Έναν νέο και ιδιαίτερα πολύτιμο βοηθό έχει πλέον το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο του έργου «CultureID: Το Διαδίκτυο του Πολιτισμού: Ενσωματώνοντας Τεχνολογία RFID στο Μουσείο», που μετά από σχεδόν τρία χρόνια οδεύει προς στην ολοκλήρωσή του τους επόμενους μήνες.
Πρόκειται για ένα ανθρωπόμορφο ρομπότ, που χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για να απαντά στις απορίες των επισκεπτών, ενώ μπορεί να αναπτύξει και ολόκληρο διάλογο μαζί τους.
«Το συγκεκριμένο έργο είναι ένα από τα τέσσερα προγράμματα που υλοποιούμε, που έχουν όλα σχέση με τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Αυτό είναι ένα από τα πιο καινοτόμα προγράμματα χρησιμοποιεί τη ρομποτική τεχνολογία RFID (ραδιοσυχνότητες) και σχεδιάστηκε ειδικά για το μουσείο μας», τόνισε η αναπληρώτρια προϊσταμένη του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης Αγγελική Κουκουβού, στο πλαίσιο ημερίδας με θέμα «Ρομποτική και το Διαδίκτυο του Πολιτισμού. Όραμα ή Πραγματικότητα;» που πραγματοποιήθηκε σήμερα από το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και τις εταιρείες Trinity Systems και Kenotom.
«Αυτό το πρόγραμμα στην ουσία επιδιώκει να αναπτύξει και να προσφερθούν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης νέες τεχνολογίες που σχετίζονται με τον πολιτισμό», τονίζει ο συντονιστής και επικεφαλής του έργου δρ Αντώνης Δημητρίου.
Μιλώντας συγκεκριμένα για το ρομπότ, εξηγεί ότι προς το παρόν έχουν περάσει στη μνήμη του με κατάλληλο τρόπο πληροφορίες για τα βασικά αντικείμενα του μουσείου, έτσι ώστε, με ελεύθερο διάλογο πια, όταν έρθει ο επισκέπτης να μπορέσει να συζητήσει μαζί του.
«Το ρομπότ θα αντιληφθεί τι θα θέλει να μάθει ο επισκέπτης, ανάλογα με την τυχαία ερώτησή του, και θα του δώσει την κατάλληλη απάντηση. Οι πληροφορίες αυτές που του έχουμε περάσει, είναι καλύτερα κατανοητές για τον άνθρωπο και ο λόγος του ρομπότ είναι εκλαϊκευμένος, ώστε να καταλαβαίνει ο κάθε επισκέπτης τι του λέει», αναφέρει ο δρ Αντωνίου και σημείωσε ότι είναι δυνατόν αυτό να επεκταθεί και για κάθε έκθεμα του μουσείου.
Το ρομπότ παίζει με τα παιδιά κυνήγι θησαυρού με γρίφους
«Καθημερινά παίζει παιχνίδια μέσα στο αρχαιολογικό μουσείο με τους μαθητές που το επισκέπτονται. Πρόκειται για παιχνίδια γρίφων όπου χωρίζει τα παιδιά σε ομάδες και τους ζητάει να ανακαλύψουν διάφορες πληροφορίες μέσα στο μουσείο. Επειδή οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούν και μία φορητή συσκευή που έχουμε φτιάξει, όσο πλησιάζουν σωστά στο να βρούνε την απάντηση, αυτή χτυπάει, όπως με το ζεστό – κρύο που παίζαμε παλιά. Έτσι, όταν τη βρουν, επιστρέφουν στο ρομπότ, δίνουν την απάντησή τους και εξελίσσεται το παιχνίδι», λέει ο επικεφαλής του έργου.
Η παρουσία του ρομπότ σε συνδυασμό με τον εμψυχωτή του μουσείου στα εκπαιδευτικά του προγράμματα, έχει πολλαπλασιάσει το ενδιαφέρον των μαθητών και τους έχει δώσει ένα άλλο ενδιαφέρον, όπως σχολιάζει η Αγγελική Κουκουβού.
«Τα παιδιά δεν κάνουν μία απλή ξενάγηση, όπου κάποιος τους δείχνει απλώς τα εκθέματα και τους μιλά για αυτά. Το ρομπότ σε κάποιες συγκεκριμένες στάσεις ζητά από τους μαθητές να αναγνωρίσουν αντικείμενα ή να εντοπίσουν αντικείμενα που σχετίζονται με ένα θέμα και έτσι αναγκάζονται να τα ψάξουν, να σκεφτούν, να κάνουν ομάδες, να συνεργαστούν κι όλο αυτό αλλάζει την εκπαιδευτική διαδικασία, που γίνεται πια παιχνίδι», σημειώνει.
Νέα εμπειρία ξενάγησης και ιχνηλάτηση επισκεπτών
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα ολοκληρώνεται τον Ιούλιο και έως τότε θα έχουν ολοκληρωθεί όλες οι δοκιμές της πιλοτικής εφαρμογής του, που γίνονται ήδη. Αμέσως μετά, η εμπειρία των επισκεπτών θα αναβαθμιστεί και θα διευκολυνθεί.
«Με την είσοδο του επισκέπτη, του συστήνουμε να πάρει μία ειδική καρτέλα με την τεχνολογία RFID. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας το κινητό του τηλέφωνο -χωρίς να απαιτείται να εγκαταστήσει κάποια εφαρμογή, αφού συνδεθεί στο δωρεάν ασύρματο δίκτυό μας, θα μπορεί να έχει ξενάγηση σε 46 επιλεγμένα αντικείμενα, είτε στα Ελληνικά είτε στα αγγλικά Αγγλικά, με δυνατότητα να τη διαβάσει ή την ακούσει. Είναι μία πολύ πιο ανεπτυγμένη ξενάγηση από αυτό που δίνει η λεζάντα ή το εποπτικό που υπάρχει δίπλα στο έκθεμα», υπογραμμίζει η Αγγελική Κουκουβού.
Μάλιστα, με την κάρτα που φέρουν οι επισκέπτες κατά την παραμονή τους στο μουσείο, θα καταγράφεται η πορεία τους και οι προτιμήσεις τους, γεγονός που θα προσφέρει χρήσιμες πληροφορίες, οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση της εμπειρίας τους.
Εκτός από την ιχνηλάτηση των επισκεπτών όμως, πλέον και τα εκθέματα θα έχουν τη δική τους ψηφιακή ταυτότητα, που θα αποκαλύπτει όλες τις σχετικές μ’ αυτά πληροφορίες. Μία παρόμοια ετικέτα έχει προστεθεί σχεδόν στο σύνολο των αντικειμένων της έκθεσης και μαρτυρά τη θέση που αυτά βρίσκονται.