Χέρι-χέρι «βαδίζουν» η θλίψη για την εγκατάλειψη των προγονικών εστιών, ο φόβος για το μέλλον αλλά και η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, για μια νέα πατρίδα, στα λογοτεχνικά κείμενα Πόντιων συγγραφέων και ποιητών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και των χρόνων μετά τη διάλυσή της. Στην πλειονότητά τους έγραψαν με γλαφυρό τρόπο για τη Γενοκτονία και τον ξεριζωμό του ποντιακού λαού από την ιστορική πατρίδα, καθώς και για τις σταλινικές διώξεις.
Σε αυτά τα λογοτεχνικά κείμενα είναι έντονο και το αυτοβιογραφικό στοιχείο, καθώς την πρώτη ύλη οι συγγραφείς την άντλησαν από τις ιστορίες που άκουσαν από τους παππούδες, τις γιαγιάδες και τους γονείς του που έφυγαν κυνηγημένοι από τον Πόντο.
Τα παραπάνω αναφέρει στο pontosnews.gr η επίκουρη καθηγήτρια της Έδρας Ρωσικής Γλώσσας και Πολιτισμού που χρηματοδοτεί το Φιλανθρωπικό Ίδρυμα «Ιβάν Σαββίδης» στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τατιάνα Τριανταφυλλίδου. Μέρος της έρευνάς της αφορά τις αναπαραστάσεις της προσφυγιάς στη λογοτεχνία των Ελλήνων στη Σοβιετική Ένωση, στα χρόνια της Περεστρόικα και στις δεκαετίες που ακολούθησαν.
«Ένα πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο αυτών των έργων είναι η αποτύπωση των αντιφατικών συναισθημάτων που γεννούσε στους Πόντιους πρόσφυγες ο αναγκαστικός ξεριζωμός και η αναζήτηση μιας νέας πατρίδας, είτε στη νεοσύστατη τότε Σοβιετική Ένωση είτε στη μητέρα πατρίδα, την Ελλάδα. “Ζουν και αναπνέουν” μαζί το αίσθημα της πίκρας για την παλιά τους πατρίδα, τον Πόντο, και για τα βάσανα που τους “κέρασε”, με το αίσθημα της ενοχής ακριβώς για την πίκρα που νιώθουν απέναντι στον τόπο που γεννήθηκαν και αγάπησαν.
»Δεν λείπει όμως και το χιούμορ στα έργα αυτής της λογοτεχνίας, καθώς συχνά τραγικές ή δύσκολες καταστάσεις εξιστορούνται με μια ελαφριά διάθεση που αποτυπώνει το αδάμαστο πνεύμα και τη θέληση για ζωή που διέκρινε τους ξεριζωμένους Πόντιους. Μια θέληση που δεν κάμφθηκε, όχι μόνο από τις τραγικές καταστάσεις που βίωσαν στην ιστορική πατρίδα, όπου έτρεχαν να ξεφύγουν από το γιαταγάνι και τη μανία του Τούρκου, αλλά και από τις δυσκολίες και τα βάσανα που τους περίμεναν στη νέα τους πατρίδα. Είτε αυτή ήταν η Σοβιετική Ένωση –όπου βρέθηκαν στη δίνη ενός εμφυλίου πολέμου, Κόκκινων με Λευκούς, ενώ στη συνέχεια αντιμετώπισαν και τις δυσκολίες και τις διώξεις του σταλινικού καθεστώτος–, είτε αυτή ήταν η Ελλάδα όπου συχνά αντιμετωπίζονταν ως ξένοι και όχι ως Έλληνες», τονίζει η Τατιάνα Τριανταφυλλίδου, Πόντια και αυτή από την πρώην Σοβιετική Ένωση.
Κατά την ίδια, τη δεκαετία του 1980, και ιδίως μετά το 1985, έτος εγκαινίασης της πολιτικής της Περεστρόικα, άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα έργα Πόντιων συγγραφέων, στη ρωσική γλώσσα.
Το πρώτο σημαντικό έργο
Σύμφωνα με την επίκουρη καθηγήτρια, το πρώτο σημαντικό έργο αυτού του είδους είναι το μυθιστόρημα του Πολυνείκη Σιδηρόπουλου, μέλους της Ένωσης Συγγραφέων της ΕΣΣΔ, στη συνέχεια της Ρωσίας και σήμερα και της Ελλάδος, με τίτλο της πρώτης Μεγάλη Γη.
Στο βιβλίο αυτό, του οποίου ο τίτλος της δεύτερης έκδοσης είναι Οι Πόντιοι, ο συγγραφέας περιγράφει σε τρία συγκλονιστικά κεφάλαια τη ζωή στις αλύτρωτες πατρίδες την εποχή της άνθησης του νεοτουρκικού εθνικισμού, τον ξεριζωμό και τα πρώτα δύσκολα χρόνια στη νέα τότε Σοβιετική Ρωσία που σπαράσσεται από έναν εμφύλιο πόλεμο που μπλέκει στα δίχτυα του και τους πρόσφυγες, και τέλος την προσπάθεια των Ποντίων να στήσουν ένα νέο σπιτικό στην καινούργια τους πατρίδα και να ενσωματωθούν στη σοβιετική κοινωνία.
«Και στο έργο αυτό είναι παρούσα η ανάμιξη των συναισθημάτων, του φόβου, της ελπίδας, της πίκρας για τον Πόντο και του αισθήματος ενοχής γι’ αυτήν την πίκρα. Συγκλονίζει η φράση όσων χαιρετούν τον τόπο τους, λέγοντας: “Συγχώρα με Κρώμνη, και αντίο”», λέει η Τατιάνα Τριανταφυλλίδου.
Κατά την ίδια, συγκλονιστικό είναι και το απόσπασμα που αναφέρεται στη μοίρα των Ελλήνων να είναι αιώνιοι πρόσφυγες και να μετακινούνται συνεχώς από τόπο σε τόπο:
«Τι κοιτάς πίσω σου; Όλοι μας μια φορά κοιτάξαμε πίσω μας και τι μ’ αυτό; Βαδίζουμε στο δρόμο που μας έβαλε η ζωή. Νομίζεις ότι τάχατες οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν με χαρά στον χερσότοπο της Κρώμνης, ανάμεσα στις πέτρες, χωρίς θάλασσα και ψαρόβαρκα; […] Μας έριξαν σε ακαλλιέργητη γη, και όχι μόνο εμάς τους Έλληνες. Και εσύ δούλευε για να ζήσεις. Ο Έλληνας Πόντιος, όπως και ο αγρότης της Κρώμνης, είναι πάντα με μια δέσμη από ξερόκλαδα στην πλάτη, καμπουριασμένος, φορτωμένος, που κοιτάζει με ελπίδα μακριά».
Ποιητικά έργα
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της λογοτεχνίας είναι η ποιητική συλλογή του Νικολάου Πατουλίδη, που περιλαμβάνει και το ποίημα «Πληγή». Ο Νικόλαος Πατουλίδης (1944-2010), μέλος της Ένωσης Συγγραφέων της τότε Σοβιετικής Αμπχαζίας, αναφέρεται στο θέμα του εκτοπισμού από την πόλη Σουχούμι της Αμπχαζίας στο Καζακστάν.
«Απεικονίζει με το δικό του δυνατό προσωπικό ύφος αυτόν τον ξεριζωμό, σε ένα ποίημα γεμάτο με αυτοβιογραφικά στοιχεία, καθώς ο ίδιος και η οικογένεια του εκτοπίστηκαν στο Καζακστάν το 1949. Δεν λείπουν και στοιχεία σαρκασμού, όπως η αναφορά του επίσημου χαρακτηρισμού από τις Αρχές, ως “αναζήτηση νέας εγκατάστασης από τους Έλληνες Πόντιους”.
»Είναι πολύ δυνατές οι εικόνες που περιέχονται στο ποίημα και για μια ακόμη φορά θυμίζουν τη μοίρα των Ελλήνων του Πόντου, καθώς ο ποιητής μιλά για Έλληνες που εγκαταλείπουν τα σπίτια τους μόνο με τα ρούχα που φορούν, με κατεύθυνση τις στέπες του Καζακστάν, αφήνοντας πίσω τους τα ζώα τους και όλη την οικοσκευή τους, ενώ οι γυναίκες κλαίνε, τα σκυλιά σκούζουν και “τα παιδιά γίνονται ενήλικες σε μια στιγμή”», τονίζει η επίκουρη καθηγήτρια του ΑΠΘ.
Κατά την ίδια, σε ένα άλλο ποίημα με τίτλο «Αντί ύμνου» ο Νικόλαος Πατουλίδης δοξάζει το αδάμαστο πνεύμα των Ελλήνων Ποντίων, λέγοντας πως όπου και να τους είχαν εκτοπίσει, όσο και άγριο μέρος να ήταν εκείνο στο οποίο έπρεπε να εγκατασταθούν, ακόμη και την κόλαση μπορούσαν να την κάνουν να μοιάζει με παράδεισο.
Το έργο της Σοφίας Προκοπίδου
Η επίκουρη καθηγήτρια αναφέρθηκε επίσης στο έργο της συγγραφέως και δημοσιογράφου Σοφίας Προκοπίδου, η οποία είναι επίσης παιδί εξόριστων στο Καζακστάν.
«Το βιβλίο της με τίτλο Μια βαλίτσα μαύρο χαβιάρι και άλλες ιστορίες της Αντιγόνας το διαπερνούν οι εικόνες των εκτοπισμένων Ελλήνων μέσα από τις διηγήσεις της γιαγιάς και των μεγαλύτερων συγγενών της κεντρικής ηρωίδας, της Αντιγόνας», λέει η Τατιάνα Τριανταφυλλίδου, και παραθέτει ένα απόσπασμα:
«Ο πατέρας της Αντιγόνας επέμενε ότι θυμάται λίγες τραγικές στιγμές από την εξορία της οικογένειάς τους το ’42. […] Η στέπα ήταν ατελείωτη, χωρίς πόλεις, χωριά και σταθμούς. […] Οι πεθαμένοι [στα βαγόνια του τρένου] ήταν παρέα με τους ζωντανούς, σαν να ήταν ζωντανοί και οι ζωντανοί, σαν να ήταν πεθαμένοι. Κανένας δεν αισθανόταν πλέον τίποτε, όλοι είχαν αφεθεί στη μοίρα τους και στον Θεό».
«Παράλληλα, η ίδια η ηρωίδα ζει όλα τα κοσμοϊστορικά γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάλυση της πρώην ΕΣΣΔ, αλλά και αυτά στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια. Αυτή η παράλληλη εξιστόρηση της ταλαιπωρίας των προηγούμενων γενιών και των νεότερων περιπετειών των σύγχρονων Ελληνοποντίων στρέφει τον προβολέα στην κοινή προσφυγική μοίρα διαφορετικών γενεών που παραπέμπει σε αρχαία τραγωδία», σημειώνει η επίκουρη καθηγήτρια του ΑΠΘ.
Το ίδιο στοιχείο αναδεικνύεται και στο θεατρικό της Σοφίας Προκοπίδου Η χώρα των μανταρινιών. Σε αυτό περιγράφεται πώς στο λιμάνι του Σοχουμίου περίμεναν το 1922 οι Έλληνες της σοβιετικής τότε Αμπχαζίας το καράβι που θα τους πήγαινε στην Ελλάδα, και πώς στον πόλεμο του 1992, ύστερα από 70 μόλις χρόνια, οι Έλληνες περίμεναν ξανά στο ίδιο λιμάνι το καράβι για την Ελλάδα.
Σε αυτό το θεατρικό, βέβαια, δεν λείπουν και πάλι οι τραγικές εικόνες από τις σταλινικές διώξεις. Έτσι, γράφει η Σοφία Προκοπίδου: «Το ’49 σχεδόν όλους τους μάζεψαν και τους εξόρισαν στην Κεντρική Ασία. Πέθαναν πολλοί, και αυτοί που επέζησαν ξεκίνησαν από την αρχή τη ζωή τους εκεί. Σπίτι, δουλειά…».
Κατά την Τατιάνα Τριανταφυλλίδου, παρόλο που η ανάμνηση των γεγονότων του ξεριζωμού από τον Πόντο ήταν αχνή στη γενιά της Σοφίας Προκοπίδου, εντούτοις «δεν χάθηκαν οι γεύσεις, οι αισθήσεις, οι μυρωδιές των φαγητών, η γλώσσα και η μουσική, αλλά και το μεγάλο όνειρο για την Ελλάδα».
Τα αυτοβιογραφικά έργα
Πολύ ενδιαφέρουσα κατηγορία συγγραμμάτων αποτελούν και τα αυτοβιογραφικά· οι συγγραφείς δηλώνουν ότι δεν είναι λογοτέχνες και ότι γράφουν μόνο για τη διάσωση της ιστορικής μνήμης. Αυτά τα έργα, εκτός από συγκλονιστικές προσωπικές μαρτυρίες, συχνά περιέχουν και πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Τέτοιες μαρτυρίες αποτελούν, μεταξύ άλλων, το «Η Οδύσσεια της οικογένειας. Ένα είδος διατριβής, αλλά όχι ακριβώς» που έχει γραφεί από τον καταξιωμένο καρδιοχειρουργό και καθηγητή Ιατρικής στη Μόσχα, Παντελή Γκιριχίδη, καθώς και το κείμενο του επίσης Μοσχοβίτη μηχανικού Αλέξανδρου Διονυσιάδη, με τίτλο Από τον Πόντο στην κόλαση του Στάλιν.
«Εξιστορούν όλες τις ιστορικές περιπέτειες που έζησε ο πολύπαθος ποντιακός ελληνισμός της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, από τον ξεριζωμό από τις αλύτρωτες πατρίδες μέχρι τις σταλινικές διώξεις και τη σύγχρονη παλιννόστηση στη μητέρα πατρίδα, την Ελλάδα», λέει η Τατιάνα Τριανταφυλλίδου.
Στην ίδια κατηγορία εντάσσεται και το σύγγραμμα Αντίο, Οσακάροβκα!, της που γεννήθηκε στο Βόρειο Καζακστάν από Έλληνες που εξορίστηκαν εκεί το 1942 και σήμερα ζει στην Αμερική.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης