«Υπάρχουμε όσο πατούμε το σανίδι. Μετά, όσο ζούμε, η μοναξιά. Και μετά, το τέλος, η λησμονιά». Αυτά τα προφητικά λόγια ανήκουν στον Κώστα Μουσούρη, έναν μεγάλο θεατράνθρωπο που όμως δεν πέρασε στις επόμενες γενιές. Ίσως γιατί δεν έκανε κινηματογράφο, για να γίνει γνωστός. Και όμως, ήταν ηθοποιός, σκηνοθέτης, δημιουργός τριών θεάτρων, θιασάρχης, επιχειρηματίας, καθηγητής της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών.
Η αρχή και η «άλλη» Αλίκη
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1903. Αποφοίτησε από τη Σχολή της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Προσλήφθηκε από την ηλικία των 15 ετών στο θίασο της ίδιας Εταιρείας. Πρωτοεμφανίστηκε στη θεατρική σκηνή τον Μάιο του 1919. Η κύρια όμως θεατρική σταδιοδρομία του άρχισε πέντε χρόνια μετά, τον Μάιο του 1924, όταν σε συνεργασία με νέους ηθοποιούς ίδρυσε τον «Θίασο των Νέων», που στεγάστηκε σε μικρό συνοικιακό θέατρο του Παγκρατίου.
Το 1925 προσλαμβάνεται από τον Σπύρο Μελά ως πρωταγωνιστής στο Θέατρο Τέχνης. Ο χειμώνας του 1927 τον βρίσκει πρωταγωνιστή στο θίασο της Κυβέλης, μέχρι και το τέλος του 1928. Το 1929 με την Αλίκη Θεοδωρίδου ιδρύουν θίασο, και από τότε αρχίζει να χρονολογείται η πλούσια και πολύμορφη θεατρική δράση του, τόσο ως θιασάρχης όσο και ως σκηνοθέτης.
Και για όσους δεν το γνωρίζουν, η Αλίκη Θεοδωρίδου ήταν η κόρη της Κυβέλης από τον δεύτερο της γάμο της.
Εμφανίστηκε με το θίασό του σχεδόν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, ενώ κατ’ επανάληψη επισκέφθηκε ελληνικές παροικίες της Αιγύπτου, της Τουρκίας, αλλά και της Αιθιοπίας και του Σουδάν.
Ως το 1937 –οπότε χώρισε με την Αλίκη– έπαιζαν μαζί, καθώς και με άλλους γνωστούς ηθοποιούς (Λογοθετίδη, Νέζερ), δεκάδες έργα των πιο διαφορετικών νοοτροπιών. Την εποχή του πολέμου συγκρότησε επιθεωρησιακό θίασο (με τη Μαρίκα Κρεββατά, τον Κυριάκο Μαυρέα και τον Ορέστη Μακρή), που ανέβασε μεγάλες επιτυχίες της εποχής (Μπράβο Κολονέλλο, Φινίτα λα μούζικα).
Ο Κώστας Μουσούρης ασχολήθηκε επίσης με την ποίηση και την πεζογραφία, δημοσιεύοντας πλείστα των έργων του, όπως μελέτες, άρθρα και διηγήματα σε διάφορα έντυπα. Στη δεκαετία του ’50 υπήρξε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου. Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις και παράσημα.
Η γρουσούζα που έγινε γουρλού
Ο Κώστας Μουσούρης ήταν μεταξύ άλλων και ο άνθρωπος που αναδείκνυε πρωταγωνίστριες. Έτσι δίπλα του, από το 1949, είχαν περάσει οι: Έλλη Λαμπέτη, Ελένη Χατζηαργύρη, Τζένη Καρέζη, Βάσω Μανωλίδου, Αντιγόνη Βαλάκου, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Αλεξάνδρα Λαδικού και Τζένη Ρουσσέα.
Ειδικά με την Αλίκη, που το 1958 ανέβασαν το Ωραία μου κυρία, υπάρχει μια μικρή ιστορία.
Το 1957 η νεαρή Αλίκη ήταν στο θίασο Μυράτ-Ζουμπουλάκη. Οι παραστάσεις που είχαν ανεβάσει δεν πήγαιναν καλά εμπορικά, και σε συνδυασμό με κάποια ατυχήματα, είχε αρχίσει να κυκλοφορεί η φήμη ότι η ηθοποιός είναι γρουσούζα. Μπορεί σε κάποιους να φαίνεται υπερβολικό, όμως στο χώρο του θεάτρου πάντα υπήρχε αυτή η κατάσταση. Ακόμη και σήμερα.
Η συνεργασία της Αλίκης με το θίασο τελείωσε κακήν-κακώς, και μάλιστα ποτέ δεν αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις τους. Από την άλλη, ο Κώστας Μουσούρης αψήφησε τις φήμες και τις προλήψεις και πήρε την Αλίκη για πρωταγωνίστρια. Και έσκισε, και εδραιώθηκε στο θέατρο.
Η εκτίμηση και το τέλος
«Θιασάρχη ποιητή» τον είχε αποκαλέσει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Ο Κάρολος Κουν τον χαρακτήρισε «ακούραστο στυλοβάτη του ελληνικού θεάτρου», ο Μάριος Πλωρίτης έγραψε πως o Κώστας Μουσούρης «έδωσε όχι εκ του περισσεύματος της καρδιάς του, αλλά την καρδιά του ολόκληρη στο ελληνικό θέατρο», και ο Στράτης Μυριβήλης είχε επισημάνει πως σε «κάθε παράσταση του Κώστα Μουσούρη βλέπει κανείς το μόχθο που προηγήθηκε για να υποταχθούν όλα τα στοιχεία σε μιαν ενιαία εποπτεία που φτάνει ως τις παραμικρές λεπτομέρειες».
Ο Κώστας Μουσούρης άφησε την τελευταία του πνοή σε κλινική της Αθήνας στις 7 Δεκεμβρίου 1976. Είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο.
Και όμως, σήμερα έχει ξεχαστεί. Το μόνο που τον θυμίζει, είναι το θέατρο στην πλατεία Καρύτση, που αρχικά λεγόταν «Θέατρον Αλίκης», και από το 1951 «Θέατρον Κώστα Μουσούρη». Και ίσως κάποιος να αναρωτηθεί ποιος ήταν ο Μουσούρης.
Σπύρος Δευτεραίος