Ονομαστή είναι η Παναγία η Μπαλουκλιώτισσα (ή Βαλουκλιώτισσα) των Ρωμιών, το αγιάσμα της Κωνσταντινούπολης έξω από τη δυτική πύλη της Σηλυβρίας, εκεί όπου υπήρχαν τα Παλάτια των Πηγών, η ανοιξιάτικη κατοικία των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.
Αφιερωμένος στην Παναγία, ο ναός της Πατριαρχικής Μονής γιορτάζει την Παρασκευή της Διακαινησίμου, της Ζωοδόχου Πηγής, που είναι μια από τις νεότερες γιορτές στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Το προσκύνημα πήρε το όνομά του από την τουρκική λέξη για το ψάρι (balik), καθώς σύμφωνα με το θρύλο για την Άλωση της Πόλης ένας καλόγερος που τηγάνιζε ψάρια υποστήριξε ότι θα πίστευε την είδηση που του μετέφερε ο μαντατοφόρος μόνο εάν αυτά έφευγαν από το τηγάνι και έπεφταν στο αγίασμα.
Για την αποκάλυψη του αγιάσματος που βρίσκεται στον υπόγειο ναό και αναβλύζει από μαρμαρόκτιστη κρήνη υπάρχουν δύο εκδοχές.
Σύμφωνα με την πρώτη, την οποία εξιστορεί ο Νικηφόρος Κάλλιστος, ο Λέων ο Μέγας (μετέπειτα αυτοκράτορας Λέων ο Θραξ) πηγαίνοντας ως απλός στρατιώτης στην Κωνσταντινούπολη, στη Χρυσή Πύλη συνάντησε έναν τυφλό που του ζήτησε νερό. Μια φωνή τού υπέδειξε την πηγή με το λασπώδες νερό, το οποίο όμως θεράπευσε τον άνδρα.
Όταν αργότερα έγινε αυτοκράτορας, η προφητική φωνή ζήτησε να χτιστεί μια εκκλησία δίπλα στην πηγή. Ο ναός αφιερώθηκε στην Παναγία· ιστορική καταγραφή από τη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης του 536 υπό τον Πατριάρχη Μηνά αναφέρει ότι στη συνάντηση έλαβε μέρος και ο Ζήνων, ο ηγούμενος του Οίκου της Αγίας Ενδόξου Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας εν Πηγή.
Τη δεύτερη εκδοχή για την αποκάλυψη του αγιάσματος την εξιστορεί ο ιστορικός Προκόπιος. Στις αρχές του 6ου αιώνα ο Ιουστινιανός κυνηγούσε σε ένα θαυμάσιο μέρος με πολύ πράσινο, νερά και δέντρα. Εκεί σαν όραμα είδε ένα μικρό παρεκκλήσι, πλήθος λαού και έναν ιερέα μπροστά σε μια πηγή. «Είναι η πηγή των θαυμάτων» του είπαν, και έτσι έχτισε μοναστήρι με υλικά που περίσσεψαν από την Αγια-Σοφιά. Ιστορικά η εκδοχή αυτή «ταυτίζεται» με την ανακαίνιση του ναού το 559.
Ο ναός καταστράφηκε από σεισμό και οικοδομήθηκε εκ νέου από την Ειρήνη την Αθηναία, ενώ την τρίτη φορά που έπεσε οικοδομήθηκε από τον Βασίλειο τον Μακεδόνα. Πυρπολήθηκε από τον αρχηγό των Βουλγάρων Συμεών και ανεγέρθηκε για ακόμα μια φορά από τον Ρωμανό τον Λεκαπηνό. Κατά τον 6ο αιώνα ήταν ανδρική μονή στην οποία πήγαινε ο αυτοκράτορας κάθε Πέμπτη της Αναλήψεως.
Κατά την Άλωση ο ναός καταστράφηκε και το αγίασμα καλύφθηκε, ωστόσο αργότερα επετράπη στους χριστιανούς να επανιδρύσουν ένα μικρό προσκύνημα. Το 1732 διεκδικήθηκε από τους Αρμένιους, το 1825 καταστράφηκε από τους γενίτσαρους, το 1827 βρέθηκε η εικόνα της Θεοτόκου, και το 1830 ο σουλτάνος επέτρεψε τη νέα ανοικοδόμηση του ναού, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα.
Στην αυλή της Παναγίας του Μπαλουκλί βρίσκονται οι τάφοι των Οικουμενικών Πατριαρχών. Σε ανάμνηση των εγκαινίων του ναού από τον Λεόντα, η Εκκλησία καθιέρωσε τη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής την Παρασκευή μετά το Πάσχα.