Ήταν η προ λίγων ημερών βράβευσή του με το Χρυσό Λέοντα, το μέγιστο βραβείο του Φεστιβάλ Βενετίας, που σκόρπισε χαμόγελα αισιοδοξίας στους Έλληνες. Και ας είναι δύσκολες –όπως λένε κάποιοι– οι ταινίες του για το πλατύ κοινό. Και ας έχει φύγει για πάνω από μια 10ετία από τη χώρα. Μέσα στο δυστοπικό περιβάλλον που βιώνουμε με τις καταστροφές ή τη δολοφονία του 36χρονου Αντώνη, η είδηση της βράβευσης ενός Έλληνα, σπουδαίου δημιουργού ήταν μια ηλιαχτίδα.
«Ξεκινήσαμε να κάνουμε τις δικές μας ταινίες – ζητώντας χάρες από φίλους, χρησιμοποιώντας τα σπίτια τους, τα ρούχα τους, τα αυτοκίνητά τους.. Φτιάχνοντας διαφημιστικά, επενδύοντας τα χρήματα που κερδίζαμε από τα διαφημιστικά και δουλεύοντας με φίλους, καταφέραμε να κάνουμε το πρώτο μας φιλμ χωρίς πολλή υποστήριξη, που στην Ελλάδα ούτως ή άλλως δεν υπάρχει». Τα παραπάνω τα είχε δηλώσει ο Γιώργος Λάνθιμος σε μια από τις λιγοστές συνεντεύξεις του.
Ο δημιουργός που μέρος των ελληνικών ΜΜΕ, δεν δίστασαν να βγάλουν σαρκασμό όταν άρχισαν οι αναγνωρίσεις στο εξωτερικό. Συνηθισμένο φαινόμενο για τη χώρα μας.
Με δύναμη από το Παγκράτι
Γεννήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου πριν από μισό αιώνα (1973) Ο πατέρας του είναι ένα σεβαστό όνομα στην μπασκετική κοινότητα, ο Αντώνης Λάνθιμος. Ο τελευταίος έγινε γνωστός με τη φανέλα του Παγκρατίου και της Εθνικής ομάδας τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Έχοντας κληρονομήσει το μπόι του μπαμπά, μικρός έπαιζε και ο ίδιος μπάσκετ στο Παγκράτι. Οι γονείς του χώρισαν όταν ο Γιώργος ήταν 9 χρονών. Το παιδί έμεινε με τη μητέρα του, που όμως ύστερα από 10 χρόνια, έφυγε από τη ζωή.
Ακολουθώντας αρχικά τα βήματα του πατέρα του, έπαιζε στο εφηβικό τμήμα του μπασκετικού Παγκρατίου. Αλλά και τρεις φορές συμμετείχε στο ενήλικο τμήμα, όπου μάλιστα στον πρώτο αγώνα με τον Ολυμπιακό, έμεινε στο παρκέ 23 λεπτά. Δοκίμασε να σκοράρει, αλλά δυο φορές ο Ζάρκο Πάσπαλι του έκοψε τη φόρα με τάπα.
Για την ιστορία ο Γιώργος Λάνθιμος έπαιξε σε άλλους δυο αγώνες. Στο Αλεξάνδρειο, εναντίον του Άρη (89-82 οι Θεσσαλονικείς) σε 18 λεπτά συμμετοχής είχε 4π (2/3δ) και 2 ριμπάουντ, ενώ στη νίκη επί του Περιστερίου (77-68) έπαιξε 38 λεπτά σκοράροντας 3π (1/2δ, 1/2β), παίρνοντας 4 ριμπάουντ και έχοντας ένα κλέψιμο. Ήταν μάλλον το καλύτερό του παιχνίδι σε αυτή τη σύντομη θητεία του στη μεγάλη κατηγορία του μπάσκετ.
Από την άλλη είχε περάσει στα οικονομικά. Όμως από μικρός ήθελε να ασχοληθεί με το σινεμά. Τα οικονομικά απαξιώνονται και ανοίγει η πόρτα της Σχολής Σταυράκου και μπαίνει στη ζωή του η σκηνοθεσία. Ο κινηματογράφος, πάντως, δεν ήρθε αμέσως. Ο Λάνθιμος έγινε πρώτα το αγαπημένο παιδί της διαφήμισης. «Μπορεί να στοιχίζει λίγο παραπάνω, αλλά αξίζει τα λεφτά του», σημείωναν οι άνθρωποι του χώρου. Ο ίδιος βρίσκεται πίσω από επιτυχημένες δουλειές, όπως το εμπνευσμένο σλόγκαν «Πουτ δε κοτ ντάουν». Αλλά και τα βιντεοκλίπ, όπου μεταξύ άλλων είχε σκηνοθετήσει τις «Δέκα εντολές» της Δέσποινας Βανδή και κάποια του Σάκη Ρουβά.
Παράλληλα σκηνοθετεί μαζί με τον Λάκη Λαζόπουλο, το φιλμ Ο καλύτερος μου φίλος, ενώ συνεργάζεται με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου στην παράσταση DDD και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Κοινώς ο Λάνθιμος ξεκινάει με πολύ καλό βιογραφικό.
Όλα άρχισαν από την Κινέτα
Το 2005 προβάλλεται η πρώτη προσωπική του ταινία, η Κινέτα. Στην ουσία πρόκειται για μια ανεξάρτητη παραγωγή, εντελώς διαφορετική απ’ ότι είχε συνηθίσει ο κόσμος να βλέπει. Το φιλμ έκανε αίσθηση, αλλά αρχικά δεν βρήκε διανομή.
2009, έρχεται ο Κυνόδοντας. Έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Καννών, όπου κέρδισε το α’ βραβείο του παράλληλου διαγωνιστικού τμήματος «Ένα Κάποιο Βλέμμα» και το Βραβείο Νεότητας. Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου της απένειμε πέντε βραβεία το 2010, ενώ η προβολή της σε πολλά διεθνή φεστιβάλ και η διανομή της σε αγορές του εξωτερικού την έφερε μέχρι τα βραβεία Όσκαρ. Μόλις η 5η ελληνική ταινία που διεκδίκησε το χρυσό αγαλματίδιο.
Το παράδοξο –ή μήπως αναμενόμενο;– ήταν πως όταν βγήκε στις αίθουσες ο Κυνόδοντας, πήρε πολύ καλές κριτικές. Όταν ύστερα από ένα χρόνο ανακοινώθηκε η οσκαρική υποψηφιότητα, άρχισαν οι ειρωνείες και η αμφισβήτηση. «Θα έλεγα ψέματα ότι δεν στενοχωρήθηκα που χάσαμε το Όσκαρ. Όμως αυτή η υποψηφιότητα ήταν μια τεράστια επιτυχία από μόνη της. Δεν σημαίνει πολλά μόνο για μένα και τους συνεργάτες μου, αλλά και για την ίδια την κατηγορία του Όσκαρ Καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, αφού η ταινία συζητήθηκε όσο καμία άλλη ως μία από τις πιο τολμηρές επιλογές της Ακαδημίας εδώ και πάρα πολλά χρόνια», είχε δηλώσει για το χαμένο Όσκαρ την ίδια στιγμή που οι εγχώριοι ειδήμονες βρήκαν ότι ο Κυνόδοντας είχε πολλές ομοιότητες με μια μεξικάνικη ταινία των 70s, Το κάστρο της αγνότητας.
Ακολούθησαν οι Άλπεις που ενώ κέρδισαν Βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ Βενετίας, γνώρισε εμπορική και κριτική απαξίωση. Στην Ελλάδα, γιατί στο εξωτερικό τα πράγματα πηγαίνανε πολύ καλύτερα.
Ένας έρωτας, ένας αστακός και η μετακόμιση
Και κάπου εκεί αλλάζει η ζωή του ριζικά. Στην αρχή ήταν η γνωριμία με την πρωταγωνίστρια των Άλπεων, την Ελληνογαλλίδα Αριάν Λαμπέντ. Η γνωριμία είχε γίνει ένα χρόνο νωρίτερα στα γυρίσματα της ταινίας Attenberg της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη, όπου ο σκηνοθέτης υποδυόταν τον εραστή της πρωταγωνίστριας. Και η τέχνη μιμείται τη ζωή και προκύπτει έρωτας και γάμος. Αλλά και μετανάστευση. Ο Λάνθιμος έχει κάνει όνομα στο εξωτερικό, λόγω της φεστιβαλικής του παρουσίας και της οσκαρικής υποψηφιότητας, προτάσεις για ταινίες εκτός Ελλάδος, υπάρχουν οπότε τι να κάτσει να κάνει εδώ;
Έχοντας πλέον σαν έδρα του το Λονδίνο, γυρίζει το 2015 την πρώτη του διεθνή ταινία, για πολλούς το αριστούργημα του: Ο Αστακός μπορεί να έχει για πρωταγωνιστή τον Κόλιν Φάρελ, τη Ρέιτσελ Βάις και την Ολίβια Κόλντμαν –που αργότερα λόγω Λάνθιμου γίνεται παγκοσμίως γνωστή και κερδίζει και Όσκαρ σε φιλμ του– αλλά υπάρχει ακόμα το ελληνικό στοιχείο. Και στην συμπαραγωγή αλλά και σε δύο ελληνικά τραγούδια που ακούγονται στο φιλμ. Ένας της Τζένης Βάνου και ένα της Δανάης.
Η ταινία κερδίζει το Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών, αλλά και υποψηφιότητα για Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου όπου μαζί με τον Λάνθιμο είναι και ο συνεργάτης του Ευθύμης Φιλίππου.
…goes to Hollywood
Η επόμενη ταινία του είναι ακόμα πιο δύσκολη και σκληρή. Ο θάνατος του ιερού ελαφιού έχει σαν βάση την Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Ευριπίδη. Κερδίζει το Βραβείο Σεναρίου στις Κάννες, ενώ πρωταγωνίστρια έχει την Νικόλ Κίντμαν. Ναι την γνωστή, την σταρ α’ γραμμής.
Το Χόλιγουντ εμπιστεύεται και επενδύει στον Έλληνα δημιουργό και με την επόμενη ταινία του, την Ευνοούμενη δικαιώνονται αμφότεροι. Δέκα υποψηφιότητες, μεγάλη εμπορική επιτυχία –όχι ότι οι άλλες του ταινίες δεν είχαν– αλλά και ένα περίεργο σκηνικό που ίσως έχει συμβεί στους περισσότερους από μας. Η τραγωδία και η χαρά να πηγαίνουν μαζί. Κάτι τέτοιο συνέβη και στην αθηναϊκή πρεμιέρα του φιλμ, τον Ιανουάριο του 2019.
«Ευχαριστώ όλους που ήρθατε και όλους εκείνους που οργάνωσαν αυτήν την προβολή. Πρέπει να πω ότι είναι μία περίεργη μέρα για μένα σήμερα, γιατί όπως οι περισσότεροι από εσάς ξέρετε, ήταν η κηδεία του πατέρα μου. Αλλά αν ξέρω κάτι γι’ αυτόν, είναι ότι έζησε τη ζωή του διασκεδάζοντας και περνώντας όσο καλύτερα μπορούσε μέχρι το τέλος και αυτό θα ήθελα να κάνετε και εσείς σήμερα, να περάσετε ωραία, να διασκεδάσετε, να γελάσετε, να κλάψετε και να έχετε μία πολύ ωραία βραδιά», είχε πει ο σκηνοθέτης πριν αρχίσει η ταινία.
Πάμε για άλλα
Το poor things, η ταινία του που κέρδισε το α’ Βραβείο στο Φεστιβάλ Βενετίας έχει εξάψει την φαντασία του κοινού από το καλοκαίρι. Εκτός από τα ονόματα που πρωταγωνιστούν, χαρακτηρίστηκε και από την αρμόδια επιτροπή ως «ακατάλληλη για ανηλίκους».
«Στις ταινίες θα έπρεπε να κάνουν περισσότερο σεξ», είχε δηλώσει λίγο πριν την πρεμιέρα του φιλμ, ανάβοντας φωτιές για το τι θα επακολουθήσει. Για να καταλάβουμε πόσο μεγάλη είναι η επιτυχία του Γιώργου Λάνθιμου, αυτή τη στιγμή (αν και είναι πάρα πολύ νωρίς) οι στοιχηματικές εταιρείες δίνουν το Poor Things ως τρίτο φαβορί για την κατάκτηση του Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, ενώ στην πρώτη θέση βρίσκεται το Oppenheimer μια από τις ταινίες που πολλοί έχουν φτάσει να χαρακτηρίζουν μια από τις καλύτερες της δεκαετίας.
Ξέχωρα απ’ όλα αυτά, ο Γιώργος Λάνθιμος είναι ένας ευγενέστατος, γοητευτικός άνθρωπος που όποτε έρχεται στην Αθήνα, βλέπει τους φίλους του και δεν στέλνει δελτία Ττύπου, ούτε ειδοποιεί τους παπαράτσι για την άφιξη και παραμονή του. Ο Λάνθιμος παραμένει το ντροπαλό παιδί από το Παγκράτι και στην τελική είναι ένας απλός άνθρωπος, όπως όλοι μας. Αλλά και πολύ πιο ταλαντούχος και genius.
Σπύρος Δευτεραίος