Τις κρίσιμες, πρώτες στιγμές της δολοφονικής επίθεσης κατά του Άλκη Καμπανού και της παρέας του, τα ξημερώματα της 1ης Φεβρουαρίου 2022, στην Χαριλάου, περιέγραψε από το βήμα του μάρτυρα ένας από τους φίλους του και μέλος της παρέας.
Ο μάρτυρας, με την εξέταση του οποίου συνεχίζεται για 17η μέρα η δίκη των 12 κατηγορούμενων στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης, αντιδρώντας με το «ένστικτο της επιβίωσης», όπως είπε, πρόλαβε και ξέφυγε, τρέχοντας όσο μακριά μπορούσε. «Άκουγα κραυγές πόνου και “βοήθεια”» ανέφερε και γι’ αυτό ειδοποίησε τους θαμώνες καταστήματος να καλέσουν ασθενοφόρο.
Σύμφωνα με την κατάθεσή του, σκοπός των κατηγορουμένων ήταν «να βρουν όσους λιγότερους Αρειανούς μπορούσαν» ώστε να υπερέχουν αριθμητικά «για να σκοτώσουν», κατέθεσε ο φίλος του Άλκη Καμπανού που ήταν παρών τη στιγμή της άγριας οπαδικής επίθεσης, κατά την οποία έχασε τη ζωή του ο 19χρονος φοιτητής και τραυματίστηκαν δύο ακόμα άτομα από την παρέα του.
Ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεων και προσπαθώντας να φέρει στο μυαλό του τις εικόνες από τη μοιραία νύχτα της 1ης Φεβρουαρίου 2022, ο 20χρονος ανέφερε αρχικά πώς κατέληξε η παρέα των πέντε φίλων στα σκαλιά της οικοδομής επί της Θ. Γαζή (νυν Αλκιβιάδη Καμπανού).
«Μαζευτήκαμε και πήγαμε στην πολυκατοικία, στα σκαλάκια. Είχε κρύο και στο σημείο υπήρχαν εσοχές. Είχαμε πάει άλλες δύο φορές εκεί», είπε, ενώ περιγράφοντας τη στιγμή που τους πλησίασαν οι δράστες, ανέφερε: «Στο ενάμισι μέτρο είδαμε περίπου δέκα άτομα μπροστά μας. Ένας ρώτησε “τι ομάδα είστε;”. Απάντησα “Άρης” και μετά όρμησαν κατά πάνω μας».
Αντιλαμβανόμενος «τι πάει να γίνει», όπως κατέθεσε, πήδηξε από το πεζούλι προς τα αριστερά και μέσω της οδού Πλαστήρα κατέβηκε προς την οδό Παπαναστασίου. «Προφανώς ένιωσα κίνδυνο και τρόμο» συνέχισε την κατάθεσή του, τονίζοντας ότι δεν μπόρεσε να διακρίνει ούτε πρόσωπα -«ήταν μαυροντυμένοι και είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους», είπε- ούτε τι κρατούσαν στα χέρια τους. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι ένα με δύο άτομα ήταν έξω από τα τρία αυτοκίνητα που χρησιμοποίησαν οι κατηγορούμενοι για να φτάσουν στο σημείο της επίθεσης.
«Ήμουν τρομοκρατημένος»
«Από το συμβάν μου έμειναν εικόνες. Τα άτομα που βρέθηκαν μπροστά μου, η στιγμή που φεύγω. Δεν έχω μία ροή γεγονότων», ανέφερε σε άλλο σημείο της κατάθεσής του ο 20χρονος μάρτυρας. Όσον αφορά στον Άλκη, επισήμανε ότι δεν μπορεί να γνωρίζει «τι πέρασε στα σκαλιά». Για τις αστυνομικές έρευνες που ξεκίνησαν άμεσα είπε ότι «στην αρχή ήμουν τρομοκρατημένος, δεν ήξερα πώς να συμπεριφερθώ. Μετά πήγαμε στο Τμήμα και ηρέμησα».
Κατά την εξέταση του 20χρονου από την υπεράσπιση και καθώς ρωτήθηκε γιατί δεν πήγε να βοηθήσει τον Άλκη και τους άλλους δύο τραυματίες, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο δίδυμος αδελφός του, αντέδρασαν οι γονείς του Άλκη. «Πόσους φόνους να κάνουν;» είπε ο πατέρας, ενώ η μητέρα ανέφερε: «τι φταίει το παιδί;».
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα, με τη διαδικασία των αναγνωστέων εγγράφων. Στη δικογραφία περιλαμβάνονται 180 έγγραφα και μεταξύ αυτών η ιατροδικαστική έκθεση, βιντεοληπτικό υλικό, εκθέσεις κατάσχεσης πειστηρίων και συλλήψεων. Εκτός από αυτά θα υποβληθούν έγγραφα από κάθε συνήγορο για λογαριασμό των εντολέων τους. Στη συνέχεια, θα ξεκινήσει η διαδικασία εξέτασης των μαρτύρων υπεράσπισης και μετά θα ακολουθήσουν οι απολογίες των κατηγορουμένων.
Απόρριψη 3 αιτημάτων της υπεράσπισης
Μετά την κατάθεση του νεαρού, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο κλήθηκε να αποφανθεί επί των αιτημάτων που είχαν υποβάλει σε προγενέστερο χρόνο οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων. Κάνοντας δεκτή την πρόταση της εισαγγελέως της έδρας, το δικαστήριο τα απέρριψε όλα.
Συγκεκριμένα, επρόκειτο για τρία αιτήματα που αφορούσαν τα εξής ζητήματα:
- να κληθούν να καταθέσουν αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Αθλητικής Βίας Θεσσαλονίκης
- να αναζητηθούν μάρτυρες από την περιοχή πέριξ του τόπου εγκλήματος και να κληθούν να καταθέσουν στο δικαστήριο
- να υποβληθεί αίτημα στην εταιρία «Viber», μέσω της οποίας άγνωστος έστειλε βίντεο (διάρκειας 15 δευτερολέπτων) από την επίθεση προς τον πρόεδρο του Α.Σ. Άρης, ώστε να γίνει άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών και να ταυτοποιηθεί ο αποστολέας αυτού του βιντεοληπτικού υλικού.
Στην απορριπτική της πρόταση και όσον αφορά το πρώτο αίτημα, η εισαγγελέας Κυριακή Κλιάμπα ανέφερε ότι οι αστυνομικοί της Αθλητικής Βίας δεν προέβησαν σε προανακριτικές πράξεις και ενέργειες, ενώ για το δεύτερο αίτημα τόνισε ότι όποιος ήθελε να μιλήσει ή ξέρει κάτι για το συμβάν θα είχε ήδη προσέλθει στις αρμόδιες διωκτικές αρχές να το πράξει.
Αναφορικά με το τρίτο αίτημα, η ίδια σημείωσε ότι το «Viber» δεν είναι πάροχος κινητής τηλεφωνίας και «τόσα χρόνια δεν έχει απαντήσει ποτέ» σε παρόμοια αιτήματα, καθώς «η πολιτική της είναι να μην δίνει στοιχεία».