Για το πρόγραμμα παλιννόστησης «Ελπίς», που έχει ως στόχο να επιστρέψουν οι νέοι στην Κωνσταντινούπολη, για τις συνθήκες που βιώνει η ελληνική κοινότητα σε ένα κλίμα τεταμένο που χαρακτηρίζει το τελευταίο διάστημα τη σχέση Τουρκίας και Ελλάδας, για το δημογραφικό πρόβλημα, αλλά και για τα αισιόδοξα μηνύματα, που γεννά η αύξηση των μαθητών στο Ζωγράφειο Λύκειο Κωνσταντινουπόλεως, μίλησαν ομογενείς από την Κωνσταντινούπολη, σε ημερίδα με τίτλο, «Οι Ρωμιοί της Πόλης – Το χθες, το σήμερα, το αύριο», που διοργάνωσε η «Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης», σε συνεργασία με την «Ένωση Ομογενών εκ Κωνσταντινουπόλεως Βορείου Ελλάδος», στο πλαίσιο της έκθεσης «Τα Σεπτεμβριανά του 1955 μέσα από το φακό του Δημητρίου Καλούμενου».
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα μας αυτή τη στιγμή είναι το δημογραφικό. “Ελπίς”, είναι το πρόγραμμα παλιννόστησης για τους νέους που πρέπει να επιστρέψουν στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ και πέντε χρόνια συγκεντρώνουμε νέους, τους εκπαιδεύουμε, γύρω από τις συνθήκες διαβίωσης στην Κωνσταντινούπολη, να μαθαίνουν Τούρκικα για να είναι έτοιμοι να ζήσουν στην πόλη», εξήγησε μιλώντας στο Αθηναϊκό / Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και την Αλεξάνδρα Χατζηγεωργίου, ο γενικός γραμματέας Οικουμενικής Ομοσπονδίας Κωνσταντινουπολιτών Νικόλαος Αναγνωστόπουλος.
Διευκρίνισε, δε, ότι οι συγκεκριμένοι νέοι έχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση, είναι αρχιτέκτονες, ηλεκτρολόγοι και γιατροί, από όλα τα επαγγέλματα και ο στόχος είναι, «να μπορέσουμε τουλάχιστον πέντε, έξι νέοι κάθε χρόνο, να επιστρέφουν, να εγκαθίστανται στην πόλη, να τους βοηθήσουμε να βρουν κατοικία, δουλειά στην Κωνσταντινούπολη, να χρηματοδοτήσουμε την αρχή, τουλάχιστον για έναν χρόνο, ώστε να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους, με στόχο να παραμείνουν εκεί και να αυξηθεί ο πληθυσμός, γιατί βιολογικά τελειώνουμε».
«Είμαστε 2.000 Έλληνες, εάν δεν υπάρξει αυτή η παλιννόστηση των νέων, αυτό το πρόγραμμα που προσπαθούμε να υλοποιήσουμε, δεν υπάρχει ελπίδα, δηλαδή το δημογραφικό τα λέει όλα από μόνο του. Στην ακμή του πληθυσμού, το 1922-23 όταν ιδρύθηκε το τουρκικό κράτος οι Έλληνες ήταν 130.000-140.000, σήμερα είναι μόνο 2.000 και αυτό είναι το πρόβλημα», σημείωσε ο Νικόλαος Αναγνωστόπουλος.
Ζωγράφειο Λύκειο: Για πρώτη φορά πάνω από 60 μαθητές
«Φέτος στο σχολείο για πρώτη φορά περάσαμε τους 60 μαθητές ενώ τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των μαθητών μας κυμαίνεται μεταξύ 40-50. Από το 1994 μέχρι σήμερα υπάρχει αυτή η γραφική, την οποία την παρομοιάζω σε καρδιογράφημα και λέω το εξής: Αφού υπάρχει παλμός συνεχίζει η ζωή, το μήνυμα το οποίο πάντα θέλουμε και επιθυμούμε να δίνουμε ότι η Ρωμιοσύνη στην Πόλη συνεχίζει, όλα τα σχολεία μας περίπου στον ίδιο αριθμό μαθητές έχουν, γύρω στους 50 μαθητές και όλοι προσπαθούμε να δώσουμε το καλύτερο στους μαθητές μας», τόνισε ο διευθυντής του Ζωγραφείου Λυκείου στην Κωνσταντινούπολη Γιάννης Δεμιρτζόγλου.
Αναφερόμενος στις εντάσεις που χαρακτηρίζουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είπε: «Εμείς σαν εκπαιδευτικοί τα σημεία που προβάλλουμε είναι η Ελληνοτουρκική φιλία, με τις εκδηλώσεις και δραστηριότητες μας προσπαθούμε να γεφυρώσουμε σχέσεις φιλίας. Οι προσπάθειές μας αναγνωρίζονται από το Τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού. Η ζωή κυλάει ομαλά, μακριά από τις ειδήσεις είμαστε, δε θέλουμε να σκεφτόμαστε αρνητικά, πιστεύουμε ότι υπάρχουν κάποιες αιτίες, τις οποίες δεν είναι δικός μου ρόλος, ούτε καθήκον να τις ερμηνεύσω».
Πρέπει να ανατραπεί η φθίνουσα πορεία του δημογραφικού
Ο πρόεδρος της Οικουμενικής Ομοσπονδίας Κωνσταντινουπολιτών Νικόλαος Ουζούνογλου, επισήμανε ότι, «η τύχη του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης δεν εξαρτιόταν από τις καλές ή άσχημες ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά το ζήτημα των Κωνσταντινουπολιτών, που έμειναν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και πριν το 1922, βασιζόταν σε ένα μακρόπνοο σχέδιο των Νεότουρκων, αφανισμού των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων» και τόνισε πως, «πρέπει να ανατραπεί η φθίνουσα πορεία του δημογραφικού έστω και πέντε νέοι κάθε χρόνο να επιστρέφουν στην Κωνσταντινούπολη μπορούν να ανατρέψουν την κατάσταση».
Ο ίδιος διευκρίνισε πως από τη διαρκώς αυξανόμενη τουρκική επιθετικότητα δεν υπάρχει άμεση επίπτωση στην κοινότητα, ωστόσο έμμεση επίπτωση υπάρχει, «σχετικά με την επιβολή, ειδικά για την ελληνική κοινότητα, ενός πολύ σκληρού κανονισμού εκλογών για τα ευαγή ιδρύματα, στα οποία δεν έχουν γίνει δέκα χρόνια εκλογές».
«Μερικά ιδρύματα μπορεί να κηρυχθούν κατειλημμένα και να αναλάβει τη διοίκηση τους το ίδιο το κράτος αν και με τη ”Συνθήκη της Λοζάνης”, αυτά τα ιδρύματα διοικούνται από τη μειονότητα. Μάλιστα το σημαντικότερο είναι το μεγαλύτερο ιστορικό ίδρυμα μας το νοσοκομείο του “Βαλουκλή”, που υπέστη τη μεγάλη πυρκαγιά το καλοκαίρι, είναι σε πολύ επισφαλή κατάσταση, διότι εκλογές δεν γίνονται από το 1991, ουσιαστικά έχει αποξενωθεί από την ομογένεια. Θα γίνουν εκλογές τώρα, αλλά κάτω από πολύ δυσμενείς συνθήκες», σημείωσε.
«Μπορεί να είμαστε λίγοι αλλά είμαστε αμέτρητοι»
«Το φλέγον ζήτημα είναι τι θα γίνει με τους Ρωμιούς της πόλης, καθώς ο αριθμός τους έχει μειωθεί πολύ», υπογράμμισε, ο πρόεδρος της Ένωσης Ομογενών εκ Κωνσταντινουπόλεως Πολύγιος Στράντζαλης και αναφέρθηκε στην ακμάζουσα Κωνσταντινούπολη μέχρι το 1908, που η ελληνική κοινότητα είχε αναπτυχθεί σε επίπεδο οικονομικό εμπορικό, τραπεζικό, στις επιστήμες, στα γράμματα και στις τέχνες. «Μετά την Μικρασιατική καταστροφή τα πράγματα για τον ελληνισμό της πόλης δεν ήταν ανθηρά. Σήμερα είναι δύσκολα αλλά όπως λέει ο Οικουμενικός Πατριάρχης μας Βαρθολομαίος,”μπορεί να είμαστε λίγοι αλλά είμαστε αμέτρητοι”. Ακόμα και αυτοί οι λίγοι που έμειναν στην πόλη, κάνουν πολλά για να διατηρήσουν το ελληνικό στοιχείο», είπε.
Ευθύνη όλων μας είναι να διατηρηθεί ο ελληνικός πληθυσμός στην πόλη
«Αυτή τη στιγμή της εντεινόμενης τουρκικής επιθετικότητας, η κατάσταση για τους Ρωμιούς της πόλης είναι δύσκολη, μην ξεχνάμε έχουμε ιστορικά γεγονότα που το αποδεικνύουν ότι σε περιόδους κρίσης και κυρίως οικονομικής κρίσης, όπως ήταν και το 1955, η κυβέρνηση Μεντερές ξέσπασε πάνω στον ελληνισμό, ο οποίος τότε είχε μια μεγάλη οικονομική ανάπτυξη. Τα ίδια πράγματα ακριβώς βιώνουμε και σήμερα, ο ελληνισμός τίθεται σε κίνδυνο στην πόλη. Ούτως ή άλλως έχει συρρικνωθεί και ευθύνη όλων μας και της κυβέρνησης, αλλά και καθενός από εμάς ατομικά, είναι να φροντίσουμε να διατηρηθεί εκεί ο ελληνικός πληθυσμός και να αυξηθεί με τα χρόνια», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος της Φιλόπτωχου Αδελφότητας Ανδρών Θεσσαλονίκης Γιώργος Κ. Κωνσταντινίδης.
«Κατά το πέρασμα των χρόνων, υπήρχαν δύσκολα χρόνια, όπως και αυτή τη χρονιά είναι επίσης δύσκολη για την Ελλάδα και για όλους. Για την Τουρκία για να είμαι ειλικρινής, σε γενικές γραμμές δεν είναι μια καλή στιγμή, όχι τόσο απέναντι στους Έλληνες, όσο μεταξύ των Τούρκων που υπάρχει μία ένταση», επισήμανε η λέκτορας του Πανεπιστημίου Newcastle Gönül Bozoğlu. Παράλληλα πρόσθεσε: «Ελπίζω να φύγει η ένταση που αυτή η κυβέρνηση δημιουργεί και αυτό θα βοηθήσει και τη σχέση με την Ελλάδα. Στη βάση υπάρχει κόσμος που πρέπει να τον σκεφτούμε. Είμαι από την Τουρκία και ενδιαφέρομαι ιδιαίτερα για το παρελθόν της Κωνσταντινούπολης. Η πολιτιστική κληρονομιά της Κωνσταντινούπολης, είναι πολύ σημαντική και αν τη μελετήσεις πρέπει να σκεφτείς τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, γιατί είναι μία από τις παλαιότερες κοινότητες στην πόλη και το πως θα δούμε το μέλλον αυτής της κοινωνίας, είναι ένα ερώτημα, που πρέπει να σκεφτόμαστε».
Η Gönül Bozoğlu αναφέρθηκε στην ταινία που γύρισε και έχει ως στόχο να αναδείξει την ελπίδα για τη συνέχιση της ελληνικής κοινότητας. «Στην ταινία που γυρίσαμε προσπαθούμε να δείξουμε ότι υπάρχει ελπίδα για σήμερα αλλά και για αύριο. Για μένα αυτό είναι πολύ σημαντικό. Όταν γυρίζαμε την ταινία, όταν έκανα την έρευνά μου, όταν μιλούσα μαζί τους, όταν προσπαθούσα να καταλάβω την κληρονομιά τους, τις αναμνήσεις τους, τις ιστορίες τους, ήταν πολύ σημαντικό να γίνει κατανοητό πως υπάρχει ελπίδα, ίσως όχι για τους περισσότερους αλλά για κάποιους που πιστεύουν στη συνέχιση της ελληνικής κοινότητας», είπε και σημείωσε πως και οι δύο χώρες έχουν κοινούς συνδέσμους. «Δε βλέπω σύνορα, έχουν ομοιότητες, και όχι διαφορές και πρέπει να δουλέψουμε μαζί, να ακούσουμε τους ανθρώπους αυτής της κοινότητας να μας μιλήσουν για την κληρονομιά τους διότι υπάρχουν πράγματα που δεν τα γνωρίζουμε και από τις δύο πλευρές», τόνισε.