Η πρώτη μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής, η Καθαρά Δευτέρα, στον Πόντο ονομαζόταν Σαχταροδευτέρα (ή Σαχτοδευτέρα) καθώς οι νοικοκυρές καθάριζαν όλα τα μαγειρικά σκεύη με σταχτόνερο ώστε να μην μαγαριστούν τα νηστίσιμα φαγητά που θα μαγείρευαν για τις επόμενες 40 μέρες.
Ειδικά την πρώτη εβδομάδα των νηστειών της Μ. Σαρακοστής –μέχρι το Σάββατο των αγίων Θεοδώρων– κατ’ έθιμον οι ανύπαντρες κοπέλες, κυρίως, τηρούσαν αυστηρότατη νηστεία την οποία αποκαλούσαν «αεθοδώρισμαν» (και θοδώρισμαν). Το τελευταίο τριήμερο της εβδομάδας, ιδιαίτερα, δεν έπιναν ούτε νερό.
Αυτό μαρτυρά και το παροιμιώδες «Εφτά χρονών μωρόν, εφτά φοράς ελιγώθεν και εφτά φοράς νερόν ’κ’ εδώκαν ατο» («Εφτά χρονών παιδάκι, εφτά φορές λιγοθύμησε, και εφτά φορές δεν του ’δωσαν να πιει νερό»).
«Αγιθοδώρισσες» λέγονταν οι κοπέλες που κρατούσαν αυστηρά αυτήν τη νηστεία για εφτά συνεχόμενα χρόνια, ώστε να καλοπαντρευτούν. Ο λόγος πίσω από αυτή την πρακτική ήταν η πεποίθηση ότι έτσι (με νηστεία και προσευχή) θα κατόρθωναν να υποτάξουν τις επιθυμίες του σώματος.
Συναφής είναι και η άλλη αντίληψη που επικρατούσε στον Πόντο, σύμφωνα με την οποία αυτός που δεν κυριαρχεί στην πείνα, χάνει τον έλεγχο του σώματός του και σε ό,τι αφορά το σεξουαλικό ένστικτο.
Έτσι, το αεθοδώρισμαν των νεαρών κοριτσιών –ιδίως των αρραβωνιασμένων– είχε την έννοια της προετοιμασίας για το μυστήριο του γάμου. Εξάλλου, επειδή υπήρχε πάντοτε το ενδεχόμενο ο σύζυγος να ξενιτευτεί, η αρραβωνιασμένη έπρεπε να συνηθίσει τη μοναχική ζωή που ενδεχομένως της επιφυλασσόταν, αν ο άντρας της έφευγε στα ξένα (Ρωσία, Πόλη κτλ.).
Ο άγιος που έδωσε το όνομά του στο έθιμο είναι ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων, η μνήμη του οποίου γιορτάζεται από την Εκκλησία δύο φορές: στις 17 Φεβρουαρίου και το Σάββατο της πρώτης εβδομάδας της Μεγάλης Σαρακοστής.
Ο δεύτερος αυτός εορτασμός καθιερώθηκε σε ανάμνηση του «θαύματος των κολλύβων».
Η εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει ότι ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, για να ατιμάσει τους χριστιανούς που νήστευαν τη Μεγάλη Σαρακοστή, διέταξε να μιάνουν τα τρόφιμα με αίμα από κρέας που είχε προσφερθεί ως θυσία σε είδωλο. Τη νύχτα, όμως, ο τότε αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Ευδόξιος είδε σε όνειρό του τον μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο, ο οποίος του αποκάλυψε τα σχέδια του Ιουλιανού και τον συμβούλεψε να βράσει σιτάρι και να το μοιράσει στους χριστιανούς.
Από τότε καθιερώθηκε να τιμάται με κόλλυβα η μνήμη του Αγίου Θεοδώρου το πρώτο Σάββατο της Μ. Σαρακοστής.