Μπορεί τα τελευταία χρόνια να ταλαιπωρείται από θέματα υγείας, όμως ο Τομ Τζόουνς δηλώνει ακμαίος μουσικά. Μάλιστα, πριν από δύο χρόνια, και με το άλμπουμ Surrounded by Time (το 40ό της καριέρας του), έγινε ο γηραιότερος καλλιτέχνης που κατάφερε να κατακτήσει την κορυφή των βρετανικών τσαρτ.
Και σήμερα ο 83χρονος πλέον ερμηνευτής βρίσκεται σε περιοδεία στην Αμερική.
Ο Ουαλός Έλβις, όπως τον αποκαλούν οι Βρετανοί, έχει ζήσει μεγαλεία, τεράστιες επιτυχίες, αλλά και μεγάλη απαξίωση για αρκετά χρόνια. Και φυσικά μια μυθιστορηματική ζωή, κυρίως στον ερωτικό τομέα.
Ο μικροπαντρεμένος γιος των ανθρακωρύχων
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1940 και ήταν ο ο γιος του ανθρακωρύχου Τόμας Γούντγουορντ από το Τρεφόρεστ της νότιας Ουαλίας. Το μόνο που ήθελε, από παιδί, ήταν να τραγουδάει –στο σπίτι, στην εκκλησία ή στις παμπ– και η φωνή του να είναι πιο δυνατή από των άλλων. Τόση ήταν η ανάγκη του να ξεχωρίσει, που αρνιόταν πεισματικά να μπει στη σχολική χορωδία.
Το τραγούδι ήταν για εκείνον προσωπική υπόθεση. Δεν ήθελε να μοιράζεται το χειροκρότημα.
Η επαγγελματική πορεία του, υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα ήταν προδιαγεγραμμένη. Τα γράμματα δεν τα έπαιρνε. Στη χειρότερη περίπτωση, θα ακολουθούσε τον πατέρα του στις στοές του ανθρακωρυχείου. Στην καλύτερη, θα έπιανε δουλειά σε ένα από τα εργοστάσια της περιοχής. Η φυματίωση, από την οποία προσβλήθηκε σε ηλικία 13 ετών, άλλαξε όμως τα δεδομένα. Ο μικρός αναγκάστηκε να μείνει κλεισμένος στο σπίτι για δύο ολόκληρα χρόνια. Μόνη του παρηγοριά, η ζωγραφική και το τραγούδι. Οι γιατροί απέκλεισαν το ενδεχόμενο να εργαστεί ποτέ στο ανθρακωρυχείο.
Η αρρώστια και ο αναγκαστικός εγκλεισμός έκαναν τον Τομ να ωριμάσει απότομα. Όταν έγινε καλά, εγκατέλειψε το σχολείο και παντρεύτηκε τη συγχωριανή του Λίντα Τρένσαρντ, τον πρώτο του έρωτα. Έναν μήνα μετά το γάμο γεννήθηκε ο μοναχογιός τους, Μαρκ. Η Λίντα έπιασε δουλειά σε εργοστάσιο μπαταριών και εκείνος αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στο τραγούδι.
Στα 18 του κέρδισε το πρώτο του νυχτοκάματο τραγουδώντας σε ένα μικρό κλαμπ του Τρεφόρεστ. Η αμοιβή του ήταν μία στερλίνα! Συνειδητοποιώντας ότι στην Ουαλία οι πιθανότητες να κάνει καριέρα ήταν ανύπαρκτες, αποφάσισε να φύγει για το Λονδίνο.
Το 1964, σε μια μικρή παμπ όπου εμφανιζόταν ως Τόμι Σκοτ, τον είδε τυχαία ο παραγωγός Γκόρντον Μιλς. Η εικόνα του νεαρού Ουαλού ήταν αποκαρδιωτική. Φορούσε ένα φθαρμένο δερμάτινο παντελόνι και μια ξεχειλωμένη μακό μπλούζα, και τα μαλλιά του ήταν μια τεράστια αφάνα. Ο Μιλς δεν θα του έριχνε δεύτερη ματιά αν η ορχήστρα δεν άρχιζε να παίζει την ώρα που εκείνος ετοιμαζόταν να φύγει. «Από τις πρώτες νότες ήξερα πως ο Τομ θα μπορούσε να γίνει ο σπουδαιότερος τραγουδιστής στον κόσμο», είπε χρόνια αργότερα για την πρώτη συνάντησή τους.
Ο δρόμος για τον νεαρό τραγουδιστή, μόλις είχε ανοίξει. Και είχε πολλές επιτυχίες, πτώσεις, αλλά και αναγνώριση. Και έναν τίτλο βέβαια, αφού ο Τομ Τζόουνς εδώ και χρόνια είναι Sir, από την ίδια τη βασίλισσα Ελισάβετ.
Η επιτυχία έρχεται
Ο Μιλς έγινε αμέσως μάνατζέρ του. Eκείνη την εποχή, μάλιστα, είχε γράψει ένα τραγούδι για μια νέα τραγουδίστρια, τη Σάντι Σο, που το 1967 κέρδισε την Eurovision για το Ηνωμένο Βασίλειο. Ζήτησε από τον Τομ Τζόουνς –όπως τον είχε πλέον «βαφτίσει», χρησιμοποιώντας το επίθετο της μητέρας του– να το τραγουδήσει σε ντέμο, για να το ακούσει η Σο και να προετοιμαστεί για την ηχογράφηση.
Ήταν το «It’s Not Unusual».
Ο 24χρονος τότε Τομ το λάτρεψε από την πρώτη κιόλας ακρόαση. «Σε παρακαλώ, άφησε εμένα να το πω», είπε στον Μιλς. «Είναι πολύ ποπ για εσένα. Χρειάζεσαι κάτι πιο δυνατό. Είσαι ροκ ερμηνευτής», του αντέτεινε εκείνος. Αλλά ο Τζόουνς επέμεινε, και η Σο θα είχε τον τελευταίο λόγο. Η τύχη έπαιξε και εδώ, όμως, το ρόλο της. «Δεν ξέρω ποιου η φωνή ακούγεται στο τραγούδι», είπε εκείνη. «Το τραγούδι, πάντως, είναι δικό του. Εγώ ποτέ δεν θα μπορέσω να το πω έτσι».
Το «It’s Not Unusual» ηχογραφήθηκε στα τέλη του 1964, κυκλοφόρησε στις 22 Ιανουαρίου 1965 και στις αρχές Μαρτίου ήταν ήδη στο βρετανικό Νο1, ενώ είχε μπει και στο αμερικανικό Top 10 – το εισιτήριο για μια μεγάλη καριέρα.
Κάπου εκεί υπάρχει και ένας μύθος, η γνωριμία του με τον Έλβις Πρίσλεϊ. Ο τελευταίος ήξερε τη φωνή του Τζόουνς, αλλά όχι το πρόσωπό του. Και γύρισε και του είπε: «Είσαι λευκός»; Εξαιτίας φυσικά της μαύρης χροιάς της φωνής του.
Aκολούθησαν πολλές επιτυχίες και το 1967 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Λας Βέγκας, αφήνοντας εποχή με τα στενά κοστούμια και τα λαμέ πουκάμισά του, ανοιχτά πάντα για να αποκαλύπτουν το δασύτριχο στέρνο του και τους χρυσούς σταυρούς με τη χοντρή αλυσίδα – το πιο αγαπημένο του αξεσουάρ.
Τον Φεβρουάριο του 1969 προβλήθηκε από το βρετανικό ITV και το αμερικανικό ABC το πρώτο «This is Tom Jones Show», με οικοδεσπότη τον ίδιο και καλεσμένους (μέχρι το 1971, που «κατέβασε αυλαία») σχεδόν όλους τους σταρ της εποχής: από τον Τζίμι Χέντριξ και την Τζάνις Τζόπλιν μέχρι τους Bee Gees και την Αρίθα Φράνκλιν. Η τηλεοπτική θητεία του, όπως λέγεται, του απέφερε μέσα σε μία τριετία γύρω στα 9 εκατ. δολάρια.
Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, το άστρο του έλαμπε ακόμα. Η κόντρα του με τη βρετανική εφορία, όμως, τον έκανε να εγκαταλείψει την πατρίδα του. Αγόρασε την έπαυλη του Ντιν Μάρτιν στο Λος Αντζελες έναντι 1 εκατ. δολαρίων.
Από το Τρεφόρεστ η οικογένεια έφερε μαζί της και ένα… ενθύμιο.
Τον τηλεφωνικό θάλαμο που βρισκόταν έξω από το πατρικό του σπίτι! «Εκεί μου τηλεφώνησαν για να μου πουν ότι ο γιος μου είχε γεννηθεί. Πώς θα μπορούσα να τον αποχωριστώ;». Ο θάλαμος αυτός βρίσκεται ακόμα στην οικία Τζόουνς, σε περίοπτη θέση, δίπλα στην πισίνα.
Το «Say You’ll Stay Until Tomorrow», του 1977, έμελλε να είναι ορόσημο στην καριέρα του, ως το τελευταίο σινγκλ που θα ανέβαινε στα τσαρτ. Η πορεία του, για τη δεκαετία που θα ακολουθούσε, θα ήταν καθοδική. Πολλοί λένε ότι το Λας Βέγκας ήταν η παγίδα στην οποία ο Τομ Τζόουνς έπεσε, θαμπωμένος από τις παχυλές αμοιβές και τη λατρεία των φαν. Και ίσως έχουν δίκιο, αφού οι «σειρήνες» των μεγάλων καζίνο τον έκαναν, πράγματι, να παραμελήσει τη δισκογραφία.
Αλλά και η εικόνα του πια έμοιαζε όχι μόνο παλιά, αλλά και στα όρια του γκροτέσκ.
Μάλιστα κάποια σκανδαλοθηρικά έντυπα είχαν γράψει πως έβαζε χαρτιά στα επίμαχα σημεία του. Και μέσα σε όλα τα δεινά, το 1986 ο Γκόρντον Μιλς, μέντορας και μάνατζέρ του, πεθαίνει από καρκίνο.
Η αναγέννηση πήρε μια δεκαετία
Ο γιος του, Μαρκ, ανέλαβε τη συνεχώς καταρρέουσα καριέρα του πατέρα του. Είναι έξυπνος, οργανωτικός, και πείθει τον 50χρονο τότε τραγουδιστή να αλλάξει λουκ και να επιλέγει στιλάτα κοστούμια για τις εμφανίσεις του και, επιπλέον, τον βοηθά να ανανεώσει το ρεπερτόριό του. Το 1989, στο άλμπουμ At This Moment, ο Τομ Τζόουνς διασκευάζει το «Kiss» του Prince, παρέα με τους The Art of Noise, και ανεβαίνει ξανά στην κορυφή.
Και σιγά-σιγά παραμένει στην επικαιρότητα. Αρχικά όχι στην πρώτη γραμμή, γιατί οι εποχές έχουν αλλάξει και άλλα ονόματα βρίσκονται εκεί – μέχρι το 1999 που κυκλοφορεί το άλμπουμ Reloaded, όπου ανάμεσα στις συνεργασίες που είχε, σκάει μια παγκόσμια τρελή επιτυχία.
Από εκεί και πέρα έκανε επιλεγμένες δουλειές, περιοδείες, συναυλίες. Και γενικώς ικανοποίησε και τους παππούδες και τα εγγόνια.
Sexbomb
Οι γυναίκες στο κοινό παραληρούσαν. Ήταν σχεδόν παράδοση να του πετούν εσώρουχα, χαρτάκια με το τηλέφωνό τους, ακόμη και τα κλειδιά του δωματίου τους. Και όμως, είχε παραμείνει παντρεμένος για περίπου 60 χρόνια με την παιδική του φίλη Λίντα. Ο γάμος τους κινδύνευσε πολλές φορές, όπως για παράδειγμα όταν παραλίγο να τον κάνει τσακωτό με την τραγουδίστρια των Supremes, Μαίρη Γουίλσον.
Η Λίντα πέθανε το 2016 στο Λος Άντζελες από καρκίνο του πνεύμονα. Ήταν το στήριγμά του, παρά τα δεκάδες «στραβοπατήματά» του. Τουλάχιστον πρόλαβε να της ζητήσει συγγνώμη, με τον τρόπο του, για τις… κατά συρροήν απιστίες του. «Ο δρόμος πάντα σ’ εσένα οδηγούσε / και η αγάπη μου σ’ εσένα ακόμα ανήκει», της τραγούδησε το 2008, στο άλμπουμ 24 Hours.
Μιλώντας στην εφημερίδα The Sun, ο Ουαλός σταρ εξήγησε: «Άρχισα να ψάχνω διαμερίσματα στο Λονδίνο όταν η Λίντα πάλευε με τον καρκίνο, και μου είπε: “Είναι πολύ αργά για μένα, αλλά όχι για σένα, Τομ”».
Ο Τομ Τζόουνς πίστευε ότι δεν θα ξεπερνούσε ποτέ το θάνατο της γυναίκας του. «Ζήτησα βοήθεια γιατί συνέχεια σκεφτόμουν αν έκανα αρκετά. Τώρα κάθε φορά που ανεβαίνω στη σκηνή, η Λίντα είναι μαζί μου. Πριν πεθάνει, μου είπε: “Μην με σκέφτεστε όπως είμαι τώρα αλλά με την εικόνα όταν γελάω”. Έτσι την θυμάμαι», είπε ο Τομ Τζόουνς.
Λίγο πριν από το θάνατό της, στο νοσοκομείο, τον ενθάρρυνε να κυκλοφορήσει νέο δίσκο: «Πρέπει να φύγω, αλλά εσύ πρέπει να συνεχίσεις». «Θα προσπαθήσω», της απάντησε εκείνος. Σήμερα ο 83χρονος Τομ Τζόουνς ζει στο Λονδίνο, σε ένα διαμέρισμα με θέα στον Τάμεση. «Θα άρεσε και στη Λίντα…», λέει.
Τι συμβαίνει με την Delilah
Το «Delilah» κυκλοφόρησε το 1967 και είναι από τις μεγαλύτερες και εμβληματικότερες επιτυχίες του. Μαζί με μια άλλη από τις επιτυχίες του, το «Green, Green Grass of Home», ήταν το αγαπημένο των οπαδών στα τελετουργικά πριν από τον αγώνα των Ουαλών διεθνών τα τελευταία χρόνια.
Νά όμως που φέτος τον Φεβρουάριο η Ουαλική Ένωση Ράγκμπι ζήτησε να αφαιρεθεί το «Delilah» από τη λίστα τραγουδιών του Principality Stadium την παραμονή του τουρνουά των «Έξι Εθνών».
Το ποπ τραγούδι για έναν ζηλιάρη εραστή που μαχαιρώνει την άπιστη σύντροφό του τραγουδήθηκε με λαχτάρα από Ουαλούς φιλάθλους και έγινε κάτι σαν εναλλακτικός αθλητικός ύμνος. Όμως στα χρόνια του MeToo αυτό ακούγεται πλέον ακραίο. Εξού και συνέβη το παραπάνω.
Σπύρος Δευτεραίος