Σε μέρος του κόσμου της πανεπιστημιακής κοινότητας, του διπλωματικού σώματος αλλά και του πολιτικού κόσμου στην Ελλάδα, όσον αφορά τα δικαιώματα της Ελλάδας στις θαλάσσιες ζώνες, επικρατούν οι εξής απόψεις:
Πρώτον, η Ελλάδα ευνοείται από τη γεωγραφία και με βάση τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου διεκδικεί θαλάσσιες περιοχές τετραπλάσιες της χερσαίας έκτασής της. Αυτή η επισήμανση που κάνουν όταν επιχειρηματολογούν για το θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών, έχει ενοχική χροιά και τονίζεται περίπου ως υποχρέωση της Ελλάδας να υποχωρεί και να διεκδικεί μικρότερο εύρος από αυτό της μέσης γραμμής έναντι των χωρών που αντίκεινται στις θάλασσές της, όταν τίθεται το ζήτημα τής μεταξύ τους οριοθέτησης.
Δεύτερον, παρουσιάζεται η θεωρία της διαπραγμάτευσης με τέτοιον τρόπο, που δικαιολογείται η όποια υποχώρηση κάνει η Ελλάδα στις συμφωνίες οριοθέτησης με τις γειτονικές της χώρες. Συγκεκριμένα, τίθεται ως θεωρητικό υπόβαθρο της διαπραγμάτευσης το δούναι και λαβείν, με το σκεπτικό ότι όταν διαπραγματεύεσαι με κάποιον, κάτι δίνεις και κάτι παίρνεις.
Με βάση αυτό το σκεπτικό, η Ελλάδα, όταν οριοθέτησε με την Ιταλία, με βάση στοιχεία του κ. Άγγελου Συρίγου, δέχτηκε μειωμένη επήρεια σε τρεις περιοχές της οριοθετικής γραμμής. Συγκεκριμένα μειωμένη επήρεια έχουμε:
Πρώτον, στην περιοχή των Στροφάδων (σημείο 16) όπου το όριο έχει μετατοπισθεί εις βάρος της Ελλάδος κατά 2,75 ναυτικά μίλια (3,7 χλμ). Δεύτερον, στην περιοχή των Οθωνών (σημείο 1) όπου το όριο βρίσκεται κατά 1,4 ν.μίλια (2.600 μέτρα) πιο κοντά στους Οθωνούς.
Όμως μειωμένη επήρεια δέχτηκε και η Ιταλία στα σημεία 7 και 8, όπου το όριο έχει μετατοπισθεί εις βάρος της Ιταλίας στην Καλαβρία από 0,5 ν. μίλια (900 μέτρα) έως 2,8 ν. μίλια (5.200 μέτρα) και υπέρ της Κεφαλονιάς. Δηλαδή ένα νησί (η Κεφαλονιά) εμφανίζεται να έχει περισσότερη θαλάσσια έκταση εν συγκρίσει προς μία ηπειρωτική ακτή! Κατ’ ουσίαν, οι εκατέρωθεν απώλειες Ελλάδος και Ιταλίας σχεδόν ισοφαρίζονται στο σύνολο της οριοθετικής γραμμής.
Όσον αφορά στην περίπτωση της οριοθέτησης, όντως, εδώ υπάρχει δούναι και λαβείν.
Όσον αφορά την αλιεία, στην ΑΟΖ, δεν έχει δικαιώματα αλιείας καμία άλλη χώρα. Η Ιταλία επικαλέστηκε εθιμικά δικαιώματα και κατάφερε όχι μόνο να διατηρήσουν οι Ιταλοί αλιείς να ψαρεύουν στην ελληνική ΑΟΖ, αλλά να ψαρεύουν και μέσα στα χωρικά ύδατα της Ελλάδας μεταξύ 6 και 12 ναυτικών μιλίων, όταν η Ελλάδα θα αποφάσιζε την επέκτασή τους.
Με βάση αυτό είχαμε γνωστοποίηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την οποία τα δύο κράτη ζητούν τη μελλοντική τροποποίηση του κανονισμού περί κοινής αλιευτικής πολιτικής ώστε, όταν η Ελλάδα αποφασίσει να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της έως τα 12 ν.μ., να διατηρηθεί η υπάρχουσα αλιευτική δραστηριότητα των Ιταλών αλιέων στην περιοχή μεταξύ 6-12 ν.μ., η οποία τότε ήταν διεθνή ύδατα. Επισημαίνεται ιδιαίτερα η αυτονόητη σημασία της αναφοράς στην Κοινή Γνωστοποίηση του δικαιώματος επέκτασης παντού της αιγιαλίτιδας ζώνης μας.
Σημειώνεται ότι τα υπάρχοντα δικαιώματα των Ιταλών αλιέων περιγράφονται με σαφήνεια αλλά πλέον περιοριστικά, τόσο ως προς τον αριθμό των σκαφών όσο και ως προς τα είδη που δύνανται να αλιεύσουν και εξαιρούνται τα είδη που αλιεύουν οι Έλληνες αλιείς.
Στην προκειμένη περίπτωση, για να πούμε ότι τηρήθηκε το δούναι και λαβείν, θα έπρεπε η Ιταλία να αναγνωρίσει αντιστοίχως τα ίδια δικαιώματα στους Έλληνες αλιείς. Αντ’ αυτού, υπήρχε η αναφορά στο δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα παντού στα 12νμ, κάτι που είναι και αυτονόητο και αποκλειστικό –αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας.
Πάντως γενικώς πρέπει να τονιστεί ότι η αναγνώριση από πλευράς της Ιταλίας πλήρους δικαιώματος των νησιών σε ΑΟΖ, παρότι αυτό προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο, είναι ένα λαβείν για την Ελλάδα.
Επίσης, η γραμμή αναμονής της οριοθέτησης στο βόρειο σημείο, έστω και με ελαφρώς μειωμένη επήρεια των Οθωνών, αποτελεί προηγούμενο για την οριοθέτηση με την Αλβανία και πάντως κονιορτοποιεί το επιχείρημα της Τουρκίας ότι τα νησιά δεν δικαιούνται καθόλου ΑΟΖ. Όσον αφορά στη γραμμή αναμονής στο νότιο σημείο, αυτό σε μεγάλο βαθμό υποχρεώνει την Λιβύη να αποδεχτεί την επήρεια που έχει αποδεχτεί και η Ιταλία. Αυτά για τη συμφωνία οριοθέτησης με την Ιταλία, όπου κυρίως το δούναι μεταξύ 6 και 12νμ, είναι κάτι που παραβιάζει σκληρή εθνική κυριαρχία και πρέπει να τονιστεί.
Στη συμφωνία με την Αίγυπτο, τα πράγματα είναι πιο δυσάρεστα. Η αιγυπτιακή πλευρά, εκμεταλλευόμενη εξαιρετικά δυσχερή θέση που περιέπεσε η Ελλάδα, με την υπογραφή του παράνομου τουρκολυβικού μνημονίου, το οποίο θα μπορούσε να αποτρέψει αν οριοθετούσε πρώτη ΑΟΖ με την Κύπρο, έχουμε μόνο δούναι και ου λαβείν.
Η Αίγυπτος μας «έκανε τη χάρη» να υπογράψει συμφωνία μερικής οριοθέτησης, κόβοντας τη Ρόδο στη μέση, ενώ αναγνώρισε μειωμένη επήρεια στην Κρήτη, το μεγαλύτερο νησί της Ελλάδος.
Όσον αφορά τη μερική οριοθέτηση, έδωσε ξεκάθαρο μήνυμα στην Τουρκία ότι δεν αναγνωρίζει πλήρη επήρεια στη σύμπλεγμα Καστελορίζου, άρα δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα στην Κύπρο και την Ελλάδα να οριοθετήσουν μεταξύ τους ΑΟΖ.
Όσον αφορά την επήρεια 55-45 στην Κρήτη υπέρ της Αιγύπτου, ενέγραψαν ένα προηγούμενο που θα επικαλεστεί η Τουρκία, για την επήρεια μικρότερων νησιών.
Εδώ λοιπόν έχουμε μόνο δούναι προς την Αίγυπτο και ου λαβείν. Η επιχειρηματολογία ότι η Ελλάδα, με τη συμφωνία αυτή κατάφερε ένα πλήγμα στο τουρκολυβικό μνημόνιο, άρα είναι λαβείν, εξουδετερώνεται ως εξής:
- Πρώτον η Ελλάδα θα μπορούσε να εμποδίσει την υπογραφή ενός τέτοιου μνημονίου οριοθετώντας με την Κύπρο, χωρίς να χρειαστεί να δώσει, ίσα ίσα, θα κέρδιζε πολλά.
- Δεύτερον, το γεγονός ότι η Αίγυπτος δέχτηκε να υπογράψει τη συμφωνία με την Ελλάδα, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως δούναι για το Κάιρο, γιατί οι Αιγύπτιοι δεν έχασαν τίποτα υπογράφοντας, δεν έδωσαν δηλαδή. Ίσα ίσα, κέρδισαν ένα πλήγμα στο τουρκολυβικό μνημόνιο, το οποίο ενοχλεί και το Κάιρο, αν και όχι τόσο όσο την Αθήνα.
Ας ελπίσουμε ότι η ελληνική διπλωματική, τεχνοκρατική και πολιτική γραφειοκρατεία να φροντίσει να απαλλαγεί από τα ενοχικά σύνδρομα της «εύνοιας της γεωγραφίας στην Ελλάδα» και το σύνδρομο του δούναι και ου λαβείν, στις διαπραγματεύσεις οριοθέτησης με την Αλβανία, τις οποίες ήδη κανοναρχεί από το παρασκήνιο η Άγκυρα.