Οι πρωτοπόρες για την εποχή τοιχογραφίες του είναι πόλος έλξης για επισκέπτες από όλο τον κόσμο, καθώς εδώ και 700 χρόνια εξιστορούν γεγονότα, γίνονται αφηγηματικές και προδίδουν τα συναισθήματα των καλλιτεχνών που τις δημιούργησαν. Ο ναός του Αγίου Νικολάου του Ορφανού στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης –σύμφωνα με τους ειδικούς που τον έχουν μελετήσει– «αντικατοπτρίζει με σπάνιες τοιχογραφίες τη βυζαντινή τέχνη έκφρασης της Μακεδονικής σχολής, για τη σχέση της Αιωνιότητας με το Θείο και το Ανθρώπινο». Τα χρώματά τους είναι βασισμένα στο βαθύ πορφυρό, το λευκό, το μαύρο, το έντονο πράσινο, το ουράνιο κυανό, την ώχρα και το φωτεινό χρυσό.
Εναπομείναν καθολικό βυζαντινής μονής, συγκαταλέγεται επάξια στα δεκαπέντε παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης, ενταγμένα στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Πολλοί από τους εκατοντάδες Θεσσαλονικείς που θα ανηφορίσουν αύριο, Τρίτη, για να λειτουργηθούν στον Αϊ-Νικόλα τον Ορφανό (η μνήμη του οποίου τιμάται από την Εκκλησία στις 6 Δεκεμβρίου), κοντά στα ανατολικά τείχη της Άνω Πόλης, συνήθως δεν γνωρίζουν πολλά από τα στοιχεία που τον κάνουν τόσο ξεχωριστό σε σχέση με τους υπόλοιπους ναούς της πόλης.
Οι σπάνιες αγιογραφίες, η Μακεδονική σχολή και ο Μανουήλ Πανσέληνος
«Ο ναός χτίστηκε περίπου το 1310-1320 μ.Χ., και λίγο αργότερα έγιναν οι τοιχογραφίες, οι οποίες αποκαλύφθηκαν τυχαία τη δεκαετία του ’50, καθώς ήταν από πάνω σοβατισμένες –προφανώς από τους Τούρκους–, αν και όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας ο ναός λειτουργούσε και δεν μετατράπηκε ποτέ σε τζαμί», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αρχαιοφύλακας Γιώργος Πυρετζίδης.
«Βάσει των ιστορικών στοιχείων, οι τοιχογραφίες φέρονται να έγιναν από ζωγράφους της Μακεδονικής σχολής. Σίγουρα δεν είναι του Μανουήλ Πανσέληνου, αλλά και πάλι δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι. Δεν ξέρουμε ποιος μπορεί να είναι ο πρώτος αγιογράφος με την ομάδα του, ωστόσο σε αφηγηματική τοιχογραφία μέσα στο ιερό του ναού φαίνεται ο άγνωστος δημιουργός των τοιχογραφιών», πρόσθεσε.
«Στη δεξιά γωνία, στο ιερό του ναού, απεικονίζεται η Γέννηση του Χριστού και το Προσκύνημα των Μάγων στην Παναγία», εξηγεί.
«Στη συγκεκριμένη απεικόνιση εμφανίζεται μια μορφή ντυμένη στα λευκά, δίπλα στα άλογα. Αυτή η αγιογραφία μπορεί να είναι και η πρώτη στο ναό. Σύμφωνα με την παράδοση, υπήρχε μια συνήθεια, την οποία ακολούθησαν και οι Δυτικοί στις αγιογραφίες: να βάζει δηλαδή ο καλλιτέχνης το πρόσωπό του, ή τη μορφή του, σε ένα σημείο της αγιογραφίας, σε μια απεικόνιση, όπου γνωρίζουμε ότι το χωρίο έχει συγκεκριμένα πρόσωπα. Οπότε εδώ βλέπουμε ένα επιπλέον πρόσωπο, το οποίο δεν συνάδει με την αναπαράσταση και έτσι συμπεραίνεται ότι αυτός πρέπει να είναι ο καλλιτέχνης. Στη συγκεκριμένη απεικόνιση φαίνονται οι μάγοι και η Παναγία, ενώ το πρόσωπο στα λευκά φαίνεται να παρακολουθεί από απόσταση. Εδώ αυτό εμφανίζεται πρώτη φορά», εξήγησε ο Γ. Πυρετζίδης.
Η τεχνική τού «φρέσκο», έναν αιώνα πριν από τους Δυτικούς
Τοιχογραφίες φαίνεται ότι υπήρχαν σε όλο το ναό, αλλά σε πολλά σημεία καταστράφηκαν, για άγνωστους μέχρι σήμερα λόγους. Το σίγουρο είναι πως όλες αυτές που σώθηκαν, έγιναν με την τεχνική του «φρέσκο».
«Οι τοιχογραφίες είναι σε τεχνική “φρέσκο”, που σημαίνει ότι ζωγραφίστηκαν κομμάτι-κομμάτι πάνω σε φρέσκο σοβά πριν ακόμη αυτός στεγνώσει, έτσι ώστε τα χρώματα να τα “ρουφήξει” μέσα ο σοβάς και να παραμείνουν στους αιώνες. Με αυτή την τεχνική δεν μπορούν τα χρώματα να ξεφλουδιστούν». Σύμφωνα με τον Γ. Πυρετζίδη, την ίδια τακτική ακολούθησαν ένα αιώνα αργότερα και οι Δυτικοί στις τοιχογραφίες τους.
Οι αναπαραστάσεις αποκαλύπτουν ότι από εκείνη τη χρονική περίοδο και μετά άρχισε το λεγόμενο «βάθος στις τοιχογραφίες», καθώς μπαίνει η τρίτη διάσταση και η αναπαράσταση γίνεται πιο αφηγηματική. Αποτυπώνονται γεγονότα της Καινής Διαθήκης, τα θαύματα του Χριστού, η Γέννησή του, η Μεγάλη Εβδομάδα, βίοι αγίων, αλλά και φυσιογνωμίες αγγέλων και λιγότερο γνωστών αγίων.
Στο νάρθηκα, οι κτήτορες του ναού επέλεξαν να παρουσιάζεται ο βίος του Αγίου Νικολάου. Η γέννηση, η χειροτονία, τα θαύματα, αλλά και ο θάνατός του.
Στον ίδιο χώρο, στην πίσω πλευρά, συναντάμε αγίους που δεν είναι ευρέως γνωστοί, όπως ο άγιος Εφραίμ ή ο άγιος Σάββας. Όλες οι τοιχογραφίες των αγίων ξεκινούν σε ύψος από το μέτρο και πάνω, για να «στέκονται» οι άγιοι πιο ψηλά από τον κόσμο που είναι μέσα στο ναό. Στο κάτω μέρος προς το δάπεδο υπάρχει αγιογράφηση από διάφορα μοτίβα.
Στη δεξιά πλευρά του ναού απεικονίζονται πολλά από τα θαύματα του Χριστού, μεταξύ αυτών το θαύμα με τον ανάπηρο, η συνάντηση με τη Σαμαρείτιδα, ο γάμος στην Κανά, όλα με συνέχεια και συνέπεια στη θρησκευτική παράδοση.
Ο Άγιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης
«Στον ίδιο χώρο συναντάμε μια τοιχογραφία παράταιρη με το χώρο, την οποία προφανώς ο αγιογράφος έκανε κατά παραγγελία. Απεικονίζει τη ζωή του Αγίου Γεράσιμου του Ιορδανίτη στην έρημο της Ιορδανίας, και το λιοντάρι που έφερε πίσω τα ζωντανά του. Σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση, το λιοντάρι είχε πατήσει ένα αγκάθι και ο άγιος το βοήθησε και το γλίτωσε από τον πόνο. Τότε το λιοντάρι από ευγνωμοσύνη έμεινε μαζί του. Όμως μετά από λίγο καιρό τα άλογα και τα άλλα ζωντανά που είχε ο άγιος χάθηκαν από κοντά του, οδηγώντας τον άγιο στη σκέψη πως τα έφαγε το λιοντάρι.
»Στην τοιχογραφία εμφανίζεται το λιοντάρι να βρίσκει τους κλέφτες και να επιστρέφει πίσω τα άλογα του αγίου», εξιστορεί ο Γ. Πυρετζίδης.
Δίπλα και αριστερά απεικονίζεται ο φλεγόμενος βάτος και στην πλευρά του να ανεβαίνει ο Μωυσής για να πάρει από τον άγγελο τις Δέκα Εντολές. Στην αριστερή πλευρά τού κυρίως χώρου απεικονίζεται ο Χριστός σε νεαρή ηλικία, αγένειος στο ναό του Σολομώντα, να διδάσκει σε ηλικία 12 ετών. «Είναι από τις πιο σπάνιες τοιχογραφίες που υπάρχουν με τον Ιησού σε αυτή την ηλικία», σημείωσε ο αρχαιοφύλακας.
Στο κυρίως μέρος του ναού είναι ο άγιος Δημήτριος, οι στρατηγοί άγιοι, οι άγιοι Θεόδωροι, ο άγιος Αρτέμιος και ο άγιος Γεώργιος. Πάνω απεικονίζεται η Κοίμηση της Θεοτόκου, και η Παναγία να κρατά το Θείο Βρέφος. Ψηλά και περιμετρικά στο εσωτερικό τού κυρίως ναού αναπαρίσταται όλη η Μεγάλη Εβδομάδα, η είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα, ο Μυστικός Δείπνος, ο Νιπτήρας που πλένει ο Κύριος τα πόδια των μαθητών του, ο Πόντιος Πιλάτος, η Σταύρωση και η Ανάσταση.
Αριστερά, έξω από το κυρίως μέρος, αναπαριστώνται οι αγίες Αικατερίνη και η Ειρήνη με αμφίεση βασιλική. Πρόκειται για μια πολύ ιδιαίτερη απεικόνιση των αγίων, ενώ σημαντική είναι και η απεικόνιση της Αγίας Άννας με την Παναγία μωρό στην αγκαλιά της. Πιο πάνω διακρίνεται το «φίλημα του Ιούδα» και πάνω ψηλά είναι αποτυπωμένος ο Ακάθιστος Ύμνος.
Σε μεγάλο μέγεθος είναι και η τοιχογραφία του Αγίου Γεωργίου, που βρίσκεται σε άριστη κατάσταση. Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γ. Πυρετζίδης, «την εκκλησία εικάζεται ότι μπορεί να την έχτισε ο κράλης της Σερβίας Στέφανος ο ΙΣΤ΄ Μιλουτίν που νυμφεύτηκε τη Σιμωνίδα, θυγατέρα του Ανδρόνικου του Β΄ του Παλαιολόγου. Η σύνδεση του ιερού ναού με τον Κράλη από τη Σερβία πιστοποιείται και με αυτή την αγιογραφία όπου ο άγιος Γεώργιος αναγράφεται ως και άγιος Γωργός, γεγονός που δεν συμβαίνει στις ελληνικές τοιχογραφίες, οπότε καταλαβαίνουμε ότι ίσως οι Σέρβοι είχαν κάποια σχέση στην ίδρυσή του», υποστήριξε ο Γ. Πυρετζίδης. Ως ιδρυτής του ναού ωστόσο, έχει προταθεί από άλλους ερευνητές ο Νίκων Σκουτέριος Καπανδρίτης Ορφανός.
Στο ιερό του ναού υπάρχει και μια τοιχογραφία της Παναγίας Αχειροποιήτου.
«Αυτή η στάση της Παναγίας με τα χέρια ανοιχτά λέγεται πως βασίζεται σε θαύμα. Λέγεται πως στους πρώτους αιώνες, στην εκκλησία της Παναγίας Αχειροποίητου της Θεσσαλονίκης υπήρχε μια μεγάλη φορητή εικόνα με την Παναγία να κρατά τον Ιησού στην αγκαλιά της. Ένα πρωί, όταν πήγαν οι πιστοί να εκκλησιαστούν, είδαν ότι η Παναγιά δεν είχε το Χριστό αγκαλιά, αλλά στεκόταν με ανοιχτά τα χέρια χωρίς τον Ιησού, σε στάση δέησης. Τότε είπαν πως ήταν θαύμα, καθώς ήταν αδύνατο να ζωγραφιστεί σε μια βραδιά από ανθρώπινο χέρι, παρά μόνο από τον Θεό, και γι’ αυτό λέγεται Αχειροποίητος, οπότε όταν την βλέπουμε σε αυτήν τη στάση, εκτός από Ελεούσα λέγεται και Αχειροποίητος», εξήγησε ο αρχαιοφύλακας. Τέλος, έξω από το ιερό, αριστερά, απεικονίζεται η «Άκρα Ταπείνωσης του Ιησού».
Άγιος των θαλασσών, των ναυτικών, των ναυαγών, των χηρών και των ορφανών
Το εσωτερικό του ιερού ναού του Αγίου Νικολάου του Ορφανού στηρίζουν δύο μαρμάρινοι κίονες. Το ιδιαίτερο είναι πως είναι ζωγραφισμένοι με αποχρώσεις του γαλάζιου.
Μέχρι και σήμερα δεν είναι γνωστό πώς πήρε ο ναός το όνομά του ως Άγιος Νικόλαος Ορφανός ή των Ορφανών – όπως συναντάται η ονομασία του σε κάποιες παλαιότερες πηγές. Μελετητές πάντως δεν αποκλείουν η προσθήκη «των Ορφανών» να αποδίδεται στην ιδιότητα του Αγίου Νικολάου ως προστάτη των χηρών και των ορφανών.
Η πρώτη συντήρηση των σπάνιων αυτών τοιχογραφιών του ναού έγινε όταν πρωτοαποκαλύφθηκαν τη δεκαετία του 1960, και επαναλήφθηκε τη δεκαετία του ’80. Πριν από δύο μήνες ξεκίνησε μια νέα –η τρίτη στη σειρά– συντήρηση των μοναδικών τοιχογραφιών, με τους ειδικούς να βρίσκουν αρκετά κονιάματα και ίσως και κάποια επιπλέον περιγράμματα, χωρίς μέχρι στιγμής να αποκαλύπτεται κάποια νέα τοιχογραφία.