Ακριβώς έναν αιώνα ζωής συμπληρώνει σήμερα ο Χένρι Κίσινγκερ, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ που εξακολουθεί να γοητεύει και να διχάζει, αλλά και να προσφέρει συμβουλές σε ζητήματα γεωπολιτικής.
Οραματιστής για τους μεν, «εγκληματίας πολέμου» για άλλους, ο «σοφός» με τη σκυφτή σιλουέτα παραμένει πάντα αναγνωρίσιμος με τον χοντρό σκελετό των γυαλιών του, αλλά και δραστήριος.
Για τον άνθρωπο που έβαλε τη σφραγίδα του στην εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα αυτή η μακροβιότητα είναι εντυπωσιακή.
Μάλιστα, από τα γραφεία του στη Νέα Υόρκη και την εταιρεία συμβούλων Kissinger Associates, εν έτει 2023 διατηρεί μια σχετική αίγλη στην ελίτ της Ουάσινγκτον και στο εξωτερικό, μεταξύ άλλων και σε Δημοκρατικούς, όπως η πρώην υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, η οποία είχε πει κάποτε πως βασίζεται στις συμβουλές του φίλου της.
«Ρεαλπολιτίκ»
Αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής της παγκόσμιας διπλωματίας κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, ο Χένρι Κίσινγκερ άρχισε την προσέγγιση με τη Μόσχα και το Πεκίνο τη δεκαετία του ’70, έχοντας ένα ρεαλιστικό όραμα για τον κόσμο, ένα είδος «ρεαλπολιτίκ» αλά αμερικανικά.
Σε μια ένδειξη πως το όραμά του για τον κόσμο δεν έχει αλλάξει, λίγες ημέρα προτού συμπληρώσει τα 100, την Τρίτη 23 Μαΐου, δήλωσε στην εκδήλωση που διοργανώθηκε προς τιμήν του στην πολύ εκλεκτική Οικονομική Λέσχη της Νέας Υόρκης ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες οφείλουν να υπερασπιστούν τα ζωτικά συμφέροντά τους. «Πρέπει να είμαστε όλο και πιο δυνατοί ώστε να αντιστεκόμαστε σε οποιαδήποτε πίεση», υπογράμμισε.
Όμως η εικόνα του άνδρα με τη βραχνή φωνή και την προφορά που κληρονόμησε από τη γερμανική καταγωγή του παραμένει ομιχλώδης και συνδεδεμένη με σκοτεινές σελίδες της ιστορίας των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως η υποστήριξη στο στρατιωτικό πραξικόπημα του 1973 στη Χιλή ή η εισβολή στο Ανατολικό Τιμόρ το 1975, και ασφαλώς το Βιετνάμ.
«Για μένα δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η πολιτική του προκάλεσε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και κατέστρεψε τη δημοκρατία σε πολυάριθμες χώρες», τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ριντ Καλμάν Μπρόντι, δικηγόρος εξειδικευμένος στα ανθρώπινα δικαιώματα. «Μένω έκπληκτος που κατάφερε να γλιτώσει έτσι», πρόσθεσε.
Βομβαρδισμοί
Πράγματι ο Χένρι Κίσινγκερ ουδέποτε ενοχλήθηκε από τη Δικαιοσύνη, καθώς μια προσφυγή σε βάρος του μπήκε το 2004 στο αρχείο.
Ο Intercept, ένας ιστότοπος ερευνητικής δημοσιογραφίας, υποστηρίζει με βάση έγγραφα από τα αρχεία του Πενταγώνου και μαρτυρίες από επιζήσαντες πως η αμερικανική εκστρατεία βομβαρδισμού της Καμπότζης από το 1969 ως το 1973 –αρχιτέκτονας της οποίας υπήρξε ο Χένρι Κίσινγκερ–, είχε ευρέως υποτιμηθεί, καθώς είχε ως αποτέλεσμα πολύ περισσότερους νεκρούς αμάχους απ’ ό,τι είχε προηγουμένως αναγνωριστεί.
Ο ιστορικός Μουντασίρ Μαμούν του Πανεπιστημίου της Ντάκα υπογραμμίζει από την πλευρά του πως ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών «υποστήριξε ενεργά τη γενοκτονία στο Μπανγκλαντές» το 1971. «Δεν βλέπω κανένα λόγο να πλέξω το εγκώμιο του Κίσινγκερ» ανέφερε, προσθέτοντας πως την άποψή του συμμερίζονται πολυάριθμες χώρες, μεταξύ των οποίων το Βιετνάμ.
«Η ειρωνεία είναι πως έχουμε κρατήσει ότι έκανε ειρήνη, αλλά ξεχνάμε όλα όσα έκανε για να παρατείνει τον πόλεμο, όχι μόνο στο Βιετνάμ, αλλά και στην Καμπότζη και το Λάος», συμφώνησε η ιστορικός Κάρολιν Άιζενμπεργκ του αμερικανικού πανεπιστημίου Hofstra.
Ύφεση
Ο Γερμανοεβραίος Χάιντς Άλφρεντ Κίσινγκερ (Henry A. Kissinger) γεννήθηκε στις 27 Μαΐου 1923 στο Φιρτ της Βαυαρίας. Σε ηλικία 15 ετών κατέφυγε με την οικογένειά του στις ΗΠΑ και στα 20 του πολιτογραφήθηκε Αμερικανός.
Γιος δασκάλου, εντάχθηκε στη στρατιωτική αντικατασκοπεία και τον αμερικανικό στρατό πριν αρχίσει λαμπρές σπουδές στο Χάρβαρντ, όπου επίσης δίδαξε.
Επιβλήθηκε ως το πρόσωπο της παγκόσμιας διπλωματίας όταν ο Ρεπουμπλικανός Ρίτσαρντ Νίξον τον κάλεσε στο Λευκό Οίκο το 1969 ως σύμβουλο εθνικής ασφάλειας, και στη συνέχεια ως υπουργό Εξωτερικών – κατείχε και τις δύο θέσεις από το 1973 ως το 1975 και παρέμεινε επικεφαλής της διπλωματίας επί Τζέραλντ Φορντ μέχρι το 1977.
Τότε ήταν που άρχισε την ύφεση με τη Σοβιετική Ένωση και το ξεπάγωμα των σχέσεων με την Κίνα του Μάο, πραγματοποιώντας μυστικά ταξίδια για να οργανώσει την ιστορική επίσκεψη του Νίξον στο Πεκίνο το 1972.
Διεξήγαγε επίσης, πάντα με τη μεγαλύτερη μυστικότητα και παράλληλα με τους βομβαρδισμούς του Ανόι, διαπραγματεύσεις με τον Λε Ντουκ Θο για να βάλει τέλος στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Η υπογραφή της κατάπαυσης του πυρός τού χάρισε το 1973 το Νόμπελ Ειρήνης από κοινού με τον Βορειοβιετναμέζο επαναστάτη, στρατηγό, διπλωμάτη και πολιτικό, ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα βραβεία στην ιστορία του θεσμού.