Είναι 2010, μια μέρα σαν τη σημερινή, και μια είδηση ακούγεται στα δημοσιογραφικά γραφεία. Δυστυχώς, ύστερα από λίγο επιβεβαιώνεται. Ο Μάνος Ξυδούς πέθανε ξαφνικά από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία 57 ετών, τη στιγμή που βρισκόταν στη σκηνή και έκανε πρόβα. Ο θάνατος τον βρήκε κατά τη διάρκεια μαγνητοσκόπησης εκπομπής στο κανάλι του ΣΚΑΪ, στο Νέο Φάληρο.
Μεταφέρθηκε στο Τζάνειο Νοσοκομείο, όπου οι γιατροί διαπίστωσαν το θάνατό του.
Είχε χρόνια πρόβλημα με την καρδιά του και είχε υποβληθεί έναν χρόνο πριν σε χειρουργική επέμβαση. Εκτός όμως από τους δικούς του ανθρώπους, οι υπόλοιποι έβλεπαν έναν ζωντανό άνθρωπο να κάνει αυτό που έκανε τόσα χρόνια: Να πωρώνεται με τη μουσική δημιουργία.
Μάλιστα, εκτός των άλλων, είχε δώσει μια συναυλία στην Κύπρο πέντε μέρες πριν (στις 8 Απριλίου), και ετοίμαζε τη νέα του δισκογραφική δουλειά, με τον μακάβριο (και προφητικό) τίτλο Όταν θα φύγω ένα βράδυ από ‘δώ, η οποία ολοκληρώθηκε μετά το χαμό του, από τους φίλους του.
Τα σκαλιά της κορυφής
Ο Μάνος Ξυδούς γεννήθηκε στις 15 Μαΐου 1953 στους Αγίους Αναργύρους, από πατέρα Μήλειο και μητέρα Κρητικιά. Πολλά χρόνια αργότερα, οι Άγιοι Ανάργυροι και οι γειτονικές περιοχές έμελλε να αλλάξουν την ιστορία της εγχώριας μουσικής. Προς το παρόν βρισκόμαστε στα τέλη της ταραγμένης δεκαετίας του 1960, και ο νεαρός Μάνος, αν και μαθητής, πιάνει δουλειά ως κλητήρας στην τότε Columbia, στη Ριζούπολη. Μετά την αποφοίτησή του από το σχολείο έδωσε εξετάσεις και πέρασε στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών Επιστημών, και όταν τελείωσε τη σχολή σπούδασε μάρκετινγκ.
Η μουσική όμως κυλούσε στις φλέβες του, γι’ αυτό και παράλληλα με τις σπουδές του δούλευε ως DJ στις «Καρυάτιδες» της Πλάκας.
Το οδοιπορικό του στις δισκογραφικές εταιρείες ξεκινά στην Κρήτη, όπου εργάζεται ως πωλητής. Έμεινε εκεί τρία χρόνια και απέκτησε μεγάλη εμπειρία, η οποία του έδωσε τη δυνατότητα να αντιληφθεί με ποια κριτήρια αγοράζει ο κόσμος τους δίσκους, κάτι που αποδείχτηκε μεγάλο προτέρημα όταν ασχολήθηκε αργότερα με τις παραγωγές και το μάρκετινγκ.
Ως παραγωγός προτείνει –και στην ουσία στήνει– τους αδελφούς Κατσιμίχα. Και μάλιστα το ντεμπούτο τους κυκλοφόρησε σε μια παραδοσιακή εταιρεία, τη Minos, με όλη τη συσκευασία ενός ποπ ντουέτου. Όμως ο ήχος τους μόνο ποπ δεν ήταν. Τα δυο αδέλφια έγραφαν τα τραγούδια τους από τα τέλη του ’70, ενώ το «Μια βραδιά στο Λούκι» το είχε πει ο Πάνος το 1982 στους «Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού» που διοργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις στην Κέρκυρα.
Όσο για το «Λούκι»; Ήταν ένα ημιυπόγειο θρυλικό μπαρ του Ανδρέα Μουζακίτη (ντράμερ στους «Σπυριδούλα») και του Αλέξη Γκόλφη (του ηθοποιού που υποδύθηκε τον Μανωλιό στην τηλεοπτική σειρά «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»).
Ο δίσκος πουλάει πάνω από 100.000 αντίτυπα, ο Ξυδούς γίνεται το αγαπημένο παιδί της δισκογραφίας και μπαίνει μπροστά για κυκλοφορίες καλλιτεχνών όπως ο Παύλος Σιδηρόπουλος και ο Τζίμης Πανούσης, στη σόλο περιόδό του.
Θυμάστε τη Sandrina;
Αρχές δεκαετίας του ’80, και στη χώρα μας γνωρίζουν επιτυχία ελληνικά ποπ-ροκ γκρουπ με αγγλικό στίχο. Όπως οι Sharp ties, ή οι Scraptown του Μιχάλη Ρακιντζή. Και το 1984 οι The Dreamer and The Full Moon, ένα undergound συγκρότημα, τα μέλη του οποίου (επηρεασμένοι από τους Residents) εμφανίζονταν με κουκούλες και κανείς δεν γνώριζε ποιοι ήταν. Μάλιστα εκείνη την περίοδο υπήρχε κι ένας άλλος μύθος, ότι τα μέλη του γκρουπ σπούδαζαν στην Ιταλία και δεν ήθελαν να φέρουν σε δύσκολη θέση τους γονείς τους, κι έτσι επέλεξαν να εμφανίζονται ως… κουκουλουφόροι.
Πίσω από το γκρουπ ήταν ο Μάνος Ξυδούς και ο Νίκος Πιπινέλης. Και γνωρίζουν τεράστια επιτυχία με τη «Sandrina».
Φυσικά πίσω από όλη αυτή τη μυθολογία με τις μάσκες αλλά και τη χρονική στιγμή που δημιουργήθηκε η μπάντα, αναγνωρίζει κανείς τις ικανότητες του Ξυδούς ως μάνατζερ.
Με δύναμη από το ποτάμι
Το 1989, ως στέλεχος της EMI γνωρίστηκε με τους Φίλιππο Πλιάτσικα και Μπάμπη Στόκα, που τότε προσπαθούσαν να βρουν τα πατήματά τους και έψαχναν κάποια εταιρεία που να τους εμπιστευτεί. Η ποπ κυριαρχεί, και πάνω σε κάτι τέτοιο δουλεύουν για τους δύο νεαρούς. Εντάξει, δεν τους πάνε και για New kids on the block, αλλά σε κάτι πιο λυρικό, άντε και λίγο σοφιστικέ. Ακόμα και το όνομα που τους δώσανε, Πυξ-Λαξ, δείχνει την ποπ αισθητική της εποχής.
Υπήρξε εξαρχής χημεία μεταξύ τους, και ο Μάνος Ξυδούς ανέλαβε την παραγωγή του πρώτου και του τρίτου δίσκου τους, ωστόσο, σιγά-σιγά έγινε και ο ίδιος βασικό μέλος του συγκροτήματος. Συμμετείχε στη δημιουργία των τραγουδιών γράφοντας στίχους και μουσική, και κάνοντας φωνητικά.
Και στην ουσία η δύναμη των Πυξ-Λαξ αρχίζει από το τέταρτο άλμπουμ τους και μετά. Και επειδή μιλάμε πια για τα χρόνια της εικόνας, στήνεται όλο αυτό το σκηνικό με τους πρίγκιπες της δυτικής όχθης: Μια γεωγραφική αλλά και ταξική ομάδα νέων που αρχίζουν να ορίζουν με τις μουσικές και τα ακούσματά τους τη lifestyle κατάσταση εκείνα τα χρόνια.
Μιλάμε για την νεολαία που ζούσε με ξένα προς αυτήν ακούσματα, και που ήθελε να ακουστεί και η δική της φωνή.
Ναι, όλα αυτά είναι πολύ ωραία. Αλλά μην ξεχνιόμαστε: Οι Πυξ-Λαξ ήταν πρωτίστως ένα σπουδαίο γκρουπ που κουβαλούσε τη μουσική της εποχής της. Ο Μάνος Ξυδούς ήταν στην ουσία το τρίτο μέλος τους, και πολλά από τα πιο γνωστά και δημοφιλή τραγούδια τους φέρουν τη δική του σφραγίδα, όπως τα «Πούλα με», «Εσύ εκεί», «Χωρίς ντροπή», «Μόνο για εκείνη μη μου λες», «Τι ζητάς», «Υπάρχουν χρυσόψαρα εδώ», “Η εικόνα του χειμώνα», «Δεν θα δακρύσω πια για σένα», «Ποδήλατα δίχως φρένα», «You get in love» φέρουν το στίγμα του.
Ο Μάνος Ξυδούς έζησε όλες τις στιγμές των Πυξ-Λαξ, μέχρι και τη στιγμή που η μπάντα διαλύθηκε, τον Σεπτέμβριο του 2004.
Μετά τη διάλυση των Πυξ-Λαξ, διέγραψε προσωπική πορεία στο χώρο της μουσικής και συνεργάστηκε με διάφορους καλλιτέχνες, παλιούς γνώριμους αλλά και νέους τραγουδιστές, τους οποίους πάντοτε συμβούλευε με μεγάλη γενναιοδωρία.
Και βέβαια αρωγός σε όλα αυτά υπήρξαν η σύζυγός του και οι δυο κόρες τους, Κατερίνα και Νέλλυ. Ο Ξυδούς ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα που έβρισκε διέξοδο στη δημιουργία και την ηρεμία στην οικογένειά του.
«Πιστεύω ότι το μεγαλύτερο αστέρι που μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος είναι να νιώσει την ικανοποίηση του ερωτισμού. Όλα τα υπόλοιπα είναι μια επανάληψη. Ο έρωτας είναι αυτός που ανοίγει πόρτες. Αν χαθεί ο έρωτας τελειώσαμε» – Μάνος Ξυδούς.
Σπύρος Δευτεραίος