Εν αναμονή της απόφασης για τον νέο κατώτατο μισθό, που θα ισχύσει από την 1η Απριλίου 2023, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων κρατά κλειστά τα χαρτιά της, ενόψει της επικείμενης συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου όπου ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης θα καταθέσει την εισήγησή του προκειμένου να ληφθεί απόφαση για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού των υπαλλήλων και του κατώτατου ημερομισθίου των εργατοτεχνιτών.
Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) παρέδωσε, ήδη, το σχέδιο πορίσματος διαβούλευσης.
Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία που έχουν γίνει γνωστά, για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού θα σταθμιστούν τρεις παράγοντες, που είναι οι εισηγήσεις των κοινωνικών εταίρων και των επιστημονικών φορέων, οι οποίες ελήφθησαν στο πλαίσιο της σχετικής διαβούλευσης, οι αντοχές της οικονομίας και οι ανάγκες των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.
Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά αρμόδιες πηγές του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, στόχος είναι να βρεθεί μία ισορροπημένη λύση, η οποία θα οδηγήσει σε σημαντική και δίκαιη αύξηση του κατώτατου μισθού και θα έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων, αλλά και τη διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Με τη νέα αύξηση, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, επιδιώκεται να στηριχθούν ουσιαστικά οι εργαζόμενοι και τα νοικοκυριά, που εξακολουθούν να πλήττονται από τον υψηλό πληθωρισμό, που έφερε η διεθνής ενεργειακή κρίση, χωρίς, όμως, να δοκιμάζονται οι αντοχές της οικονομίας και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Η απόφαση θα λάβει υπόψη το γεγονός ότι ο πληθωρισμός και το 2022 κινήθηκε ανοδικά, κλείνοντας το έτος με μέσο πληθωρισμό 9,6%. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο πόρισμα του ΚΕΠΕ επισημαίνεται ότι, παρόλο που, από τον Οκτώβριο του 2022, καταγράφεται αξιοσημείωτη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, «αυτός παραμένει υψηλός και οι προβλέψεις για το 2023 εκτιμούν ότι δεν θα είναι μικρότερος από 4,5%. Την ίδια στιγμή, το 2022, η ελληνική οικονομία εν πολλοίς συνέχισε να αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς».
Προτάσεις φορέων
ΓΣΕΕ: Πρόταση για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 15,8% (στα 826 ευρώ). Μεταξύ άλλων προτείνει:
- Επαναφορά του καθορισμού του κατώτατου μισθού στον θεσμό της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, καθώς ο ρόλος και η λειτουργία της ως ελάχιστου γενικού ορίου προστασίας, με καθολική εφαρμογή σε όλους τους εργαζόμενους, στο πλαίσιο διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, είναι κρίσιμης σημασίας για την αποδοχή του τελικού προσδιορισμού του ύψους του, την ενίσχυση της κοινωνικής και εργασιακής ειρήνης και, τελικά, τη συμμόρφωση των εργοδοτών, που θα επιτρέψει την αύξηση της αποτελεσματικότητας των θετικών του επιδράσεων στην οικονομία, την κοινωνία και τη δημοκρατία.
- Αποκατάσταση των προστατευτικών ρυθμίσεων του ατομικού και του συλλογικού εργατικού δικαίου.
- Επαναφορά τριετιών.
- Άρση θεσμικών και νομοθετικών εμποδίων για την αύξηση της κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας (άνω του 80% των μισθωτών).
- Ενίσχυση της Επιθεώρησης Εργασίας για αποτελεσματική αντιμετώπιση της εργοδοτικής παραβατικότητας.
- Ρύθμιση και έλεγχος των ευέλικτων και των άτυπων μορφών εργασίας για την προστασία των κατώτατων ορίων αμοιβής και εργασίας.
ΕΣΕΕ: Πρόταση για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 7%. Η ΕΣΕΕ ζητά, παράλληλα με την αύξηση του κατώτατου μισθού, επιδότηση των ασφαλιστικών εργοδοτικών εισφορών και κατάργηση επιβαρύνσεων, όπως εκείνων του τέλους επιτηδεύματος και της προκαταβολής φόρων, αλλά και την ενίσχυση του εισοδήματος των πλέον αδύναμων οικονομικά πολιτών. Σύμφωνα με την ΕΣΕΕ, κρίσιμος αναμένεται να είναι ο ρυθμός απορρόφησης των ευρωπαϊκών πόρων (π.χ. ΕΣΠΑ 2021-2027), αλλά και η έκταση της υλοποίησης των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται για το 2023 από το “Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας”.
ΣΕΒ: Πρόταση για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5%-6%, εφόσον μειωθούν οι ασφαλιστικές εισφορές κατά 0,6% και, στη συνέχεια, ακόμη 3% την περίοδο 2024-2025 και εφόσον γίνουν πρόσθετες παρεμβάσεις, όπως είναι α) ο ορθολογικός υπολογισμός του κατώτατου μισθού, συνυπολογίζοντας κοινωνικούς, οικονομικούς, αλλά και αναπτυξιακούς παράγοντες, β) η μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας (εισφορών), ώστε να προσεγγίσει τον μέσο όρο μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, γ) η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, μέσω της μείωσης της φορολογίας μισθωτής εργασίας, ώστε να αυξηθούν οι καθαρές αμοιβές, χωρίς υπέρμετρη επιβάρυνση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, δ) η ενίσχυση των εισοδημάτων μέσα από παραγωγικές επενδύσεις και η ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου και ε) η στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών για όσο παρατηρείται η πληθωριστική έξαρση στις τιμές τροφίμων, καυσίμων και ενέργειας. Επίσης, ο ΣΕΒ προτείνει την αναθεώρηση της σημερινής διαδικασίας καθορισμού του κατώτατου μισθού, αλλά όχι επιστροφή στην παλιά διαδικασία.
ΣΕΤΕ: Πρόταση για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5,5%.
Τράπεζα της Ελλάδος: Πρόταση για αύξηση του κατώτατου μισθού από 3% έως 5%.
ΙΟΒΕ: Πρόταση για αύξηση του κατώτατου μισθού από 4% έως 6%. Επιπλέον, το ΙΟΒΕ προτείνει τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, ενώ ζητά να μην αλλάξει ο μηχανισμός διαβούλευσης.
ΚΕΠΕ: Πρόταση για αύξηση του κατώτατου μισθού που να μην ξεπερνά τις αυξήσεις των συνταξιούχων (7,5%), ενώ, σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, η ελάχιστη αύξηση του κατώτατου μισθού πρέπει να ανέρχεται στο 4,5%».
- Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ/Γεωργία Μπάρλα.