Μπορεί ο Μάιος για τους περισσότερους ανθρώπους να είναι από τους πιο όμορφους μήνες του χρόνου, καθώς εμπεριέχει την άνοιξη στα καλύτερά της, ωστόσο για τους απανταχού Ποντίους περιλαμβάνει την πιο θλιβερή επέτειο. Αυτήν της γενοκτονίας 353.000 ανθρώπων, των διωγμών και της χωρίς προηγούμενο καταστροφής των πατρίδων όσων κατάφεραν να επιζήσουν.
Τη συγκεκριμένη αντίθεση επιχειρεί να τονίσει ο Γεώργιος Κωνσταντινίδης μέσα από το νέο ποίημά του στην ποντιακή διάλεκτο, «Καλομηνά Αροθυμίας», με αφορμή την επέτειο των 104 χρόνων από τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.
Το ποίημα μιλά μεταφορικά για ένα πουλί, που αντί να τιτιβίζει και να ζευγαρώνει χαρούμενο όπως τα υπόλοιπα τις όμορφες ημέρες του Μαΐου, φοράει μαύρα και κάθεται θλιμμένο και μόνο.
Όταν τα υπόλοιπα το ρωτούν τι του συμβαίνει, εκείνο αποκρίνεται:
«Ατόν το λες Καλομηνάν, που χαίρουνταν να ζούνε, εγώ πατρίδαν έχασα, χιλάδας χρόνα π’ είχα κι αροθυμώ και ‘κ’ επορώ καμίαν ν’ ανασπάλλω.
»Ρίζα μ’ τον Πόντον έχασα, τον τόπον ντ’ εγεννέθα, τ’ ορμάνα, τα παρχάροπα, τα ράχα, τα ποτάμα.
»Γι’ ατό πάντα τερώ εκεί ‘ς σο μέρος π’ εν’ ο Πόντον, πασκείμ’ το θάμαν ‘ίνεται και κλώσκουμαι και πάω, να ελέπω ξαν τα μέρα μουν και γνώριμα κατσία, να ελέπω ξαν την πάτριδα μ’ τ’ οσπίτ’ που εγεννέθα».
Το πουλί δεν ξεχνά τις χαμένες πατρίδες και κάθε Μάιο, αντί να κελαηδά, σφίγγεται η καρδιά του και κλαίει από τον καημό και τη νοσταλγία.
Δείτε παρακάτω το ποίημα, με υπότιτλους στα ελληνικά και σκίτσα του ίδιου του Γεώργιου Κωνσταντινίδη.