Η έκθεση με την ονομασία Από τη Μ. Ασία στη Θεσσαλονίκη. Η Αναγέννηση μιας πόλης διανύει τις τελευταίες ημέρες φιλοξενίας της στο φουαγιέ του κτηρίου Μ2 του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα εργασία των φοιτητών της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Πολυτεχνείου του ΑΠΘ και των καθηγητών τους, στην οποία παρουσιάζεται ευσύνοπτα και σχηματοποιημένα η ιστορία της «προσφυγομάνας» Θεσσαλονίκης, την εποχή που δέχτηκε τα μεγάλα κύματα των βιαίως εκριζωμένων προσφύγων από τη Μ. Ασία και τον Πόντο.
Οι πληροφορίες που έγιναν αντικείμενο επεξεργασίας και σχηματοποιήθηκαν σε καλαίσθητα πόστερ με φωτισμό (backlit) αντλήθηκαν κυρίως από το αρχείο του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης αλλά και από βιβλιογραφικές πηγές.
Αφορούν την εγκατάσταση του προσφυγικού πληθυσμού και τη συνεισφορά του στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της πόλης.
Ένας τεράστιος χάρτης ο οποίος συνδέει ακτινωτά την πόλη με τις πανάρχαιες κοιτίδες του ελληνισμού που διαμορφώθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ασίας και του Εύξεινου Πόντου από τον 8ο αι π.Χ. την εποχή του β΄ ελληνικού αποικισμού, δεσπόζει στο φουαγιέ του εντυπωσιακού κτηρίου Μ2 του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης. Οι ακτίνες που καταλήγουν στην πόλη που πήρε το όνομά της από την αδελφή του Μεγάλου Αλέξανδρου ξεκινούν από τις αφετηρίες της ημέτερης Ανατολής, στις πανάρχαιες κοιτίδες του ελληνισμού που διαμορφώθηκαν στα παράλια και το εσωτερικό της Μ. Ασίας και του Εύξεινου Πόντου.
«Όσο κι αν ακούγεται κλισέ», όπως χαρακτηριστικά είπε στην ξενάγησή του για τα μέλη της Μέριμνας Ποντίων Κυριών Θεσσαλονίκης που επισκέφτηκαν την έκθεση ο ξεναγός Γιάννης Κιουρτσόγλου με καταγωγή από τη Σαμψούντα και τη Μπάφρα, αυτές οι πατρίδες που ποτέ δεν ξεχάσαμε είναι «σταυροδρόμι πολιτισμού και εμπορίου που ενώνει Ανατολή και Δύση, Βορρά και Νότο».
Το όλο project διαρθρώνεται σε τρία μέρη:
- Το πρώτο μέρος αφορά τους τόπους καταγωγής, τις «αλησμόνητες πατρίδες» των γιαγιάδων και των παππούδων μας που ήρθαν πρόσφυγες από τον Πόντο, τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Ρωμυλία και την Ανατολική Θράκη. Σε αυτό το μέρος μέσω φωτογραφιών και σύντομης περιγραφής δίνονται πληροφορίες για τα μεγαλύτερα κέντρα του ελληνισμού, την ιστορία και τον πολιτισμό τους καθώς επίσης και τη σύσταση του πληθυσμού λίγο πριν τον ξεριζωμό στις ακμάζουσες τότε ελληνικές κοινότητες.
- Στο δεύτερο μέρος περιγράφεται η εγκατάσταση των προσφύγων στη ρημαγμένη μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 1917 Θεσσαλονίκη, κατά την οποία έγιναν παρανάλωμα του πυρός χιλιάδες κατοικίες και έμειναν άστεγοι 90.000 άνθρωποι.
- Το τρίτο μέρος αφορά στη μόνιμη εγκατάσταση, την αναγέννηση της πόλης και τη διαμόρφωση της σημερινής φυσιογνωμίας της, που αποκτήθηκε με την προσφορά, την εργατικότητα και τη δημιουργικότητα των προσφύγων. Σε αυτό το τρίτο μέρος που αφορά την μόνιμη εγκατάσταση δίνονται λεπτομερή στοιχεία βάσει πολεοδομικών σχεδίων και αρχείων του κράτους για τον προγραμματισμό της εγκατάστασης. Οι προσφυγικές συνοικίες όπως η Καλαμαριά, η Τούμπα –η προσφυγούπολη των 32.000 κατοίκων– με τις δυο μεγάλες βιοτεχνικές μονάδες και τον πολεοδομικό σχεδιασμό με κέντρο τον Ι.Ν. του Αγίου Θεράποντος, ο Εύοσμος που πήρε την ονομασία του από τον Κουκλουτζά (μτφρ.: από τα τουρκικά) τη διάσημη συνοικία της Σμύρνης, οι Σαράντα Εκκλησιές με την απεριόριστη θέα στον Θερμαϊκό Κόλπο, η Σταυρούπολη, η Μενεμένη. Το γεγονός ότι οι προσφυγουπόλεις αναπτύχθηκαν περιμετρικά του αστικού κέντρου υποδηλώνει το διαχωρισμό των προσφύγων από τον ντόπιο πληθυσμό, ο οποίος ομολογουμένως δεν τους δέχτηκε με τα καλύτερα αισθήματα. «Αυτοί οι Ανατολίτες των λευκών ορέων και των μαύρων θαλασσών έφερναν πίσω στην Ελλάδα πράγματα ξεχασμένα, άγνωστα, παρωχημένα, ενοχλητικά», έγραψε χαρακτηριστικά η οξύνους ιστορικός Μαριάννα Κορομηλά και αποτυπώνει τέλεια το κλίμα της εποχής.
Ανάμεσα στα ενδιαφέροντα πόστερ της έκθεσης ο επισκέπτης στέκεται με περίσκεψη σε εκείνο που αποτυπώνει τις ηλικίες των προσφύγων.
Η πολυπληθέστερη ηλικιακή ομάδα ήταν αυτή των παιδιών από 3 έως 18 ετών και αναλογούσε σε ποσοστό 32,8% του συνολικού διασωθέντος πληθυσμού.
Η μικρότερη κατηγορία από νεογέννητα έως 2 ετών μόλις 5,5% ποσοστό που μαρτυρεί την παιδική θνησιμότητα. Ακολουθούσαν οι γονείς τους- ηλικίες 19 έως 30 σε ποσοστό 24,4%. Οι έχοντες ηλικία 31 έως 40 ήταν το 16% του πληθυσμού, οι 41 έως 50 το 12,3% και τέλος οι πάνω από 51 ετών μόλις 9%. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αποτυπώνονται, στην Θεσσαλονίκη εγκαταστάθηκαν 1.306 οικογένειες από την Τραπεζούντα, 888 από την Κωνσταντινούπολη, 369 από το Αϊδίνιο, 2061 από την Σμύρνη, 127 από το Καρς, 88 από το Κορδελιό, 214 από την Αργυρούπολη κ.ο.κ.
Όποιος δεν έχει επισκεφτεί ακόμα την έκθεση αυτή η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του περιοδικού Parallaxi και του οργανισμού «Η Θεσσαλονίκη Αλλιώς» για τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή και τελεί υπό την αιγίδα του Δήμου Θεσσαλονίκης, ας σπεύσει γιατί η 15η Νοεμβρίου είναι η τελευταία μέρα λειτουργίας της.
- Η είσοδος για το κοινό είναι δωρεάν.
Αλεξία Ιωαννίδου