Την Κυριακή 28 Μαΐου 2023 θα δούμε αν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα ολοκληρώσει τη νίκη της 14ης Μαΐου έναντι του αντιπάλου του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. (Το τουρκικό βαθύ κράτος που ενορχήστρωσε τις εμφανείς και αφανείς διαδικασίες των εκλογών φαίνεται ότι σε έναν βαθμό πέτυχε το στόχο του.)
Ο Κιλιτσντάρογλου για να μπορέσει να νικήσει τον Ερντογάν αναγκάστηκε να μπει στη «διακεκαυμένη ζώνη» που λέγεται «κουρδικό πολιτικό κίνημα». Συμφωνώντας σε ορισμένα πράγματα εξασφάλισε την υποστήριξή του.
Αυτό για το τουρκικό βαθύ κράτος –που είναι ο θεματοφύλακας του κράτους που ίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ το 1923–, και το οποίο μετά τις γενοκτονίες τριών ιστορικών λαών της Ανατολίας, των Ασσυρίων, των Αρμενίων και των Ελλήνων, έπρεπε να ισοπεδώσει και να ομογενοποιήσει ακόμα και με τη βία τις μουσουλμανικές μη τουρκικές εθνότητες, ήταν κάτι σαν… προπατορικό αμάρτημα.
Με βάση το εκλογικό σύστημα της Τουρκίας οι Κούρδοι είναι ο ρυθμιστικός παράγοντας για να πετύχουν οι υποψήφιοι πρόεδροι το 50+1%. Ο Κιλιτσντάρογλου για να εκλεγεί είχε απόλυτη ανάγκη το 10-12% των ψήφων του κουρδικού Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών (HDP), για το οποίο το βαθύ κράτος φρόντισε να ξεκινήσουν οι διαδικασίες απαγόρευσής του. Έτσι, οι Κούρδοι δημιούργησαν νέο πολιτικό φορέα, το Κόμμα της Πράσινης Αριστεράς, το οποίο δεν προλάβαιναν να το απαγορεύσουν διά της δικαστικής οδού. Έτσι ο «κίνδυνος» παρέμεινε.
Αν εκλεγόταν ο Κιλιτσντάρογλου, τότε η Τουρκική Δημοκρατία θα είχε για πρόεδρο έναν Κούρδο Αλεβίτη που εξελέγη με τις ψήφους των Κούρδων, και ο οποίος θα έπρεπε να ζητά κάθε φορά τη στήριξη των 70-80 Κούρδων βουλευτών για να περάσει τον οποιονδήποτε νόμο από τη Βουλή.
Ως εκ τούτου τέθηκε ως στόχος το ρόλο του ρυθμιστικού παράγοντα στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές να τον αναλάβουν οι εθνικιστές. Έτσι, μετά από μεθοδεύσεις στον πρώτο γύρο είχαμε το αποτέλεσμα: 49,5% για τον Ερντογάν, 45% για τον Κιλιτσντάρογλου και 5% για τον εθνικιστή Σινάν Ογάν. Συνεπώς, για να εκλεγεί πρόεδρος ο Κιλιτσντάρογλου θα έπρεπε να πέσει στην… αγκαλιά των εθνικιστών. Γι’ αυτό αναγκάστηκε να υπογράψει πρωτόκολλο με τον Ουμίτ Οζντάγ, τον πρόεδρο του Κόμματος της Νίκης (Zafer Partisi).
Το κείμενο αυτό «φωνάζει» από μακριά ότι έχει συνταχθεί το κράτος. Τι περιλαμβάνει; Όλες τις αρχές του κεμαλικού ναζισμού που πρέπει να τηρούνται για να μην αλλάξει η φυσιογνωμία της Τουρκίας, δηλαδή με το καλό ή με το ζόρι όλοι όσοι κατοικούν στη χώρα να είναι Τούρκοι. Τέλος.
Έτσι, ο Κιλιτσντάρογλου τίναξε στον αέρα τη συμφωνία με τους Κούρδους, ασχέτως αν εκείνοι δήλωσαν ότι ακόμα και μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου που τους καταδικάζει θα τον στηρίξουν, διότι ο Ερντογάν και το καθεστώς του είναι πιο επικίνδυνοι.
Με αυτόν τον τρόπο το τουρκικό βαθύ κράτος πέτυχε «μ’ έναν σμπάρο δυο τρυγόνια». Αφενός περιθωριοποίησε πολιτικά τους Κούρδους αφαιρώντας το ρόλο του ρυθμιστικού παράγοντα, αφετέρου ανέδειξε τους εθνικιστές νεοναζί.
Έτσι, κατά πάσα πιθανότητα ο Ερντογάν θα είναι και πάλι πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τουρκίας από τη Δευτέρα 29 Μαΐου, ημέρα Άλωσης της Πόλης. Και μας περιμένουν δύσκολες μέρες και αποφάσεις. Ο Ακάρ φρόντισε να μας το υπενθυμίσει με γλυκό τρόπο! Αφού παραπονέθηκε επειδή οι Έλληνες πολιτικοί έκαναν δηλώσεις για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου –γεγονός που αρνείται με θρασύτητα αμετανόητου δολοφόνου–, μας κάλεσε να είμαστε καλά παιδιά και μετά τις εκλογές να δεχτούμε «τη δίκαιη μοιρασιά του πλούτου του Αιγαίου».
Οι Έλληνες πολιτικοί όλων των κομμάτων, ειδικά ο πρωθυπουργός και τα μέλη της κυβέρνησης που θα προκύψει από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου, να είναι έτοιμοι ώστε να χειριστούν το θέμα. Όχι φυσικά της «δίκαιης μοιρασιάς», αλλά της υπεράσπισης του Αιγαίου.
Και καλό είναι να θυμούνται όλοι πώς κατέρρευσε το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου μετά το 43,92% που έλαβε στις εκλογές του 2009, πώς κατέρρευσε ο ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες εκλογές, και πού θα καταλήξει στις επόμενες. Οι λόγοι είναι γνωστοί και ο δρόμος της επιβίωσης είναι ένας και μάλιστα μονόδρομος: Η υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων.