Ένα πρωτοποριακό πρόγραμμα που θα εξοικονομήσει χρόνο και χρήμα στους ασθενείς με καρκίνο, το «Οίκοθεν», αναμένεται να αρχίσει πιλοτικά τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο από το Νοσοκομείο «Άγιος Σάββας», και σταδιακά, έως το 2025, να επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα.
Για το «Οίκοθεν», που έχει εγκριθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης, επιχορηγείται με 14 εκατομμύρια ευρώ και αφορά ογκολογικές θεραπείες στο σπίτι, μίλησε στο Πρακτορείο FM και στην εκπομπή της Τάνιας Η. Μαντούβαλου «104,9 MYΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» ο παθολόγος-ογκολόγος, επιμελητής Α’, στο ΓΑΟΝΑ «ο Άγιος Σάββας» και επιστημονικά υπεύθυνος του προγράμματος, Μιχάλης Νικολάου.
Τα τρία στάδια του προγράμματος «Οίκοθεν»
Το πρωτοποριακό πρόγραμμα θα υλοποιηθεί σε τρία στάδια: το «Οίκοθεν 1», το «Οίκοθεν 2» και το «Οίκοθεν 3». Σημεία αναφοράς θα είναι τα ογκολογικά νοσοκομεία «Άγιος Σάββας», «Μεταξά» και «Άγιοι Ανάργυροι» στην Αττική, «Θεαγένειο» στη Θεσσαλονίκη και όλα τα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία της χώρας, καθώς και Νοσοκομεία που έχουν μεγάλες ογκολογικές κλινικές, τα οποία θα έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόσουν το «Οίκοθεν».
«Το Οίκοθεν 1 αφορά τους ασθενείς στην Αττική της Α’ Παθολογικής κλινικής, στην οποία είμαι μέλος και είναι ο πιλότος, ο οποίος θα μας βοηθήσει να κάνουμε μικρές τροποποιήσεις ενδεχομένως, που σχεδιαστικά στο χαρτί μπορεί να μας έχουν ξεφύγει. Ο σχεδιασμός μας είναι για ένα έτος, έτσι ώστε να εμπεριστατωθεί όλη η εμπειρία για να πάμε στο Οίκοθεν 2 που θα αφορά όλο το Νοσοκομείο και τις δύο παθολογικές ογκολογικές κλινικές. Μιλάμε για 640 ασθενείς το χρόνο, πάλι στην Αττική και πάλι για ένα έτος. Το Οίκοθεν 3, στη συνέχεια που υπολογίζουμε να ξεκινήσει το 2025, είναι μία παγκόσμια πρωτοτυπία, και αφορά στον εθνικό σχεδιασμό. Δηλαδή πώς όλη η χώρα θα μπορούσε να παράσχει υπηρεσίες στο σπίτι», τόνισε ο Μιχάλης Νικολάου.
Ανοσοθεραπείες και βιολογικοί παράγοντες θα γίνονται εκτός Νοσοκομείου, μετά την τρίτη φορά
Οι θεραπείες που θα γίνονται στο σπίτι θα είναι ανοσοθεραπείες και βιολογικοί παράγοντες και όχι χημειοθεραπείες, που έχουν ιδιαίτερες παρενέργειες, και γίνονται αποκλειστικά στο νοσοκομείο, εξήγησε, για να επισημάνει στη συνέχεια ότι «οι πρώτες τρεις φορές αυτών των θεραπειών που έχουμε σχεδιάσει να βγάλουμε εκτός νοσοκομείου, θα γίνονται στο νοσοκομείο, γιατί θέλουμε να προλάβουμε τυχόν ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Παραδείγματος χάρη την πρώτη φορά της εγχύσεως, ο ασθενής έρχεται σε επαφή με το φάρμακο. Τη δεύτερη φορά, έχει ενεργοποιηθεί ένας μηχανισμός, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει αλλεργία. Αν εμείς δώσουμε τη δυνατότητα στους ασθενείς τις τρεις πρώτες φορές να λάβουν τις θεραπείες αυτές στο νοσοκομείο, τις επόμενες φορές έχουν μηδενική σχεδόν πιθανότητα να εμφανίσουν κάποια παρενέργεια».
Κριτήρια ένταξης στο πρόγραμμα
Απαραίτητη προϋπόθεση για τον ασθενή είναι να έχει ΑΜΚΑ για να μπορούν να χρεωθούν τα φάρμακα.
«Το βασικό κριτήριο ένταξης είναι ο ασθενής να είναι επιλέξιμος, έτσι ώστε να μπορεί να πάρει τα συγκεκριμένα φάρμακα, τις ανοσοθεραπείες και τους βιολογικούς παράγοντες, που είναι δύο πολύ βασικές κατηγορίες στην ογκολογία. Για να μπορεί κάποιος να ενταχθεί στο πρόγραμμα δεν θα πρέπει αυτές οι δύο θεραπείες να εμπλέκονται με τη χημειοθεραπεία. Επίσης υπάρχουν κριτήρια για το επίπεδο συνεννόησης και συνεργασίας με τον ασθενή, καθώς επίσης και κριτήρια για το σπίτι του ασθενούς, έτσι ώστε να διευκολύνεται η προσβασιμότητα των φαρμάκων και του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Άρα έχουμε βάλει κριτήρια για τη νόσο, τον ασθενή, και για το σπίτι του ασθενή».
Σημαντική μείωση στις αναμονές και εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος
Μεσομακροπρόθεσμα θα εξοικονομήσουμε σύμφωνα με μελέτη που έχουμε εκπονήσει, ένα 30% των χώρων που σήμερα δεσμεύονται για θεραπείες στο νοσοκομείο. Κάτι που θα έχει μεγάλο όφελος στον ασθενή, ο οποίος θα αποκτήσει καλύτερη προσβασιμότητα στο νοσοκομείο, χωρίς να περιμένει μεγάλο χρονικό διάστημα για να ξεκινήσει τη θεραπεία του, τονίζει ο διακεκριμένος ογκολόγος.
«Αν αποδεσμεύσουμε νέες θέσεις, ο χρόνος αυτός θα ελαττωθεί έως και θα μηδενιστεί σε κάποιες περιπτώσεις. Άρα θα είμαστε πολύ πιο γρήγοροι και άμεσοι στις ανάγκες του ασθενούς. Ο ασθενής θα έχει ποιοτική θεραπεία σε οικείο και φιλικό περιβάλλον, ενώ θα μπορέσει να κάνει μεγαλύτερη οικονομία, καθώς με τη θεραπεία στο σπίτι, σύμφωνα με την μελέτη μας, εξοικονομούνται 560 ευρώ το χρόνο για κάθε ασθενή και περί τις 200 ώρες που είναι χαμένες, τόσο για τον ίδιο όσο και για το φροντιστή του».