Γουσταύος ντ’Εϊχτάλ. Με αυτό το όνομα ήταν γνωστός στην Ελλάδα του Όθωνα ο συγγραφέας Γκιστάβ ντ’Εστάλ (Gustave Seligman d’Eichthal, 1804-1886), ο Γάλλος που οραματίστηκε την ελληνική γλώσσα ως οικουμενική, και ήδη τη δεκαετία του 1830 πρότεινε την αποξήρανση της Κωπαΐδας ως μέσο για την καταπολέμηση της φτώχειας που έπληττε τη Βοιωτία (έργο που ολοκληρώθηκε έναν αιώνα αργότερα), αλλά και την κατάρτιση κτηματολογίου(!).
Το 1881, λίγα χρόνια πριν από το θάνατό του, υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του σωματείου L’Association pour l’encouragement des études grecques (Ένωση για την ενθάρρυνση των Ελληνικών Σπουδών).
Ο Γκιστάβ ντ’Εστάλ γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου 1804 στο Νανσί της Γαλλίας. Έφερε τον τίτλο του βαρόνου, όπως και ο τραπεζίτης πατέρας του Λουί ντ’Εστάλ, ιδρυτής της ομώνυμης τράπεζας του Παρισιού. Εβραίος το θρήσκευμα, μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό σε ηλικία 13 ετών.
Μετά την αποφοίτησή του από το Λύκειο μαθήτευσε κοντά στον Γάλλο θετικιστή φιλόσοφο και θεμελιωτή της Κοινωνιολογίας Ογκίστ Κοντ (1798-1857). Αυτός τον μύησε στις δοξασίες του κόμη Σεν Σιμόν (1760-1825), ενός από τους πρώτους ουτοπικούς σοσιαλιστές. Ο σενσιμονσιμός, όπως ονομάστηκε το δόγμα του, προπαγάνδιζε την πλήρη εξαφάνιση κάθε ιδιοκτησίας που δεν αποτελούσε προϊόν εργασίας, και επιζητούσε τη μετατροπή του κράτους από μέσο κυριαρχίας και διοίκησης προσώπων σε οργανωτή της παραγωγής και ρυθμιστή των πολιτικών και κοινωνικών πραγμάτων.
Πίστευε ότι η εκβιομηχάνιση, που τότε αναπτυσσόταν, θα έλυνε κάποτε όλα τα κοινωνικά προβλήματα, με την αφθονία και αύξηση των παραγόμενων αγαθών μέσω των νέων τεχνολογιών και την αύξηση του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων, εξαιτίας της αυξημένης παραγωγής.
Τον Οκτώβριο του 1833 ο ντ’Εστάλ, κυνηγημένος από τη γαλλική κυβέρνηση για τις ιδέες του, έφθασε στο Ναύπλιο κατόπιν πρόσκλησης του γαλλόφιλου Ιωάννη Κωλέττη (1773-1843), που ήταν υπουργός Εσωτερικών, με σκοπό να προσπαθήσει να οικοδομήσει μια βιομηχανική κοινωνία «με επάρκεια αγαθών, φωτισμένη από την επιστήμη, όπου η αγάπη θα εμπόδιζε τον κοινωνικό αγώνα και τον πόλεμο και όπου κυρίαρχο θα είναι το πνεύμα».
Ο ντ’Εστάλ διεκδίκησε την πατρότητα της ίδρυσης του Γραφείου Δημόσιας Οικονομίας –που στόχευε στην οικονομική και κοινωνική αναδιοργάνωση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους– ως υπηρεσίας του υπουργείου Εσωτερικών, με φιλόδοξους στόχους όπως η χαρτογράφηση της Ελλάδας, η απογραφή πληθυσμού και η σύνταξη κτηματολογίου.
Πρότεινε μάλιστα ένα σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης που στηριζόταν στον εποικισμό της Ελλάδας από ξένους κεφαλαιούχους, στους οποίους θα παραχωρούνταν μεγάλες εκτάσεις από τις εθνικές γαίες. Στο πνεύμα αυτό εντασσόταν και η αποξήρανση της λίμνης της Κωπαΐδας, την οποία πρώτος αυτός πρότεινε.
Παράλληλα με άλλους Γάλλους ομοϊδεάτες του που ζούσαν στο Ναύπλιο, όπως ο Φραγκίσκος Γκραγιάρ (1794-1853, δημιουργός του πρώτου αστυνομικού σώματος στην Ελλάδα, της Χωροφυλακής), είχαν ιδρύσει μυστικά τη Σενσιμονιστική Εταιρεία και προωθούσαν τις ιδέες της. Αυτό το πληροφορήθηκε ο αντιβασιλέας Γιόζεφ Λούντβιχ Άρμανσπεργκ, και με επιστολή του στις 19 Σεπτεμβρίου 1834 ζήτησε από τον πρωθυπουργό πλέον Κωλέττη να λάβει μέτρα κατά του νεαρού Γάλλου και των ομοϊδεατών του. Κατά βάθος ο αγγλόφιλος Άρμανσμπεργκ φοβόταν την επέλαση του γαλλικού κεφαλαίου στην Ελλάδα, αν εφαρμόζονταν οι προτάσεις του ντ’Εστάλ.
Μετά την ενηλικίωση του Όθωνα και την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Άρμανσπεργκ, ο Κωλέττης έχασε την πολιτική του δύναμη και ο προστατευόμενός του αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να επιστρέψει στη Γαλλία, το καλοκαίρι του 1835.
Τα μόλις δύο χρόνια που έζησε στην Ελλάδα ήταν αρκετά για να καθορίσουν τη σκέψη του αλλά και τη μετέπειτα δράση του.
Ένα χρόνο αφότου επέστρεψε στη Γαλλία έγραψε το βιβλίο Les Deux Mondes (Οι δύο κόσμοι), στο οποίο περιέγραφε τις αναμνήσεις του από τη διαμονή του στην Ελλάδα. Τα επόμενα χρόνια άρχισε να προπαγανδίζει την καθιέρωση της ελληνικής ως παγκόσμιας γλώσσας. Το 1864 δημοσίευσε στο Παρίσι την ολιγοσέλιδη εργασία «De l’usage pratique de la langue grecque» («Η πρακτική χρήση της ελληνικής γλώσσας»), αποτέλεσμα συνεργασίας που είχε με τον λόγιο Mάρκο Pενιέρη (1815-1897).
Παίρνοντας αποστάσεις από τους παλιούς σενσιμονιστές συντρόφους του που ήθελαν τη γαλλική ως οικουμενική γλώσσα με το επιχείρημα ότι ήταν γλώσσα με παρελθόν, με πλούσια ιστορία και ποικίλες γλωσσολογικές διαδρομές, και απαντώντας στις μεμονωμένες φωνές που ήδη είχαν αρχίσει να προβάλλουν την αγγλική ως διεθνή γλώσσα, ο ντ’Εστάλ υποστηρίζει ότι μόνο η ελληνική μπορεί να διαδραματίσει αυτόν το ρόλο.
Μέσα στις σελίδες του βιβλίου του Οι δύο κόσμοι, που μεταφράστηκε και στα ελληνικά, ο ντ’Εστάλ επιχειρούσε να ορίσει ένα σχέδιο για την προώθηση της ελληνιστικής κοινής ως γλώσσας διεθνούς επικοινωνίας, όπου η τελευταία θα λειτουργούσε παράλληλα με τις εθνικές γλώσσες του κάθε λαού. Σε αυτό το πλαίσιο, πρότεινε τη διεύρυνση της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών στα σχολεία, καθώς και την υιοθέτηση της νεοελληνικής προφοράς για την ανάγνωση των αρχαίων.
H δημοσίευση αυτή προκάλεσε συζητήσεις στη χώρα του, στην οποία ενεπλάκησαν αρκετοί μείζονες λόγιοι της εποχής, ενώ για ένα μικρό χρονικό διάστημα ξεπέρασε τα σύνορα της Γαλλίας.
Γράφει η Δέσποινα Προβατά στην εργασία της «Η ελληνική ως διεθνής γλώσσα: Μια ουτοπική πρόταση του Gustave d’Eichthal»:
«Χωρίς να διαφοροποιείται από το θεωρητικό πλαίσιο που είχε τεθεί από τους σενσιμονιστές, καθορίζει τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληροί μια γλώσσα η οποία προορίζεται για διεθνή χρήση: αυτές δεν μπορούν να περιορίζονται μόνο στο βαθμό διάδοσής της, στην πρακτική ωφέλεια, στην πολιτική και εμπορική σημασία της. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η γραμματική τελειότητα του γλωσσικού συστήματος στο οποίο ανήκει, η ευφωνία, ο λογοτεχνικός πλούτος που διαθέτει ενώ ιδιαίτερο βάρος δίδεται στον ιστορικό της ρόλο (d’Eichthal, 1887: 224)».
Ο Γκιστάβ ντ’Εστάλ πέθανε στο Παρίσι, στις 9 Απριλίου 1886. Η φίλη του Τζέιν Καρλάιλ, σύζυγος του Σκωτσέζου συγγραφέα Τόμας Καρλάιλ, τον περιέγραψε ως «μια ευγενική ψυχή, έμπιστη, αποφασιστική, και έτοιμη να πεθάνει για τα πιστεύω της». Μετά το θάνατό του, οι γιοι του δημοσίευσαν τα άρθρα του για την ελληνική γλώσσα στον τόμο Gustave d’Eichthal, La langue grecque. Mémoires et notices 1864-1884. Précédé d’une notice sur les services rendus, par M. G. d’Eichthal, à la Grèce et aux études grecques (Παρίσι, Hachette, 1887).