια συνέντευξή της:
Η τελευταία της συνεργασία στο θέατρο ήταν δίπλα στον Δημήτρη Χορν.
https://www.youtube.com/watch?v=rFw55eNVqFQ
Ωστόσο, η Ζωρζ Σαρή δεν έμεινε μόνο στη συγγραφή βιβλίων παιδικής λογοτεχνίας. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να διαδώσει το παιδικό βιβλίο και να κρατήσει ζωντανή και άμεση επαφή με το κοινό της. Έτσι άρχισε να πηγαίνει σε σχολεία σε όλη την Ελλάδα και να κάνει ομιλίες.
Κατά καιρούς, μέσα από κάποια άρθρα της και με τη συμμετοχή της σε λογοτεχνικές συζητήσεις, έλαβε ενεργό μέρος σε θέματα που αφορούσαν την παιδική λογοτεχνία, όπως τα κόμικς, η θεματολογία του παιδικού βιβλίου και η θέση της γυναίκας σε αυτό. Και στην ουσία, ο αέρας αλλαγής που έφερε στην παιδική λογοτεχνία ήταν ότι ακόμα και εκεί, πρέπει να ορίζεται ένα κοινωνικό πλαίσιο. Δηλαδή τα ανέμελα παιδάκια ζουν σε μια κοινωνία κανονικών ανθρώπων, όχι σε ένα παραμυθένιο σύννεφο.
Η μεγάλη τραγωδία πριν από το τέλος
Κόρη της ήταν η συγγραφέας και μουσικός Μελίνα Καρακώστα. Γεννήθηκε στο Παρίσι το 1959 και είχε σπουδάσει κινεζική και ιταλική φιλολογία στη Σορβόννη, ενώ παράλληλα μελετούσε μουσική. Συμμετείχε σε συναυλίες και είχε ηχογραφήσει δίσκους σύγχρονης και τζαζ μουσικής. Από το 1987 ασχολούνταν με τη διδασκαλία και ανέβαζε μουσικές παραστάσεις με παιδιά. Είχε γράψει βιβλία για παιδιά και είχε μεταφράσει γαλλική και ιταλική λογοτεχνία. Πέθανε από ανακοπή καρδιάς κατά τη διάρκεια πρόβας για παράσταση που ετοίμαζε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στις 30 Οκτωβρίου 2007.
Ο χαμός της, όπως ήταν φυσικό, καταρράκωσε τη μητέρα της, που έφυγε σαν σήμερα, το 2012 στα 89 της και έχοντας αλλάξει ριζικά το χώρο της παιδικής και νεανικής λογοτεχνίας.
Σπύρος Δευτεραίος