Χτες γιορτάσαμε τα Εισόδια της Θεοτόκου. Η Υπεραγία Θεοτόκος, τριών ετών οδηγείται από τους γονείς της στον Ναό του Σολομώντα, για να αφιερωθεί στον Θεό. Πρέπει να το καλοσκεφτεί κανείς, για να συνειδητοποιήσει ότι πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές, τις πιο συγκλονιστικές και τις πιο ποιητικές στιγμές στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Όχι, δεν ήταν ο παππούς κι η γιαγιάκα με το εγγονάκι τους. Ήταν πατέρας και μάνα τούτοι οι γηραλέοι που ‘χαν αυτό το τρίχρονο γλυκούτσικο πλασματάκι, αυτό το κοριτσάκι και πήγαιναν προς τον Ναό. Ήταν ο Ιωακείμ και η Άννα, οι πιο πετυχημένοι γονείς στην ιστορία τ’ ανθρώπου πάνω στη γη. Έκανε θαύμα ο Θεός και τους χάρισε μια μονάκριβη κορούλα στα βαθιά τους γεράματα. Έτσι, για να εκπληρώσουν το τάμα της Άννας, πήγαιναν ν’ αφιερώσουν το κοριτσάκι τους στον Πανάγαθο.
Αν γνώριζαν πως αυτό το μικρούλι ήταν το κλειδί της σωτηρίας ολάκερης της ανθρωπότητας από καταβολής κόσμου, νομίζω πως δεν θα μπορούσαν να κάνουν βήμα, γιατί τα πόδια τους θα έτρεμαν και θα λύνονταν τα γόνατά τους. Ποιος άνθρωπος μπορεί να διαχειριστεί τέτοιο βάρος; Ποιος γονέας μπορεί να σηκώσει μια τέτοια ευθύνη; Πώς να περιθάλψεις, πόσο να προσέξεις, με τι τρόπο να προφυλάξεις μια παιδούλα που είναι το κλειδί της σωτηρίας όχι ενός, όχι χίλιων, όχι εκατομμυρίων αλλά εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ψυχών! Η ανασκευή της πτώσης, η ευκαιρία της παλινόρθωσης του γένους των ανθρώπων· το μέλλον όλης της ανθρωπότητας, ζωντανών κι αποθαμένων, στους ώμους σου…
Πόση ώρα να τους πήρε να παν από το σπίτι τους στον Ναό; Το πήραν καθόλου αγκαλιά στον δρόμο, γιατί κουράστηκε; Συνάντησαν στον δρόμο κανέναν γνωστό; Μήπως καμιά γνωστή;
– Αχ καλέ, αυτή είναι η Μαριάμ; Πόσο όμορφη! Να την χαίρεστε!
Μήπως σταμάτησαν, γιατί ξεστράτισε η μικρούλα για να δει από κοντά κάτι περιστέρια που τσιμπολογούσαν αόρατα σπόρια στην άκρη του δρόμου;
– Πουλάκια μαμά! Μπαμπά δες πουλάκια!
Η Πανάχραντος, η Θεομήτωρ, η Πλατυτέρα των Ουρανών, η Δέσποινα του κόσμου.
– Μαριάμ αν διψάσεις –είπαμε–, θα μου πεις.
– Εντάξει μαμά!
Πες μου Ζαχαρία: γνωρίζεις ποιαν ακριβώς υποδέχεσαι στην είσοδο του Ναού; Κάτι… κάτι αδιόρατο ψυχανεμίζεσαι Ιερέα. Αλλιώς, γιατί να πας την παιδούλα μέσα στα Άγια των Αγίων, για να μείνει εκεί ως τα δεκαπέντε; Κανείς δεν μπαίνει εκεί· εσείς που είσαστε και Ιερείς και μπαίνετε μόνο μια φορά το χρόνο… Τον ένσαρκο Ναό του Σωτήρος, τη Χώρα του Αχωρήτου, τη Θεοτόκο και Μητέρα του Φωτός υποδέχεσαι. Μυστικός ο δρόμος, κρυφή η υποδοχή, απόκρυφο το προοίμιο του πανμέγιστου μυστηρίου της ενσάρκωσης του Θεού και Λόγου.
Κι έτσι εισήλθε η παιδούλα στα Άγια, για να μονάσει καθιστάμενη δια παντός, πάντων και πασών των μοναστών και μοναστριών ηγουμένη και των χριστιανών η ακατάλυτη ελπίδα και φιλεύσπλαχνη προστάτιδα και βοηθός και Οδηγήτρια. Εκεί την υπηρετεί, τη φροντίζει και της προσφέρει ουράνια τροφή ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Αυτός που πάντοτε μέχρι και την κοίμησή της την πληροφορεί για όλα τα σημαντικά γεγονότα της ζωής της που ταυτόχρονα είναι και τα πιο σημαντικά γεγονότα της πονεμένης ιστορίας του μεταπτωτικού ανθρώπου πάνω στη γη.
Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, λοιπόν, είναι ο καταλληλότερος για να μας πληροφορήσει. Γιατί η Μαρία; Θα μπορούσε να ήταν μια οποιαδήποτε άλλη; Ο Αρχάγγελος, όμως, μας έχει δώσει ήδη την απάντηση με ένα θαυματουργικό του σημείο. Πρόκειται, ίσως, για τη μοναδική περίπτωση, όπου Άγγελος Κυρίου παρεμβαίνει καταφανώς, ώστε να συμπληρώσει έναν ύμνο της Ορθόδοξης λατρευτικής μας ζωής και παράδοσης.
Το γεγονός καταγράφεται με γλαφυρό τρόπο στο «Νέον Μαρτυρολόγιον» του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη και έγινε στα τέλη του 10 μ.Χ. αιώνα μπροστά σ’ ένα εικόνισμα της Παναγίας σε κάποιο μοναχικό κελί στις Καρυές του Αγίου Όρους.
Εκεί ο Αρχάγγελος Γαβριήλ δίδαξε στον μοναχό που έψελνε το γνωστό «Την Τιμιωτέραν των Χερουβείμ» του Αγίου Κοσμά του ποιητή, πως θα πρέπει πριν απ’ αυτούς τους στίχους να προστεθεί το προίμιο «Άξιον έστιν ως αληθώς, μακαρίζειν σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον, και παναμώμητον, και μητέρα του Θεού ημών». Μάλιστα χάραξε θαυματουργικά τα λόγια αυτά και σε μαρμάρινη πλάκα, χωρίς κανένα εργαλείο, αλλά με το δάχτυλό του. Κι έτσι, προέκυψε το Θεομητορικό μεγαλυνάριο «Άξιον έστιν», όπως όλοι το ξέρουμε. Γραμμένο μισό απ’ τον Αρχάγγελο και μισό από τον Άγιο Κοσμά τον επίσκοπο του Μαϊουμά. Το εικόνισμα της Παναγίας, μπροστά στο οποίο έγινε το συμβάν, βρίσκεται στον Ναό του Πρωτάτου του Αγίου Όρους. Είναι η γνωστή θαυματουργική εικόνα «Άξιον Εστί».
Ο Αρχάγγελος μας δίδαξε λοιπόν! Γιατί αυτό το κοριτσάκι; Γιατί ήταν το μοναδικό Άξιο και Πανάξιο μέσα στην ιστορία. Και –προσοχή!– όχι κατά το φαίνεσθαι, αλλά αληθώς! Δεν υφίσταται αξιοκρατία και αριστεία, χωρίς αληθειολογία.
Αν γυρνάς τα νώτα σου στην αξιοσύνη και δεν αληθειολογείς περί αυτής, αλλά, αντίθετα υπηρετείς δουλοπρεπώς τις φτιασιδωμένες και ψευδεπίγραφες εκδοχές της, δεν μπορείς να λέγεσαι Ορθόδοξος Χριστιανός. Είσαι απλώς ένας αξιοθρήνητος υποκριτής. Γιόρτασες χτες τα «Εισόδια». Θα γιορτάζεις, άραγε, και στης ψυχής σου τα… εξόδια; Τι λόγο θα δώσεις, εμπρός στην Καθέδρα του Παμβασιλέως;