Συγκλονιστικές οικογενειακές ιστορίες αναδύονται μέσα από τα φωτογραφικά και οπτικοακουστικά ντοκουμέντα αλλά και τα αντικείμενα που εκτίθενται στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου στο Ηράκλειο, στο πλαίσιο της έκθεσης Πρόσφυγες στην Κρήτη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή που θα παραμείνει ανοιχτή για το κοινό μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου και αμέσως μετά θα ταξιδέψει σε άλλες πόλεις του νησιού.
Προϊόν του ερευνητικού προγράμματος «Πρόσφυγες και προσφυγικοί πληθυσμοί στην Κρήτη από τον Μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα» που πραγματοποιεί η Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών (ΕΚΙΜ) μέσω του Ιστορικού Μουσείου Κρήτης (ΙΜΚ) σε συνεργασία με την περιφέρεια Κρήτης και τη Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, η έκθεση γίνεται με αφορμή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την άφιξη των πρώτων προσφύγων στο νησί.
Η ιστορία των αδελφών Λήμνιου από τη Σμύρνη
Από τις πιο συγκινητικές οικογενειακές ιστορίες που έρχονται στην επιφάνεια και δείχνουν πώς οι πρόσφυγες έφτασαν στην Κρήτη, πώς επιχείρησαν να ενσωματωθούν στις τοπικές κοινωνίες και να στήσουν ξανά τη νέα τους ζωή, είναι η ιστορία των αδελφών Λήμνιου, των γιων της Ερατούς Λήμνιου, Κωνσταντίνο, Νικόλαο και Μιχαήλ που ξεκίνησαν από τη Σμύρνη το μακρύ ταξίδι της προσφυγιάς. Ανάμεσα στα δυνατά κομμάτια της ιστορίας τους, είναι η οικογενειακή τους φωτογραφία στη Σμύρνη, ίσως από τις τελευταίες που έβγαλαν όλοι μαζί. Όπως δείχνει το πιστοποιητικό του 1921 από την Ελληνική Ύπατη Αρμοστεία Σμύρνης είχε αναγνωριστεί με βεβαίωση η ελληνική υπηκοότητα. Η Μικρασιατική Καταστροφή βρήκε την οικογένεια να χωρίζεται και στο τηλεγράφημα του ενός αδελφού, του Κώστα Λήμνιου προς τον αδερφό του Νικόλαο, φαίνεται η αγωνία του να τον ενημερώσει ότι κατέφυγε ως πρόσφυγας στον Βόλο και ότι ο αδελφός τους Μιχάλης συνελήφθη από τους Τούρκους. Ο Μιχάλης δηλώθηκε αιχμάλωτος, αλλά η οικογένεια δεν έμαθε ποτέ τίποτα για την τύχη του. Η ιστορία της οικογένειας μέσα από τα ντοκουμέντα δείχνει την εγκατάστασή των δύο άλλων αδελφών στο Ηράκλειο και τη δραστηριοποίησή τους στον επιχειρηματικό χώρο, ενώ σαν συνέχεια το μαθητικό τετράδιο εκθέσεων του γιου του Κωνσταντίνου Λήμνιου, Ξενοφώντα που ως δεύτερης γενιάς πρόσφυγας, γεννήθηκε και έζησε τη ζωή του στον τόπο που βρήκε τη νέα του πατρίδα ο πατέρας του.
«Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, στην Κρήτη εγκαταστάθηκαν 33.900 πρόσφυγες. Όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, δεν αποτελούσαν ομοιογενή ομάδα, καθώς υπήρχαν σημαντικές διαφοροποιήσεις –ακόμα και σε επίπεδο γλώσσας– βάσει της περιοχής προέλευσης: Σμύρνη και δυτικά παράλια Μ. Ασίας, Πόντος, Καππαδοκία, Ανατολική Θράκη» ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Αγησίλαος Καλουτσάκης, ο οποίος πρόσθεσε ότι στην Κρήτη «εγκαταστάθηκαν τόσο στα αστικά κέντρα όσο και στην ύπαιθρο, παίρνοντας συχνά περιουσίες μουσουλμάνων κατοίκων του νησιού που είχαν αποχωρήσει βάσει της Σύμβασης Ανταλλαγής Πληθυσμών του 1923. Ακόμα και πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στις πόλεις, αποκαταστάθηκαν ως αγρότες με την παραχώρηση καλλιεργούμενων εκτάσεων γύρω από αυτές». Ως αγρότες, οι πρόσφυγες συνδέθηκαν στενά με την καλλιέργεια της σταφίδας και του καπνού, ενώ κατά τις πρώτες δεκαετίες, οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στις πόλεις, στην πλειονότητά τους, εργάστηκαν ως μισθωτοί και εργάτες.
Τα επαγγέλματα και η ενσωμάτωση
«Υπήρξαν, όμως και αρκετοί που δραστηριοποιήθηκαν στον επιχειρηματικό τομέα, ως ελεύθεροι επαγγελματίες, έμποροι και βιοτέχνες/βιομήχανοι (π.χ. εργοστάσια επεξεργασίας αγροτικών προϊόντων), βασισμένοι σε ανάλογες εμπειρίες από τον τόπο προέλευσης (π.χ. σταφιδεργοστάσιο αδελφών Κωνσταντινίδη στο Ηράκλειο)», εξήγησε. Η συμβολή των προσφύγων ήταν σημαντική στην ανάπτυξη και του αθλητισμού στο νησί, καθώς, «εκτός από τα αμιγώς προσφυγικά αθλητικά σωματεία που ίδρυσαν οι ίδιοι (π.χ. Ιωνία και Απόλλωνας στα Χανιά, Ηρόδοτος στο Ηράκλειο), συμμετείχαν ενεργά μαζί με τους ντόπιους στην ίδρυση γνωστών αθλητικών σωματείων της Κρήτης (π.χ. Εργοτέλης στο Ηράκλειο)».
Από τα πλέον συγκλονιστικά ντοκουμέντα που φέρνει στην επιφάνεια τη συμμετοχή προσφύγων στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι το τελευταίο σημείωμα που έγραψε λίγο πριν την εκτέλεσή του από τους Γερμανούς στο Ηράκλειο τον Ιούνιο του 1942, ο Νίκος Ηλιού.
«στην αγαπημένι μου γηναίκα και παιδιά. Παρή η μόνι σου προσπάθεια θα είναι να δόσεις στα παιδιά το δρόμο που τους είχα εγώ και να είσται όλη υπερίφανη που πεθένω για την πατρίδα. Σας φυλώ όλους. Νίκος Ηλιού» (διατηρείται η αρχική γραφή).
Ο κορμός της έκθεσης αναπτύσσεται σε είκοσι μεγάλες εκτυπωμένες επιφάνειες που συνδυάζουν το κείμενο με την εικόνα, την έντυπη με την ψηφιακή πληροφορία, η οποία είναι προσβάσιμη μέσω QR Codes. Η Μικρασιατική Καταστροφή, που δεν αποτελεί το κύριο θέμα της έκθεσης, βρίσκεται στην πέμπτη επιφάνεια. Προηγούνται οι ενότητες που θέτουν το πλαίσιο του ζητήματος σε χρονικό και γεωγραφικό βάθος, από την Αυτοκρατορία στο έθνος-κράτος, τις Ελληνορθόδοξες κοινότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τον 19ο μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα, τους Μουσουλμάνους της Κρήτης, τον πρώτο διωγμό (1914-1920) και την Καταστροφή.
Το κύριο θέμα «Πρόσφυγες στην Κρήτη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή» αναπτύσσεται από την έκτη ως τη δέκατη όγδοη επιφάνεια.
Η άφιξη, η περίθαλψη και η εγκατάσταση, η εργασία και η εκπαίδευση, η πολιτικοποίηση, η ώσμωση με τους Κρήτες αδελφούς, η συμβολή στον τοπικό πολιτισμό και τον αθλητισμό, στα χρόνια μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελούν τις βασικές υποενότητες, με τη συμμετοχή στον πόλεμο και την αντίσταση συνιστά την προτελευταία θεματική της Έκθεσης. Η τελευταία είναι αφιερωμένη στη σύγχρονη μνήμη, με ειδικές αναφορές στην ίδρυση και τις δράσεις συλλόγων και σωματείων. Μέσα σε προθήκες αλλά και ελεύθερα στο χώρο της έκθεσης παρουσιάζονται αυθεντικά υλικά και αρχειακά τεκμήρια που σχετίζονται με τη ζωή και τις δραστηριότητες των προσφύγων τόσο στην παλιά όσο και στη νέα πατρίδα.