Του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού κοντάκιο «Εις τον άσωτον υιόν» με ακροστιχίδα: «δέησις και ταύτη η Ρωμανού». Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας από τον Θεόφιλο Πουταχίδη.
Εις μνήμην Ιερομονάχου Αναστασίου εκ του Ιερού Κελλίου Τιμίου Προδρόμου – «Διονυσίου του εκ Φουρνά», Καρυών Αγίου Όρους (†26/12/2022).
Προοίμιο Ι
Τις πράξεις μου όλες τις κακές σαν φέρνω στο μυαλό μου, εκείνον της παραβολής τον άσωτο ζηλεύω,
κι όπως εκείνος, Κύριε, στα πόδια Σου προσπέφτω και Σου ζητώ συγχώρεση.
Γι’ αυτό θερμά παρακαλώ, μη με καταφρονήσεις,
ο των αιώνων Κύριος, των χρόνων ο Δεσπότης.
Προοίμιο ΙΙ
Αθάνατε, στα μυστικά μάς κάνεις το τραπέζι και όσους παραβρίσκονται πλούσια τους φιλεύεις.
Ας ήταν να μ’ αξίωνες να ’μαι προσκεκλημένος! κι ας μ’ έλιωσε τον δύσμοιρο η τόση μου ασωτία.
Κείνη την πρώτη τη στολή που ’λαμπε μες στη Χάρη,
την λέρωσα ο ταλαίπωρος, την λέκιασα με πάθη.
Κείνη την πρώτη αν γίνεται πάλι να μου δωρίσεις, ότ’ είν’ η καλοσύνη Σου απίστευτα μεγάλη,
ο των αιώνων Κύριος, των χρόνων ο Δεσπότης.
Οίκοι
α’. Ελάτε όμως να δούμε το δείπνο το εξαίσιο –χαίρεσαι να το βλέπεις–
που ετοιμάστηκε γι’ αυτόν που πριν ήτανε άσωτος, μα ήρθε στα συγκαλά του.
Γιατί ο καλός Πατέρας του –που ’ν’ ο Πατέρας αυτουνού, μα κι όλων των ανθρώπων–
είναι πολύ φιλάνθρωπος· όπως τον είδε καθαρά να ’ναι μετανιωμένος, πίσω τον καλοδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες.
Βλέποντας τη μετάνοια του, είχε χαρά μεγάλη·
και μέσα στην καλή χαρά γυρίζει στους ανθρώπους του κι αυτά τους παραγγέλνει: «Εμπρός, λοιπόν, μην κάθεστε! Γρήγορα ετοιμάστε μας το Δείπνο το Πανάγιο, το εκλεκτό το Δείπνο.
»Εμπρός, λοιπόν, πηγαίνετε! Και πού είστε; Μην ξεχάσετε! Τρώμε σφαχτό μοσχάρι,
»εκείνο που το γέννησε η αμόλυντη δαμάλα.
»Γιατί ο γιος μου που ’χαμε πρότερα για χαμένο,
»βρέθηκε κι είναι τώρα εδώ· ας ευφρανθεί η καρδιά μας!
»Νεκρός ήταν και τώρα ζει, καθώς εγώ τον δέχτηκα στη σπλαγχνική αγκαλιά μου
»ο των αιώνων Κύριος, των χρόνων ο Δεσπότης».
β’. Από ετούτη τη ζωή, εδώ και τώρα λέμε, θέλει σπουδή και προσοχή, για να παρακαθήσουμε κι εμείς σ’ αυτό το Δείπνο.
Γιατί αν αξιωθούμε γνήσια κι εμείς να νιώσουμε την ίδια μέσα μας χαρά που έχει κι ο Πατέρας,
κάτσαμε στο τραπέζι Του και φάγαμε μαζί Του- μ’ Αυτόν που υπάρχει βασιλιάς Αγγελικών ταγμάτων.
Σ’ όσους είν’ στο τραπέζι Του προσφέρει κάτι άρτους που όποιος τους τρώει τα μέσα του γεμίζουν ευτυχία.
Και τους κερνάει για ποτό τ’ άγιο εκείνο Αίμα
που θα χαρίσει σ’ όποιον πιει την τέλεια αφθαρσία και την παντοτινή ζωή που τέλος δεν θα έχει· και γύρω απ’ το τραπέζι αυτό Άγγελοι παραστέκουν.
Ας δούμε όμως με ποια σειρά καθίσαν στο τραπέζι. Πρώτος απ’ όλους φυσικά κάθισ’
Αυτός ο Κύριος που ’ν’ ο Οικοδεσπότης, και μ’ ένα νεύμα κάλεσε τους άλλους να καθίσουν.
Κι αμέσως πήγανε κοντά όλοι οι Πατριάρχες, των Αποστόλων ο Χορός,
κι ύστερα οι Προφήτες μαζί μ’ όλους τους Μάρτυρες.
Κι από κοντά ποιον έβαλε μαζί τους να καθίσει; Τον γιο Του αυτόν τον άσωτο, τον πήρε εκεί κοντά Του
ο των αιώνων Κύριος, των χρόνων ο Δεσπότης.
γ’. Άραγε, όμως, ποια είν’ αυτή η άγια τραπεζαρία; Kαι το τραπέζι που είπαμε σαν τι να συμβολίζει; Πρώτα ας ξεκαθαρίσουμε το Δείπνο τι σημαίνει
γυρνώντας στα Ευαγγέλια για να διαφωτιστούμε· κι έτσι σαν καταλάβουμε, πιότερο θα ευφρανθούμε.
Γι’ αυτό, λοιπόν, τώρα εδώ θέλω να σας θυμίσω του ασώτου την παραβολή μέσα απ’ το Ευαγγέλιο.
Ο άσωτος της παραβολής έχασε όλη τη Χάρη,
κι αφού κατασπατάλησε ό,τι είχε και δεν είχε,
γύρισε στον πατέρα του τρέχοντας πάλι πίσω με οδυρμούς και με φωνές: «Αμάρτησα, πατέρα!».
Και βλέποντάς τον, έσπευσε, Ο που τα πάντα βλέπει,
θερμά τον προϋπάντησε και τον καταφιλάει
στο πρόσωπο, στην κεφαλή που ήταν αγύριστη παλιά και πάντα ψηλωμένη, μα τώρα ήτανε σκυφτή, βαθιά ταπεινωμένη.
Γιατί είν’ Πατέρας και Θεός όσων μετανοούνε· κι ελέησε ως εύσπλαχνος
τον γιο του που ’χε φταίξει
ο των αιώνων Κύριος, των χρόνων ο Δεσπότης.
δ’. Βλέπει τότε τα ενδύματα που φόραε το παιδί Του· κοιτάει, βλέπει, τι να δει;
λερά και γαριασμένα· και το καταλυπήθηκε Των όλων ο Σωτήρας.
Κι αμέσως δίνει εντολή προς το προσωπικό του, που ήταν πάντοτε κοντά και τον υπηρετούσε:
«Δώστε του αμέσως να ντυθεί, βρείτε για το παιδί μου μια φορεσιά αφόρετη, ενδύματα καινούργια,
»εκείνα τα βαφτιστικά που υφαίνει η κολυμβήθρα,
»απ’ όσα της δίνει υλικά του Πνεύματός μου η Χάρη· ντύστε τον, μην αργείτε!
»Γιά θυμηθείτε κάποτε πώς ήτανε ντυμένος
»πριν τον γυμνώσει ο εχθρός για να τον διαπομπεύσει
»μπροστά σ’ όλους τους δαίμονες· κι έτσι γυμνός δεχότανε σαΐτες φθόνου ο δόλιος,
»αυτός που εγώ τον όρισα στη γη να βασιλεύει
»και που γι’ αυτόν επροίκισα με τόσα κι άλλα τόσα τον Κόσμο που εγώ έφτιαξα απ’ το μηδέν κι υπάρχει,
»ο των αιώνων Κύριος, των χρόνων ο Δεσπότης.