Μέχρι και σήμερα, Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, πιστεύουν οι Πόντιοι ότι οι ψυχές των αγαπημένων τους βρίσκονται στον επάνω κόσμο. Γι’ αυτό –όσο και αν οι αμύητοι βρίσκουν το έθιμο μακάβριο– στα κοιμητήρια στήνονται τραπέζια και οι λύρες παίζουν, για το καλωσόρισμα.
Το ταφικό έθιμο αναβιώνει κάθε χρόνο σε πάρα πολλές ποντιακές κοινότητες, τη Δευτέρα του Πάσχα, την Κυριακή του Θωμά ή τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος.
Σε κάθε περίπτωση, η μέρα δεν είναι πένθιμη, το αντίθετο. Αλμυρά κεράσματα αλλά και γλυκά, κρασί και τσίπουρο, προσφέρονται. Τα τραπεζομάντιλα στρώνονται και πάνω στα μνήματα, η λύρα παίζει χαρούμενους σκοπούς, ξεκινούν ακόμα και κύκλοι χορευτικοί.
Αποχαιρετιστήριο τραπέζι στις αναστημένες ψυχές γίνεται σήμερα στο Θρυλόριο Κομοτηνής, ίσως στην πιο γνωστή αναβίωση του εθίμου τη συγκεκριμένη μέρα. Επίσης, ‘ς σα ταφία (κατά την ποντιακή έκφραση) πάνε στον Κοπανό Ημαθίας, στο Λυκόστομο Καβάλας, στο Λουτροχώρι Πέλλας, στον Νέο Καύκασο Φλώρινας, και αλλού.
Με ρίζες στην Αρχαιότητα
Εάν αναζητήσει κανείς τις «ρίζες» του ταφικού εθίμου, η απάντηση είναι σε αττικές λευκές ληκύθους, τα αγγεία που εμφανίστηκαν γύρω στο 470 και χρησιμοποιούνταν μέχρι το 400 π.Χ. αποκλειστικά σε ταφικές τελετές.
Σε λήκυθο του 430 π.Χ. που βρίσκεται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης απεικονίζεται πεπλοφόρος γυναίκα που φέρει προσφορές σε τάφο, ενώ στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο φυλάσσεται παρόμοιο αγγείο που βρέθηκε στην Ερέτρια και χρονολογείται γύρω στο 440 π.Χ. Απεικονίζεται ο νεκρός έφηβος με χλαμύδα, πέτασο και δόρυ, όρθιος να αντικρίζει την επιτύμβια στήλη του προς την οποία έρχεται μια γυναικεία μορφή με κάνιστρο γεμάτο στεφάνια προσφορών, για να στολίσει το ταφικό μνημείο.
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, το ταφικό έθιμο σε κοινότητες Ποντίων από την πρώην ΕΣΣΔ ήταν γνωστό ως τα γαλιαία (ή γαλιλαία). Το όνομα πιθανόν να οφείλεται στη Γαλιλαία, τον τόπο όπου μεγάλωσε και έδρασε ο Χριστός.
Υποστηρίζεται ότι από παρανόηση της φράσης του Ευαγγελίου που διαβάζεται στον όρθρο της Κυριακής του Θωμά και που λέει: «Οι ένδεκα μαθηταί επορεύθησαν εις την Γαλιλαίαν», προήλθε η παρανόηση ότι επρόκειτο περί αγίου. Έτσι είπαν: «τ’ άε – Γαλιλαία» (του Αγίου Γαλιλαία) και στη συνέχεια απλά γαλιαία.