Είναι η κλασική ιστορία που είχε διηγηθεί ο Γιάννης Πάριος και έρχεται από τα γυμνασιακά του χρόνια. Είναι στο σπίτι ενός φίλου, όλη η παρέα, και διαβάζουν Χημεία. Ο νεαρός Γιάννης Βαρθακούρης –όπως είναι το πραγματικό του όνομα– δεν μπορεί να ησυχάσει, και όλο τραγουδάει. Είναι και η περίοδος που ζει έναν έρωτα, οπότε το γλεντάει. Οι φίλοι του βέβαια δεν συμμερίζονται τη χαρά του, και αρχίζουν να του πετάνε ό,τι βρίσκουν μπροστά τους.
Μια-δυο συμβαίνει αυτό, οπότε ο νεαρός γυρνάει όλο τσαμπουκά και τους λέει «Ρε χαρείτε τώρα που με έχετε τζάμπα, γιατί μετά από λίγα χρόνια θα πληρώνετε για να με ακούσετε». Η καζούρα συνεχίστηκε, έλα όμως που ο Γιάννης δικαιώθηκε.
Όταν δεν θέλησε να είναι «κάτω από το κράτος»
«Στην Αθήνα ήρθα για να σπουδάσω. Στο νησί μου, την Πάρο, ρώταγαν: “Τι θα γίνει ο γιος σου, κυρα-Μαρουσώ;”. “Γιατρός, δικηγόρος, παπάς…” Ο μπαμπάς μου έλεγε “κάτω απ’ το κράτος παιδί μου, να παίρνεις μισθό”. Ήθελαν να καμαρώσουν οι άνθρωποι και, τελικά, παραλίγο να τους απογοητεύσω που έγινα τραγουδιστής. Θεωρούσαν ότι είναι μια δουλειά η οποία δεν συμβάδιζε με τον χαρακτήρα μου. Κι όμως, αυτό ονειρευόμουν από παιδί, αυτό που είμαι τώρα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του.
Το τελευταίο παιδί ενός φαροφύλακα και μιας τετραπέρατης νοικοκυράς, έζησε μεν φτωχικά αλλά με πολλή αγάπη γύρω του. Και όσο και αν οι δικοί του είχαν αντιρρήσεις να ασχοληθεί με το τραγούδι, εκείνος έφυγε από την Πάρο και ήρθε στην Αθήνα για να κυνηγήσει το όνειρό του. Φυσικά δουλεύοντας.
Σαν σενάριο ταινίας
Ο τραγουδιστής συνεχίζει τη διήγησή του: «Με το τραγούδι ασχολήθηκα πολύ απλά. Ήμουν υπάλληλος τις νύχτες σε ένα ξενοδοχείο απέναντι από τη “Νεράιδα”, όπου τότε δούλευε ο Κώστας Κλάββας, ο μέγας συνθέτης και σπουδαίος ενορχηστρωτής. Έμενε στο ξενοδοχείο, και μια φορά που ήρθε να πάρει το κλειδί εγώ ήμουν πίσω από την είσοδο, δεν φαινόμουν ‒ ήμουν με μια κιθάρα, έπαιζα και τραγούδαγα. Με άκουσε, περίμενε να τελειώσω και μετά χτύπησε το κουδούνι. Όταν βγήκα, με ρωτάει “εσύ τραγούδαγες;”. Του λέω “μάλιστα”. “Το ξέρεις ότι έχεις ωραία φωνή;” “Το ξέρω”, του είπα ο θρασύτατος. “Αύριο θα σε πάρω από δω”, μου λέει, “να σε πάω κάπου”».
Το κάπου ήταν η σχολή όπου δίδασκε ο Κλάββας και άλλα μεγάλα και σπουδαία ονόματα δημιουργών της εποχής. ΕΜΕ λεγόταν, δηλαδή Ελληνική Μουσική Εταιρεία, και ήταν στη Σόλωνος. Την πρώτη μέρα στη σχολή παίζει ο Γιώργος Κατσαρός ένα τραγούδι που μόλις είχε γράψει, και λέει στους μαθητές: «Θα το παίξω δυο-τρεις φορές, και όποιος νομίζει ότι μπορεί να το πει, να σηκώσει το χέρι». Τη δεύτερη φορά, ο Γιάννης το είχε μάθει. Σηκώνει το χέρι, τον βάζει να το τραγουδήσει και του λέει: «Κάθισε, και όταν τελειώσουμε μη φύγεις, σε θέλω». Τελειώνοντας το μάθημα, λέει στον νεαρό νησιώτη: «Εσύ θα φύγεις απ’ τη σχολή, είσαι έτοιμος, δεν χρειάζεσαι μαθήματα. Την Κυριακή θα έρθεις στο σπίτι μου».
Η συνέχεια διά στόματος Γιάννη Πάριου: «Θυμάμαι, είχα τα εισιτήρια να πάω ‒έμενα με την αδερφή μου στην Αγίου Μελετίου‒, αλλά όχι για να γυρίσω, έτσι πήγα μέχρι το σπίτι του με τα πόδια. Με πέρασε από ιερά εξέταση, με έβαζε κι έλεγα τραγούδια: “Πες ένα λαϊκό, πες ένα ρεμπέτικο, πες ένα δημοτικό”. Αριστερά μου ήταν δυο άνθρωποι, καθιστοί, που ακούγανε. Αφού τελείωσα, λέει: “Να σου συστήσω τον κύριο Μάτσα και τον Πυθαγόρα“. Κάγκελο εγώ».
»Την επόμενη μέρα πήγαμε με τον Γιώργο στην ΕΜΙ, στην Κάνιγγος, με ακούει ξανά στο πιανάκι κι εκεί έγιναν και τα “βαφτίσια”. “Από πού είσαι;” “Απ’ την Πάρο”. “Πώς σε λένε;” “Βαρθακούρη”. “Δύσκολο επίθετο, πού να το πει ο άλλος; Θα το αλλάξουμε, θα το κάνουμε Παριανός”. Του λέω: “Γιάννης Παριανός υπάρχει, είναι άλλος τραγουδιστής”. Έτσι, είπαν Πάριος. Ποιος απ’ τους τρεις το είπε δεν θυμάμαι, αλλά εκεί βαφτίστηκα».
Ο «άλλος» Πάριος
Από το 1970 που μπήκε στη δισκογραφία, για τρεις δεκαετίες σχεδόν είχε ετήσια δισκογραφική παρουσία. Όμως εδώ έρχονται οι επικριτές και υποστηρίζουν το «ουκ εκ των πολλών το ευ». Και σίγουρα αυτή η ετήσια αγωνία για το σουξέ, δεν βγάζει πάντα αριστουργήματα. Κι όμως, ο Γιάννης Πάριος τόλμησε να ψαχτεί, που λένε, με τη σιγουριά του πρώτου που δεν επαναπαύεται. Και ναι, για τη δισκογραφία του 1981, τα Νησιώτικα, ένας από τους εμπορικότερους δίσκους όλων των εποχών στην Ελλάδα, ήταν ένα τόλμημα. Γιατί έβαλε το παραδοσιακό τραγούδι στα σαλόνια και το έκανε εμπορικό. Και άλλαξε την πορεία του.
Έχοντας συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους συνθέτες, τόλμησε και πήγε πιο πέρα. Όπως το 1986 έκανε album με τον Σταύρο Ξαρχάκο, αμέσως μετά δηλαδή από το αριστουργηματικό Ρεμπέτικο του μεγάλου συνθέτη.
Και βέβαια η συνεργασία του με τον Σταμάτη Σπανουδάκη. Αρχικά στη μουσική της ταινίας του Γιώργου Τσεμπερόπουλου Άντε γεια και μετά σε ολοκληρωμένο άλμπουμ – για πολλούς το καλύτερό του.
Και όταν άρχισαν να πέφτουν τα τείχη και οι ταμπέλες –αγαπημένο είδος στη χώρα μας–, ο Πάριος τραγούδησε τα πάντα. Από Τσιτσάνη μέχρι Θεοδωράκη.
Και συγγνώμη κιόλας, αλλά αν δεν το έκανε ο εμπορικότερος τραγουδιστής, με πάνω από μισό αιώνα καριέρας, ποιος θα το έκανε;
Όλα για τον έρωτα
Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε τέσσερις γιους. Ο πρώτος του γάμος ήταν με την Ντίνα Μαρκοπούλου, με την οποία απέκτησε τον Χάρη και τον Θανάση. Το ζευγάρι έμεινε μαζί για μια δεκαετία, από το 1972 έως το 1982. Μάλιστα είχε αποκαλύψει το παρακάτω: «Όταν ήταν έγκυος η πρώτη μου γυναίκα στον Χάρη, είχε φύγει ο πατέρας μου, ήμουν μικρός, 24-25, κι έμενα με τη μητέρα μου, της είπα “Μάνα θα παντρευτώ” και μου λέει “Θα πέσω από το μπαλκόνι”. “Τι να σου πω ρε μάνα, πέσε”… Μέναμε στο ισόγειο, ο δρόμος ήταν απ’ έξω, πού θα πέσεις; Της λέω “θέλεις να γεννηθεί το εγγόνι σου χωρίς πατέρα;”, κι εκεί το γύρισε: “Αλήτη, που θα αφήσεις το εγγόνι μου χωρίς πατέρα”!».
Ο δεύτερος γάμος του έγινε με τη Σοφία Αλιμπέρτη στις 24 Ιουνίου 1996. Είχε προηγηθεί ένα ειδύλλιο που έγινε πρωτοσέλιδο. Με την ηθοποιό απέκτησε άλλους δύο γιους, τον Μιχαήλ-Άγγελο και τον Νικόλα Βαρθακούρη, δηλαδή τον νεαρό εναλλακτικό δημιουργό Good Job Nicky.
Ο γάμος δεν κράτησε δεκαετία, ενώ οι έρωτές του απασχόλησαν τον κόσμο. Ξέχωρα από αυτά, τον Ιανουάριο του 2021 και ενώ το υγειονομικό σύστημα της χώρας αντιμετώπιζε προβλήματα λόγω της πανδημίας Covid-19, ο Γιάννης Πάριος προχώρησε στη δωρεά δύο κλινών ΜΕΘ στο Νοσοκομείο Μεταξά του Πειραιά, επισημαίνοντας ότι είναι ευαισθητοποιημένος σε θέματα υγείας, καθώς και η αδερφή του την ίδια περίοδο αντιμετώπιζε προβλήματα.
Αλλά και πρόσφατα, στις 10 Φεβρουαρίου, ιδιαίτερα συγκινητική ήταν η στιγμή που ο τραγουδιστής αφιέρωσε το τραγούδι του «Δώσε μου λιγάκι ουρανό» στους δύο πιλότους του μοιραίου Phantom που συνετρίβη ανοιχτά της Ανδραβίδας, εκείνη την περίοδο. Ναι, ο τραγουδιστής του έρωτα έχει ευαισθησίες. Και μπράβο του.
https://www.youtube.com/watch?v=sbb497Oxy9c
https://www.youtube.com/watch?v=tbYdG_80WZo
Σπύρος Δευτεραίος