Γεμάτος από κειμήλια που έφεραν πρόσφυγες από το Γκέλβερι της Καππαδοκίας είναι ο ναός που βρίσκεται στη Νέα Καρβάλη, στα ανατολικά της Καβάλας, και είναι αφιερωμένος στον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινούπολης.
Ο ναός, πιστό αντίγραφο αυτού που υπάρχει στο Γκέλβερι, μαζί με το Μουσείο Καππαδοκικού Ελληνισμού αποτελούν σημεία αναφοράς στον προσφυγικό οικισμό.
Το σημαντικότερο ιερό κειμήλιο είναι τα λείψανα του Αγίου Γρηγορίου, τα οποία διέσωσαν οι κατατρεγμένοι Έλληνες. Σύμφωνα με μαρτυρίες, στην ίδια ασημένια λάρνακα φυλάσσονται και λείψανα της μητέρας του αγίου, της Αγίας Νόνας της Ναζιανζηνής.
Η έξοδος από το Γκέλβερι
Μια από τις σημαντικότερες μαρτυρίες που έχουν διασωθεί είναι αυτή της Πολυξένης Κατραντζή, η οποία περιλαμβάνεται στην Έξοδο, στον τόμο που εκδόθηκε το 1982 από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.
Για τις τελευταίες στιγμές στο Γκέλβερι είπε:
«Κάναμε την τελευταία λειτουργία. Βάλαμε σε κάσες το λείψανο του Γρηγορίου Θεολόγου, τις εικόνες, τους πολυέλαιους και τα καντήλια των εκκλησιών. Όσα εικονίσματα ήταν παλιά, τα θάψαμε στο νεκροταφείο. Τα πράγματά μας τα φορτώσαμε σε καμήλες και τα στείλαμε στη Μερσίνα. Αύγουστος μήνας ήταν όταν βγήκαμε από το χωριό. Μπήκαμε σε αραμπάδες και τραβήξαμε κατά το Άκσεραϊ. Οι Τούρκοι του Γκέλβερι έκλαιγαν και μας παρακαλούσαν να μην φύγουμε.
»Στο δρόμο βγήκαν μπροστά στον αραμπά μας Τούρκοι από τα χωριά Περίστρεμμα, Κοτιούκ και Κιζίλκαγια και μας σταμάτησαν. Ο άντρας μου τους πουλούσε μανιφατούρα βερεσέ και μας χρωστούσαν λεφτά. Ύστερα από τον αλωνισμό ξεπλέρωναν τα χρέη τους δίνοντας καρπό. Τι να το κάνουμε όμως το στάρι, αφού φεύγαμε!
»Έβαλαν οι Τούρκοι στα στόματα των τριών παιδιών μου μπουκιές από πίτες με τυρί και μέλι και τα παρακαλούσαν: “Φάτε και πέστε χελάλ! Να χαρείτε, πέστε χελάλ”. Δεν θέλανε να έχουν βάρος στη συνείδησή τους πως έφαγαν το δίκιο των ορφανών παιδιών μου. Ορμήνεψα τα παιδιά μου να φάν’ τις μπουκιές και να πουν: “Χελάλ ολσούν” (ας γίνει χάρισμα). Σαν τ’ άκουσαν αυτό οι Τούρκοι, μας αγκάλιαζαν και μας φιλούσαν από τη χαρά τους.
»[…] Ταξιδεύαμε τέσσερις μέρες στη θάλασσα. Μια μέρα βλέπουμε ξαφνικά να βγαίνει καπνός από το αμπάρι. Είχε σκάσει το καζάνι, όπως έλεγαν. Οι γυναίκες τσίριζαν και τα παιδιά έκλαιγαν. Άλλοι έκαναν την προσευχή τους. Λέγω τότε του πατέρα μου: “Πατέρα, θα πετάξω τα παιδιά στη θάλασσα και ύστερα θα πέσω κι εγώ. Καλύτερα να πνιγούμε, να γίνουμε μάρτυρες, παρά να καούμε ζωντανοί”. Ευτυχώς κάποιος βούλωσε την τρύπα του καζανιού. Είπαμε τότε πως έκανε το θαύμα του ο Γρηγόριος Θεολόγος, γιατί είχαμε μαζί μας το λείψανό του.
»Όταν φτάσαμε στο Καραμπουρνού της Θεσσαλονίκης, μας έκαναν καραντίνα. Μείναμε κάπου δυο βδομάδες στα σύρματα […]. Απ’ εκεί μας πήγαν στην Καβάλα».
Η θεμελίωση του ναού του Αγίου Γρηγορίου
Τα πρώτα χρόνια της έλευσης τους στην Καβάλα οι πρόσφυγες κατασκεύασαν ένα παράπηγμα για εκκλησία προκειμένου να βάλουν εκεί μέσα τα λείψανα του αγίου και τα κειμήλια.
«Εν ξύλινο παράπηγμα, αρκετά ευρύχωρον, χρησιμεύει ως εκκλησία της κοινότητος. Ιεραί εικόνες θεομητορικαί και αρχαιολογικής αξίας είναι σχεδόν τελείως κατεστραμμέναι υπό της υγρασίας, των υδάτων και των χιόνων. […] Επί πλείστων των εικόνων έχει επικαθίσει τοιούτον στρώμα μούχλας ώστε αδυνατεί τις ν’ αναγνωρίση τον άγιον όστις είναι εξεικονισμένος επ’ αυτών». Αυτά έγραψε το 1928 ένας επιφανής Καρβαλιώτης και μεταφέρει μέχρι σήμερα ο ιστορικός και συγγραφέας Κυριάκος Λυκουρίνος.
Στις 15 Σεπτεμβρίου του 1929 θεμελιώθηκε η σημερινή εκκλησία.
Στην ομιλία του ο πρόεδρος του Φιλεκπαιδευτικού Συνδέσμου της Κοινότητας Ιωάννης Δοπρίδης, ανέφερε μεταξύ πολλών άλλων: «[…] Σήμερον, ακριβώς πέντε έτη από την ημέραν που εγκαταλείψαμεν ακουσίως την Μικρασιατικήν μας Καρβάλλην, με τους ιερούς βωμούς και τους τάφους των πατέρων μας, κατατίθεται ο θεμέλιος λίθος του ανεγερθησομένου νέου ιερού ναού του Γρηγορίου του Θεολόγου.
»Η σημερινή τελετή αποτελεί […] και εν ευλαβές μνημόσυνον του ήδη σκλάβου ιερού ναού μας που ευρίσκεται εκεί πέραν του Αιγαίου εις τα υψίπεδα της Κεντρώας Μικρασίας. Ο νέος ανεγερθησόμενος ναός […] θα περιλάβη τα διασωθέντα ιερά κειμήλια μετά του ιερού λειψάνου του πολιούχου μας και του σεπτού Τιμίου Σταυρού του δωρηθέντος υπό του αειμνήστου Αυτοκράτορος Θεοδοσίου του Μεγάλου και θα αποτελέσει ούτος ιερόν προσκύνημα και εν τη ελευθέρα πατρίδι […]».
Τα θυρανοίξια του ναού έγιναν περίπου 20 χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 1950.