Κάθε χρόνο στις 21 Μαρτίου γιορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, την οποία εμπνεύστηκε αρχικά ο ποιητής Μιχαήλ Μήτρας – την πρότασή του την κατέθεσε το φθινόπωρο του 1997 στην Εταιρεία Συγγραφέων ζητώντας να υιοθετηθεί ο εορτασμός στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες.
Στην ποντιακή διάλεκτο έχουν γραφτεί σπουδαία ποιήματα· ξεχωριστή κατηγορία είναι οι αλωτικοί θρήνοι.
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, πρόκειται για ποιήματα θρηνητικά που αναφέρονται στις αλώσεις πόλεων – όπως π.χ., «Ο θρήνος της Χάρσερας». Κυρίαρχο θέμα όμως αποτέλεσε η Άλωση της Κωνσταντινούπολης. Στους στίχους συνυπάρχουν η ιστορική αίσθηση με τη συγκίνηση του λαϊκού ποιητή.
Ο γνωστότερος αλωτικός θρήνος στην ποντιακή διάλεκτο είναι παραλλαγή (εν πολλοίς διαφοροποιημένη) του πανελλήνιου θρήνου «Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη, σημαίνουν τα επουράνια»:
Την πόλην όντας όριζεν
ο Έλλεν Κωνσταντίνος,
με δεκαπέντε σήμαντρα,
με δεκοχτώ καμπάνας,
με διάκους, με αρχιερείς,
με ψάλτας, με ποπάδας,
σημαίν’ η γη, σημαίν’ ο Θος,
σημαίν’ και τα ουράνα
σημαίν’ και η Αγιά Σοφιά,
το μέγαν μοναστήριν.
Σην έμπαν του ηλίου μου
στέκει ο βασιλέας.
Σην έβγαν του ηλίου μου
στέκει ο Πατριάρχης,
ο βασιλάς ο βασιλάς,
ο Έλλεν Κωνσταντίνος.
Ψάλλουν το «άγιος ο Θεός»
και την «Τιμιωτέραν».
Έρθεν πουλίν κι εκάθισεν
σ’ Αγιά Σοφιάς την πόρταν.
Το έναν το φτερούλ’ν αθε
σο αίμαν έν’ βαμμένον,
το άλλο το φτερούλ’ ν αθε
χαρτί βαστά γραμμένον·.
ατό κανείς ‘κι ανέγνωσεν,
κανείς ‘κι εξέρ’ ντο λέγει.
Σιτ’ αναγνώθ’, σιτα κλαίει
και δερνοκοπισκάται.
– Αλί εμάς και βάι εμάς,
οι Τούρκ’ την πόλ’ θα παίρνε,
μοιρολογούν τα εγκλησιάς,
ελλάγεν η αφεντία,
μοιρολογά κι Αγιά Σοφιά,
το μέγαν μοναστήριν.
Ο βασιλάς, ο βασιλάς
παρηγορίαν ‘κι παίρει,
επαίρεν τ’ αλαφρόν σπαθίν,
τ’ ελλενικόν κοντάριν.
Τοι Τούρκους κρούει σο σπαθίν,
τοι Τούρκους σο κοντάριν.
Τρακόσους Τούρκους έκοψεν
και δεκατρείς πασάδας,
τζακώθεν το σπαθίν ατου
κι εσκίεν το κοντάριν,
κι όνταν εκαλοτέρεσεν
απέσ’ σοι Τούρκ’ς επέμνεν,
κι όνταν εκαλοτέρεψεν
και μοναχός επέμνεν.
Κι ατοίν ατόναν έθαψαν
σε χλοερόν τουσέκιν.
Στους ποντιακούς στίχους υπάρχει η επίγνωση ότι ο βασιλέας λέγεται Κωνσταντίνος και ότι είναι Έλλεν. Μάλιστα πολεμάει ηρωικά, ενώ αντιθέτως στον πανελλήνιο θρήνο ο βασιλιάς περιγράφεται μόνο να «ψάλλει ζερβά».
Σε έναν άλλο θρήνο, ο Έλλεν Κωνσταντίνος παρουσιάζεται πάντα ηρωικός, ενώ όλα τα λάθη και οι παραλείψεις αποδίδονται στους συνεργάτες του που ήταν «φοβετσάροι» και «δίκλοποι». Ο λαϊκός ποιητής γνωρίζει επιπλέον τη δωδεκάρα, το μυστικοσυμβούλιο του αυτοκράτορα, όπως γνωρίζει και τον σερασκέρη του τον μέγα Ιωάννη (ενδεχομένως η αναφορά να είναι για τον Τζιοβάνι Τζουστινιάνι Λόγγο, τον Γενουάτη στρατιωτικό και τελευταίο υπερασπιστή της Κωνσταντινούπολης).
Στον ίδιο θρήνο «επιβεβαιώνεται» ότι η απελευθέρωση της Πόλης θα είναι το αποτέλεσμα της συνδυασμένης θείας και γήινης προσπάθειας:
Απ’ ουρανού κλειδίν έρθεν
σ’ Αγιά Σοφιάς την πόρταν.
Χρόνοι έρθαν κι εδάβανε,
καιροί έρθαν και πάγνε,
‘νεσπάλθεν το κλειδίν αθες
κι επέμνεν κλειδωμένον.
Θέλ’ απ’ ουρανού μάστοραν,
θέλ’ α σην γην εργάτεν.
Σε άλλη παραλλαγή διαφαίνεται ολοκάθαρος ο τόνος της αισιοδοξίας, ο οποίος ήταν απαραίτητος για να κάνει υπομονή ο σκλαβωμένος:
Η Ρωμανία επέρασεν,
η Ρωμανία ’πάρθεν,
η Ρωμανία κι αν πέρασεν,
ανθεί και φέρει κι άλλο.
Το ότι η Ρωμανία (τόσο η Κωνσταντινούπολη όσο και το βυζαντινό κράτος καλύπτονται απ’ αυτό το όνομα) καταλύθηκε και αλώθηκε αναφέρεται και έναν θρήνο στον οποίο υπάρχει το όνομα του Δαβίδ. Οι στίχοι μιλούν για το πουλί με το ματωμένο φτερό, το οποίο βαστά χαρτί «περιγραμμένον» –ή απλώς «γραμμένον»– και κονεύει «σοι κυρ-Δαβίδ την πόρταν» για να φέρει το τραγικό μήνυμα.
Η ζωντανή παρουσία του ονόματος του Δαβίδ, του τελευταίου αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, πάσης Λαζικής και Περατίας, αποδεικνύει για μια ακόμη φορά τη διάρκεια της ιστορικής μνήμης του ποντιακού λαού.
Η ζώσα αυτή μνήμη επικυρώνεται βέβαια και από αναφορές άλλων ονομάτων στα δημώδη άσματα του Πόντου, όπως του Γιάννε του Κιμισκή, του στρατηγού Καβασίτα, του Θεόδωρου Γαβρά.