Φαίνεται πως οι σεισμοί στην Τουρκία αποτέλεσαν σημείο αναφοράς στην προσέγγιση των ελληνοτουρκικών από ελληνικής πλευράς. Από τουρκικής είναι ζητούμενο.
Η εξέλιξή τους ανακούφισε την κυβέρνηση Μητσοτάκη η οποία ανέμενε επικίνδυνη κλιμάκωση ως τις τουρκικές εκλογές.
Υπάρχει μια μετασεισμική υποτροπή προς τον εθνικισμό στο δημόσιο λόγο της τουρκικής ηγεσίας αλλά στην Αθήνα εκλαμβάνεται ως επουσιώδης. Διά στόματος, μάλιστα, του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια ο οποίος σε ερώτηση που δέχθηκε στους Δελφούς για το χάρτη με τα νησιά και τη Δυτική Θράκη που περιλαμβάνονται στην Τουρκία, συνέστησε στη δημοσιογράφο να μην δίνει σημασία. Υπονόησε, δε, τις δυσκολίες που έχει στην προεκλογική εκστρατεία του ο Ερντογάν. Ο κ. Δένδιας είπε χαρακτηριστικά πως εξαιτίας του χάρτη αυτού, ο οποίος μπορεί να αποτέλεσε επινόηση κάποιου Τούρκου γραφειοκράτη δεν θα επαναφέρει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στην προ των σεισμών περίοδο.
Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών διακατέχεται από ψευδαισθήσεις. Ο εθνικισμός ως ρητορική και η επεκτατική πολιτική ως μέθοδος είναι τα στοιχεία που κρατούν συνεκτική την Τουρκία. Η Τουρκία, όπως γράψαμε και άλλοτε, είναι ένα συνονθύλευμα λαοτήτων βιαίως εκτουρκισθέντων και η καθημερινή αναφορά στην Τουρκία, το τουρκικό έθνος και το μεγαλείο της πατρίδας είναι ο ιδεολογικός συνεκτικός ιστός.
Δεν υπάρχει περίπτωση η Τουρκία να εγκαταλείψει και την εθνικιστική ρητορική και την επεκτατική πολιτική. Συνδύασε, μάλιστα, την ιδεολογική ανάγκη με την οραματική της πολιτική.
Η Τουρκία δεν είναι Αθήνα. Δεν λέει κάτι για να περάσει η ώρα, να χαϊδέψει αυτιά ή για να ελιχθεί, απλώς. Έχει στόχους, εμμένει σε αυτούς και τους υλοποιεί.
Η προαναφερθείσα δήλωση του κ. Δένδια, δεν είναι, απλώς, άστοχη. Είναι και επικίνδυνη. Πού βρίσκεται ο κίνδυνος; Στο ότι και στο παρελθόν, η Τουρκία πλαγίως και περιθωριακώς έθεσε θέματα τα οποία, στη συνέχεια, έγιναν μέρος της κύριας πολιτικής της.
Την ιστορία με την αμφισβήτηση των 18 ελληνικών νησιών –και μάλιστα κατοικημένων– την έθεσε για πρώτη φορά τουρκική εθνικιστική εφημερίδα. Την αποδέχθηκε η αντιπολίτευση και ακολούθησε και ο Ερντογάν. Σήμερα, αποτελεί σημαντική διάσταση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντιπαράθεση τις δύο χώρες. Η αντίδραση Δένδια δείχνει την επιπολαιότητα της πολιτικής της Αθήνας. Η επανάληψη αδιανόητων διεκδικήσεων από πλευράς Άγκυρας έχει μεγεθύνει τον φάκελο των τουρκικών αξιώσεων.
Στην ίδια συνέντευξη ο κ. Δένδιας αποκάλυψε και τις μύχιες διαθέσεις της πολιτικής της κυβέρνησης σε σχέση με το Κυπριακό. Ρωτήθηκε για τη διαφοροποιημένη ψήφο Αθήνας και Λευκωσίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης σε σχέση με την αίτηση ένταξης του Κοσσυφοπεδίου και είπε: «Η Κύπρος είναι μια χώρα η οποία είναι ακρωτηριασμένη και ψηφίζει υπό το κράτος μια εσωτερικής ψυχικής ατζέντας…». Δήλωση, τουλάχιστον, προβληματική για την πρόσληψη του εθνικού προβλήματος της Κύπρου. Η Κύπρος είναι χώρα αλλά ο κυπριακός ελληνισμός είναι μέρος του ευρύτερου ελληνισμού. Και εκείνος που ακρωτηριάσθηκε είναι ο ελληνισμός, δεν είναι η Κύπρος. Ούτε, μόνο ο κυπριακός ελληνισμός. Ο κ. Δένδιας αποκαλύπτει με τη δήλωσή του την αθηναϊκή θολούρα γύρω από το Κυπριακό και τον ελληνισμό της μεγαλονήσου. Ούτε, φυσικά, οι πολιτικές επιλογές της Κύπρου προέρχονται από ψυχολογικά σύνδρομα της κυπριακής ηγεσίας και του κυπριακού λαού. Και αν κυριαρχούν τα δημιούργησε η Αθήνα, η οποία πέραν των ιστορικών ευθυνών της είναι και εγγυήτρια δύναμη. Ούτε αυτόν τον ρόλο δεν μπορεί να διαδραματίσει;
Μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας υπάρχει ένα χάσμα το οποίο διευρύνεται.
Η σημερινή προσέγγιση βολεύει τις φοβίες της Αθήνας αλλά η Κύπρος, για ένα κράτος όπως η Ελλάδα, είναι ο πνεύμονας που μπορεί να προσδώσει ρόλο σε μια περιοχή στην οποία έχει μετατεθεί το παγκόσμιο γεωπολιτικό ενδιαφέρον. Η Κύπρος βρίσκεται ανοικτά του Σουέζ και το Σουέζ αποτελεί την ευρωπαϊκή δίοδο για το πέρασμα στον Ινδοειρηνικό όπου και το επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος και ανταγωνισμού.
Η Αθήνα έχει ξεχάσει ή αδιαφορεί και για κάτι άλλο. Η Ελλάδα είναι ναυτικό κράτος. Και ως ναυτικό κράτος πρέπει, όχι μόνο, να φροντίζει να συντηρεί τη ναυτική της παράδοση και το ναυτικό της στόλο αλλά να αποκτήσει και συνείδηση του γεωπολιτικού της ρόλου στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν διακυβεύονται, μόνο, ενεργειακά αποθέματα. Δεν αρκεί η αγορά των φρεγατών. Χρειάζεται σύλληψη γεωπολιτικού ρόλου και διαμόρφωση αντίστοιχης εξωτερικής πολιτικής. Αν δεν αλλάξει η σημερινή νοοτροπία φαινόμενα όπως η επιχείρηση στο Σουδάν θα είναι συνεχή. Χωρίς αιδώ η ηγεσία της χώρας παρουσίασε ως επιτυχία μια επιχείρηση που έπρεπε να προβληματίσει. Ελπίζουμε να απασχολήσει τις Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες δεν ευθύνονται για τις επιχειρησιακές τους δυνατότητες. Δεν θα μπορούσαν να επιχειρήσουν απευθείας στο αεροδρόμιο του Χαρτούμ που ελέγχουν οι Αμερικανοί. Επιχειρήσεις τέτοιου είδους προϋποθέτουν παρουσία και εδραίωση στην περιοχή την οποία η Ελλάδα δεν διαθέτει. Μιλάμε για μια περιοχή –την Αφρική– όπου όπως αποκαλύφθηκε ζουν περί τις 30.000 Έλληνες και η οποία, περιοχή, αναδύεται ως χώρος κύριου γεωπολιτικού και γεωοικονομικού ενδιαφέροντος.
Η Ελλάδα σε πολλές από τις χώρες αυτές έχει ιστορική παρουσία αλλά για λόγους κοντόθωρης αθηναϊκής πολιτικής υποχωρεί. Αντιθέτως, εντείνεται η παρουσία της Τουρκίας, παρουσία που δεν προσδίδει, απλώς, γεωπολιτικό βάρος στην Άγκυρα αλλά και οικονομικά οφέλη.
Να σημειώσουμε, ακόμη, πως η ελληνική προϊούσα έκλειψη από την αφρικανική ήπειρο έδωσε τη δυνατότητα στη Ρωσική Εκκλησία να επηρεάσει υπέρ της χριστιανούς που ανήκαν στο Πατριαρχείο της Αλεξάνδρειας.
Η πλέον επικίνδυνη, όμως, εξέλιξη στα ελληνοτουρκικά είναι η διαφαινόμενη σύγκλιση των σημαντικότερων πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα για έναν ελληνοτουρκικό διάλογο, μετά τις εκλογές, του είδους Πρεσπών του Αιγαίου.
Ο όρος σημαίνει ελληνικές υποχωρήσεις, όπως και στη Συμφωνία των Πρεσπών, για εξεύρεση λύσης.
Την πολιτική αυτή ενθαρρύνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και για να υπάρξει ηρεμία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και για να επίτευξη συμφωνία συνεκμετάλλευσης των ενεργειακών αποθεμάτων της Ανατολικής Μεσογείου.
Τα προβλήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν εγερθεί από πλευράς Άγκυρας. Η Αθήνα αποδέχεται, όπως λέει ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, μόνο την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών αλλά, ουσιαστικά, η οριοθέτηση αυτή προϋποθέτει συζήτηση και για μια σειρά άλλων που συνδέονται με αυτήν.
Το ζήτημα δεν είναι αν η Ελλάδα θα χάσει μερικά κυβικά αερίου ή πετρελαίου στην ενδεχόμενη συμφωνία. Αλλά αν είναι σε θέση να διαπραγματευτεί ως κυρίαρχη χώρα τα δικαιώματά της.
Και εκεί εστιάζεται η ανησυχία. Πολλοί ανησυχούν ότι η Αθήνα δεν μπορεί να υποστηρίξει όχι, απλώς, τα κυριαρχικά δικαιώματα αλλά ούτε και την κυριαρχία της χώρας. Και παραπέμπουν στην απαγόρευση κρατικών αξιωματούχων να επισκεφθούν ελληνικά νησιά στο Αιγαίο. Και δεν είναι, μόνο, η περίοδος του Πάσχα. Είναι και η εκκλησία που εγκαινιάστηκε στο Καστελόριζο στα εγκαίνια της οποίας παραβρέθηκε η σύζυγος του πρωθυπουργού αντί του ίδιου. Είναι και η περίπτωση της Σύμης η οποία γιορτάζει στις 8 Μαΐου την επέτειο απελευθέρωσής της και θα δούμε αν θα παραβρεθεί η στρατιωτική ηγεσία που προσκλήθηκε.