«Λίγο πριν τα μεσάνυχτα έχασα τον πιο σημαντικό άντρα της ζωής μου. Το πρότυπό μου. Τον πατέρα μου Ανδρέα Ντούζο. Μετά από επτά χρόνια μάχη με το Αλτσχάιμερ, τον Ιανουάριο είχε ένα ατύχημα όπου από τότε έδωσε μια μεγάλη μάχη στην εντατική. Πάλεψε γερά, του δώσαμε ό,τι ήταν δυνατό από πλευράς μας και ό,τι καλύτερο από ιατρική φροντίδα. Δυστυχώς, δεν ήτανε αρκετό για να τον κρατήσει κοντά μας. Καλό ταξίδι Ντούζο… Οι αρχές σου, οι ιδέες σου, το ήθος σου, θα συνεχίσουν από εμένα και στη συνέχεια στον γιο μου. Οι ρίζες και οι δεσμοί οικογένειας που μας έδωσες είναι βαθιές, ακριβώς εκεί που τις έχεις βάλει. Άρχοντά μου, Καλό Ταξίδι».
Αυτή ήταν η ανάρτηση του Στηβ Ντούζου στα social media, πριν από ακριβώς μία δεκαετία. Ήταν 29 Απριλίου 2013, που έφυγε ο Ανδρέας Ντούζος στα 79 του.
Ένα ταλέντο μεγαλώνει στην Αθήνα
Ο Ανδρέας Ντούζος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1934. Που σημαίνει ότι ήταν από τα παιδιά της Κατοχής. Παρ’ όλα αυτά πάλεψε για το όνειρό του να γίνει ηθοποιός και σπούδασε στη σχολή του Τάκη Μουζενίδη. Και όχι μόνο, αλλά ήταν και από τους λίγους άντρες ηθοποιούς της γενιάς του που είχε γνώσεις και χορού και τραγουδιού.
Μπήκε στο χώρο από τα 19 του, όπου έπαιξε σε μουσικούς θιάσους αλλά και έναν χαρακτηριστικό ρόλο στη Μαγική πόλη του Νίκου Κούνδουρου. Άρχισε την πορεία του με όπλο το ταλέντο αλλά και την εμφάνισή του.
Ναι, ο Ανδρέας Ντούζος ήταν από τους ωραίους της εποχής. Μόνο που ο ίδιος δεν επένδυσε σε αυτό. Ίσα-ίσα, πολλές φορές αισθανόταν αμήχανα.
Όπως είχε διηγηθεί, το 1966 έπαιζε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο έργο Του φτωχού το αρνί στο Rex, στην Πανεπιστημίου. Τελειώνοντας από την πρόβα κατέβαινε προς την Ομόνοια για να πάρει το τρένο για το σπίτι του. Όμως έπεσε πάνω σε μαθήτριες Γυμνασίου που μόλις τον είδανε, του έσκισαν τα ρούχα.
Ούτως ή άλλως, το ρόλο του ωραίου ο Ντούζος τον κράτησε μόνο για τη δουλειά του. Γιατί τις προσωπικές του επιλογές τις είχε κάνει από πολύ νωρίς.
Μια τεράστια αγάπη
Με τη σύζυγό του Αναστασία γνωρίστηκαν όταν εκείνος ήταν 18 ετών κι εκείνη έναν χρόνο μικρότερή του. Η γνωριμία τους έγινε σε μια παράσταση της Δόρας Στράτου, όπου η Αναστασία ήταν επαγγελματίας χορεύτρια ελληνικών παραδοσιακών χορών.
«Γοητευμένος ο πατέρας μου από την ομορφιά της, τη φινέτσα, την αξιοπρέπεια και το ήθος της, γρήγορα την ζήτησε σε γάμο κι έμειναν μαζί κι αγαπημένοι 47 χρόνια. Εκείνη σπούδασε στη συνέχεια αισθητικός στη Βιέννη, και μέχρι το τέλος ήταν ο άνθρωπος που κρατούσε “δεμένη” την οικογένεια Ντούζου», είχε δηλώσει ο γιος τους, Στηβ.
Στην πορεία της ζωής της, η Αναστασία Ντούζου έγραψε βιβλία μαγειρικής. Μάλιστα, λίγο πριν από το τέλος της ζωής της, είχε αρχίσει τη μετάφραση του βιβλίου της με τίτλο Τι θα μαγειρέψουμε σήμερα στα αγγλικά.
Όμως δεν πρόλαβε να το ολοκληρώσει, αφού έφυγε τρία χρόνια μετά τον αγαπημένο της σύζυγο, και συγκεκριμένα τον Ιανουάριο του 2016.
Οι συγκρούσεις και η μεγάλη απόφαση
Βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’60 και η κινηματογραφική βιομηχανία της χώρας έχει πάρει μπρος. Φυσικά η μεγάλη εταιρεία που φτιάχνει καριέρες και στηρίζει ανθρώπους είναι η Φίνος Φιλμ. Και φυσικά, και εκεί ψάχνονται για νέο αίμα.
Ο Ανδρέας Ντούζος είναι ένας από τους νέους πρωταγωνιστές στους οποίους η εταιρεία επενδύει. Δοκιμάζεται σε δράμα, κωμωδία, ακόμα και μιούζικαλ. Και ανεβαίνει. Παρόλο που οι άνθρωποι της εποχής μιλούν για έναν συνεσταλμένο επαγγελματία, που ήταν ήδη παντρεμένος και με παιδιά.
Ο ηθοποιός είναι σε ανοδική τροχιά, αλλά ξαφνικά φεύγει από την εταιρεία. Πολλά χρόνια αργότερα έκανε λόγο για κυκλώματα και για σκηνοθέτες που επιθυμούσαν «ξεσκόνισμα» – μια φράση που είπε το 1985 και από τότε έχει διαστρεβλωθεί πολλάκις.
Όπως και να ‘ναι, ο Ντούζος αισθάνεται εγκλωβισμένος στην ελληνική πραγματικότητα και παίρνει τη μεγάλη απόφαση. Μαζί με τη σύζυγο και τα δυο τους παιδιά, πηγαίνουν στην Αμερική για να σπουδάσει σκηνοθεσία στο Actor’s studio. Και τελικά, με τούτα και με κείνα, μένει στην Αμερική 13 χρόνια, με κάποια μικρά διαλείμματα που επέστρεφε για λίγο στην Ελλάδα.
Πιθανότατα να ήθελε να κάνει και άλλα πράγματα, ή ίσως και να έκανε. Πάντως, με τη σεμνότητα που τον διέκρινε, είχε δηλώσει πως τα πτυχία που πήρε στην Αμερική τα είχε σε κάποια βαλίτσα, αφού στην Ελλάδα δεν είχαν καμία αξία.
Η επιστροφή
Το 1980 επιστρέφουν οικογενειακώς στην Ελλάδα. Φυσικά, τα πάντα έχουν αλλάξει. Ο Ανδρέας Ντούζος δραστηριοποιείται πλέον και ως παραγωγός. Στην αρχή ανεβάζει στο θέατρο «Καλουτά» το μιούζικαλ Παίζουν το τραγούδι μας, δίπλα στη Μαίρη Χρονοπούλου. Η παράσταση πάει συμπαθητικά, αλλά μετά τους σεισμούς του Φεβρουαρίου του 1981, σχεδόν όλη η θεατρική κοινότητα καταρρέει.
Στην πορεία αναλαμβάνει το θέατρο «Σούπερ σταρ» στη Στοά Μπρόντγουαιη, που τη δεκαετία του ’80 είναι πολύ της μόδας. Εκεί κάνουν το θεατρικό ντεμπούτο τους και τα δυο παιδιά του, ο Στηβ και η Τέτα Ντούζου. Όπως είχε ομολογήσει ο ίδιος, την ημέρα της πρεμιέρας τους, είχε περισσότερο άγχος γι’ αυτά, παρά για τον εαυτό του.
Η ενασχόλησή του με την υποκριτική περιορίζεται σε ταινίες και σειρές. Μια από αυτές είναι τα «Καθημερινά», σε σκηνοθεσία του παλιού του συνεργάτη, Γιάννη Δαλιανίδη.
Η αρχή του τέλους
Η είσοδος της ιδιωτικής τηλεόρασης αλλάζει και τις θεατρικές ισορροπίες. Ο Ντούζος αναγκάζεται να παραχωρήσει το θέατρό του στην Κάτια Δανδουλάκη, λόγω οικονομικών δυσκολιών. Την σεζόν 1999-2000 εμφανίζεται για τελευταία φορά στη Στοά Μπρόντγουαιη, στο Αρσενικό και παλιά δαντέλα, στο ρόλο του ιερέα.
Στην παράσταση, στο ρόλο μίας από τις δυο γριούλες, ήταν η παλαιά του παρτενέρ στον Φίνο, η Μάρθα Καραγιάννη.
Τον Ιανουάριο του 2013, μετά από ατύχημα στο σπίτι του, υπέστη βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση. Υπεβλήθη σε επέμβαση για την αφαίρεση αιματώματος, μετά την οποία νοσηλευόταν στη ΜΕΘ ιδιωτικού θεραπευτηρίου, όπου και απεβίωσε λίγους μήνες αργότερα, στις 29 Απριλίου. Όπως έγινε κατόπιν γνωστό, τα τελευταία επτά χρόνια της ζωής του έπασχε από Αλτσχάιμερ.
Σπύρος Δευτεραίος