«Προσπάθησα να γράψω ένα γράμμα για να εκφράσω την οδύνη μου. Να το πάω όμως που; Σκέφτηκα να πάω στο μνήμα του παιδιού. αλλά δεν είμαι αντάξια να πάω…» ανέφερε με λυγμούς η μητέρα ενός εκ των 12 κατηγορουμένων για τη δολοφονική επίθεση εναντίον του Άλκη Καμπανού, καταθέτοντας ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, όπου συνεχίζεται για 19η μέρα η δίκη.
Μη μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυα της, η μάρτυρας είπε ότι δεν τολμάει να κοιτάξει στα μάτια τούς γονείς του Άλκη, ούτε φτάνει μία συγγνώμη για τον απέραντο πόνο που βιώνουν. «Όταν μπήκε ο Άλκης στο χώμα, μπήκαμε κι εμεις στο χώμα. Είναι μία καθημερινή πληγή για μας, σαν να χάσαμε και ‘μεις το παιδί μας» πρόσθεσε η ίδια μάρτυρας, μητέρα του 10ου κατηγορούμενου, που κατά το κατηγορητήριο κρατούσε δρεπάνι.
Μεταφέροντας όσα της είπε ο γιος της για τη δολοφονία του 19χρονου, η μάρτυρας κατέθεσε: «Μου είπε “μαμά δεν πλησίασα ποτέ τον Άλκη. Ανέβηκα χτύπησα τον Κ. (εκ των τραυματιών φίλων του 19χρονου). Με χτύπησαν, μού έφυγε (το δρεπάνι), έψαξα δεξιά, αριστερά δεν το βρήκα, και μετά έφυγα». Τον ρώτησε για το δρεπάνι, γιατί το πήρε «μήπως επειδή είναι μεγάλο και εντυπωσιακό;», αλλά, όπως ανέφερε δεν πήρε απάντηση.
Στη συνέχεια, κλήθηκε να αναφερθεί σε προγενέστερο επεισόδιο οπαδικής βίας στο οποίο είχε εμπλακεί ως θύμα ο 22χρονος κατηγορούμενος γιος της και το οποίο σύμφωνα με τις καταθέσεις των αστυνομικών, φέρεται να αποτέλεσε την αφορμή για την τυφλή επίθεση εναντίον του Άλκη και της παρέας του.
Όπως είπε, ο γιος της υπέστη σοβαρό τραυματισμό, κινδύνευσε να χάσει το μάτι του και αντιμετωπίστηκε τελικά χειρουργικά. «Πήγα στο σημείο της επίθεσης, προσπάθησα να μάθω τι είχε συμβεί, έκανα μήνυση. Μου είπε “μαμά μην το ψάχνεις, γιατί θα κινδυνεύσει ο Α. (φίλος του)», σημείωσε.
«Όσο είναι ο γιος μου στη φυλακή, είμαι κι εγώ εκεί»
Παίρνοντας τον λόγο η εισαγγελέας της έδρας – και με αφορμή την αναφορά της συγκεκριμένης μάρτυρας ότι με τον θάνατο του Άλκη έχασε κι αυτή το δικό της παιδί – την κάλεσε να υποδείξει ποιος είναι ο γιος της. Τότε εκείνη γύρισε και τον υπέδειξε με το χέρι της. Θέλοντας να δείξει ότι σε αντίθεση με τον Άλκη, ο δικός της γιος ζει, η εισαγγελέας είπε «δεν έχω άλλη ερώτηση».
«Δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης, εγώ τον βλέπω, τον ακουμπάω, περιμένω κάθε μέρα να τον δω. Όσο είναι το παιδί στη φυλακή, είμαι κι εγώ εκεί» ανταπάντησε.
Είχε προηγηθεί η κατάθεση μίας ακόμη μητέρας, του 5ου κατηγορούμενου, η οποία εξέφρασε την οδύνη της για τον χαμό του Άλκη. «Είμαστε συντετριμμένοι» ανέφερε, προσθέτοντας, ότι δεν μπορεί να διανοηθεί ότι το παιδί της ενεπλάκη σε ένα τέτοιο περιστατικό. Με απολογητικό ύφος συμπλήρωσε ότι «το φέρουμε βαρέως και μακάρι να είχαμε κάνει ό,τι μπορούσαμε για να αποφευχθεί η απώλεια του Άλκη».
Εξεταζόμενη από το δικαστήριο ανέτρεξε στη ζωή του παιδιού της, περιγράφοντάς τον, μεταξύ άλλων, ως δοτικό, φιλότιμο, «ένα φυσιολογικό παιδί που δεν δημιουργούσε εντάσεις». Όσον αφορά την εμπλοκή του στην δολοφονική επίθεση, όπως την μετέφερε στην ίδια ο 23χρονος γιος της (οδηγός του δεύτερου Ι.Χ. αυτοκινήτου) είπε πως δέχθηκε απλώς να τους μεταφέρει στο σημείο. «Βρέθηκα εκεί, κοιτούσα πως να φύγω. Δεν κρατούσα τίποτα, ήμουν με γυμνά χέρια» ήταν τα λόγια που της μετέφερε.
Η ίδια αποκάλυψε ότι πριν αποκαλυφθεί η εμπλοκή του 23χρονου στο φονικό επεισόδιο και παρακολουθώντας τηλεόραση από βίντεο των τριών αυτοκινήτων, ο σύζυγός της αστειευόμενος παρατήρησε ότι ένα απ’ αυτά «μοιάζει με το δικό μας», αλλά δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό τους ότι θα μπορούσε να είναι πράγματι αυτό. «Ήταν σαν κεραυνός εν αιθρία… Είχα υποστεί φρίκη, ταράχθηκα» είπε σχολιάζοντας την αντίδρασή της όταν έμαθε για την εμπλοκή του γιου της.
Η δίκη διεκόπη για την Πέμπτη και θα συνεχιστεί με την εξέταση μαρτύρων υπεράσπισης.