Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Ελσίνκι, το 1999, με την οποία τα 15 κράτη-μέλη συμφώνησαν να αναγνωρισθεί η Τουρκία ως υποψήφια χώρα, το τουρκικό βαθύ κράτος άρχισε να αφυπνίζεται, αναζητώντας άλλο γεωπολιτικό προσανατολισμό. Η τουρκική στρατιωτική γραφειοκρατία θεωρούσε ότι η Τουρκία, κατά την πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και μετά την είσοδό της σ’ αυτήν, θα ήταν υποχρεωμένη να αλλάξει δομικά. Δηλαδή, δεν θα μπορούσε μέσα στο ευρωπαϊκό περιβάλλον να αρνείται τα βασικά δικαιώματα στους Κούρδους, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει με κατάρρευση το μονολιθικό εθνικιστικό κράτος που ίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ.
Επειδή, λοιπόν, η Δύση θεωρήθηκε απειλή για την επιβίωση του κράτους αυτού, το βαθύ κράτος άρχισε να αναζητεί νέο γεωπολιτικό προσανατολισμό, ο οποίος δεν θα υποχρέωνε την Τουρκία να προχωρήσει σε «επικίνδυνες» μεταρρυθμίσεις. Γι’ αυτό από τις αρχές του 21ου αιώνα, άρχισαν οι αναζητήσεις για στροφή της Τουρκίας προς την Ευρασία, ήτοι τη Ρωσία, τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, το Ιράν και την Κίνα.
Ο Ερντογάν στην αρχή ήταν επιφυλακτικός με το θέμα αυτό, όμως μετά το πραξικόπημα της 16ης Ιουλίου 2016, το οποίο «χρέωσε» κυρίως στις ΗΠΑ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει την πλάτη στη Δύση.
Καθοριστική ήταν η συνάντησή του με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, λίγες ημέρες μετά το πραξικόπημα, στις 9 Αυγούστου 2016 στην Αγία Πετρούπολη, έκανε μια αποφασιστική στροφή προς τη Ρωσία. Τότε ο Πούτιν έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό του, να θέσει σταδιακά την Τουρκία υπό την επιρροή της Ρωσίας.
Η άδεια για την εισβολή στο έδαφος της Συρίας, με την επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη», η άδεια για την δεύτερη εισβολή στο Αφρίν, με την επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας», η υπογραφή της συμφωνίας για την κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η υπογραφή του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου TurkishStream και η υπογραφή της συμφωνίας αγοράς του αντιαροπορικού-αντιπυραυλικού συστήματος S-400 ήταν ορισμένες από τις κινήσεις που έφεραν κοντά τους δύο ηγέτες και τις δύο χώρες.
Πάντως στην εμπέδωση της σχέσης Ερντογάν-Πούτιν σε προσωπικό επίπεδο, πιθανόν να έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι οι μυστικές υπηρεσίες της Ρωσίας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αποτυχία του πραξικοπήματος της 16ης Ιουλίου 2016.
Ο Ερντογάν, ένας έντονα συναισθηματικός άνθρωπος, είχε από τη μια πλευρά τις ΗΠΑ, τις οποίες θεωρούσε ως υπεύθυνες για την απόπειρα του πραξικοπήματος και από την άλλη είχε τη Ρωσία και τον Πούτιν, που τον έσωσε. Έπαιξε και αυτό το ρόλο του. Έτσι άρχισε η πλήρης συνταύτιση Ερντογάν – βαθέος κράτους, που μέχρι πριν λίγα χρόνια, με την Εργενεκόν και τη «Βαριοπούλα», ήθελε την ανατροπή του.
Έγιναν πολλά και μεσολάβησαν πολλά. Η Τουρκία ακολούθησε μια εξόχως αντιδυτική πολιτική, με ύβρεις και προσβολές κατά των ΗΠΑ, κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης συνεργασίας του αμερικανικού στρατού με τις Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας, τη ραχοκοκκαλιά των οποίων αποτελούν οι Κούρδοι του PYD/YPG, που επιτάθηκαν μετά την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35.
Έγιναν και πολλά άλλα, που έδωσαν το δικαίωμα σε αξιωματούχους και διαμορφωτές της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ να μιλούν ανοικτά ακόμα και για την αποβολή της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ.
Μετά το σεισμό παρατηρούμε μια αλλαγή πλεύσης στην Τουρκία στις σχέσεις με τις ΗΠΑ. Πρώτα είδαμε την Τουρκία να «κόβει» τη διαμετακόμιση εμπορευμάτων προς στη Ρωσία, κάτι που γινόταν κατά κόρον μετά την επιβολή κυρώσεων από ΗΠΑ και ΕΕ. Σύμφωνα με τη ρωσική οικονομική εφημερίδα Kommersant, που επικαλείται στελέχη ρωσικών εταιρειών logistics, οι τουρκικές τελωνειακές Aρχές έχουν αρχίσει να απορρίπτουν τη διαμετακόμιση εμπορευμάτων προς τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, όπου οι διασαφήσεις περιλάμβαναν τελωνειακούς κωδικούς αντικειμένων που αναφέρονται σε κατάλογο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με εμπορεύματα που υπόκεινται σε κυρώσεις.
Συγκεκρινένα ο Γιούρι Ντάβαρ, επικεφαλής του τμήματος πωλήσεων της εταιρείας Novelco, ανέφερε ότι «Οι τουρκικές τελωνειακές Aρχές άρχισαν τη νύχτα της 6ης προς 7η Μαρτίου να απορρίπτουν δηλώσεις διαμετακόμισης για εμπορεύματα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο κυρώσεων της ΕΕ και μεταφέρονται στο έδαφος της Ρωσίας και της Δημοκρατίας της Λευκορωσίας, αναφερόμενος στην κυβερνητική εντολή».
Σημειώνεται ότι η Τουρκία, αυτούς τους δώδεκα μήνες που λειτούργησε ως παρακαμπτήριος των κυρώσεων για τη Ρωσία, αναδείχθηκε ως σημαντικός κόμβος για τη μεταφορά εμπορευμάτων που υπόκεινται σε κυρώσεις στη Ρωσία αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Το επόμενο μήνυμα προς την Ουάσιγκτον το έστειλε ο πρόεδρος της Aselsan Χαλούλ Γιουργκούν, της μεγαλυτερης εταιρείας της Τουρκίας που παράγει ηλεκτρονικό αμυντικό εξοπλισμό, ο οποίος είπε ότι «πλέον με την ανάπτυξη δικών μας συστημάτων δεν χρειαζόμαστε τους S-400». Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα μπορεί να καταλήξει για πάντα στην αποθήκη ή να σταλεί κάπου αλλού, όπως απαιτούν οι ΗΠΑ.
Άλλη μια κίνηση της Τουρκίας, που δείχνει αλλαγή πλεύσης, είναι η αναβολή της τετραμερούς που ήταν να διεξαχθεί στη Μόσχα τις 15-16 Μαρτίου 2023, με τη συμμετοχή των υφυπουργών Εξωτερικών της Ρωσίας, Ιράν, Συρίας, Τουρκίας. Με την τετραμερή αυτή δεν ήταν καθόλου ευτυχής η Ουάσιγκτον!!!
Τελευταία κίνηση της Άγκυρας, ήταν η απόφαση του Ερντογάν να πει το «ναι» για την είσοδο της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. «Αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε τη διαδικασία ένταξης της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, στο Κοινοβούλιό μας», δήλωσε μετά τη συνάντηση που είχε στην Άγκυρα την Παρασκευή με τον Φινλανδό πρόεδρο Σάουλι Νιινίστο. Σε συνέντευξη Τύπου με τον Φινλανδό ομόλογό του, ο Ερντογάν δήλωσε ότι η Τουρκία θα συνεχίσει τις συζητήσεις με τη Σουηδία για θέματα που σχετίζονται με την τρομοκρατία και ότι η προσπάθεια ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ θα εξαρτηθεί άμεσα από τα μέτρα που θα ληφθούν.
Όμως, τα πραγματικά μηνύματα αλλαγής πλεύσης τα έδωσε ο Ιμπραχίμ Καλίν με την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον. Εκεί συναντήθηκε μεταξύ άλλων με το Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας του προέδρου Μπάιντεν Τζέικ Σάλιβαν και την υφυπουργό Εξωτερικών, αρμόδια για πολιτικές υποθέσεις, Βικτόρια Νούλαντ. Εκεί έγινε συζήτηση για το δούναι και λαβείν, το «αλισβερίσι» τουρκιστί, που αφορά την Κύπρο και την Ελλάδα.
Στο τραπέζι το θάψιμο του EastMed και ο αγωγός μεταφοράς μέσω Τουρκίας φυσικού αερίου από την Αν. Μεσόγειο, στο τραπέζι το Κυπριακό, στο τραπέζι η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και φυσικά η πώληση των F-16 Viper και η επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35.
Το ερώτημα είναι κατά πόσον οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να ακολουθήσουν τις ταλαντώσεις της Τουρκίας μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον, να την εμπιστευθούν και να ξεχάσουν τις ύβρεις και τις προσβολές που έχουν δεχτεί από την Τουρκία.
Πάντως ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει μετά τις εκλογές.