Ως ένα ορόσημο στο έτος που είναι αφιερωμένο στα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά και ως μια πύλη που μπορεί να οδηγήσει πιο μακριά την προσφυγική επιστημονική έρευνα, χαρακτηρίστηκε το τετραήμερο διεθνές συνέδριο που διοργανώθηκε από το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού και το Δήμο Καλαμαριάς.
Ρίχνοντας φως στο τι συνέβη μετά την Καταστροφή, οι 110 ανακοινώσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια των 22 συνεδριάσεων κάλυψαν σχεδόν το σύνολο της ατζέντας, ξεκινώντας από τους γηγενείς και τους πρόσφυγες, την εγκατάσταση των προσφύγων, τις σχέσεις των αιχμάλωτων, των στρατιωτών, των αμάχων, πηγαίνοντας στο ρόλο των πηγών –όπως είναι τα αρχεία και ο Τύπος–, και φτάνοντας μέχρι σε θέματα δημόσιας ιστορίας, προσφυγικής ταυτότητας, το ρόλο και τη θέση του πρόσφυγα στην Τέχνη και στη λογοτεχνία.
Αυτό ήταν το μεγαλύτερο συνέδριο για το 1922, καθώς αυτό που θα πραγματοποιηθεί τον Δεκέμβριο Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων είναι πιο περιορισμένο, και θεματικά και σε επίπεδο συμμετοχών, ενώ το συνέδριο της Πάτρας που πραγματοποιηθεί στις 15-16 Οκτωβρίου είναι περισσότερο για τον πόλεμο και λιγότερο για το προσφυγικό θέμα.
«Θα εκδοθούν πρακτικά, όμως θα είναι μια μακρά διαδικασία. Το σίγουρο είναι πως οι συμμετέχοντες θα λάβουν σαφείς οδηγίες ώστε να παραδώσουν κείμενα για ένα συνέδριο που αποδείχθηκε σημαντικό και ίσως αποτελέσει και σημείο-σταθμό για τη μελέτη του μικρασιατικού ζητήματος και της προσφυγικής κατάστασης στην Ελλάδα» είπε κατά το κλείσιμο των εργασιών ο Βλάσης Βλασίδης, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
Πρωτότυπες εισηγήσεις, τοπικές ιδιαιτερότητες
Παρουσιάζοντας τα συμπεράσματα, ο καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Ιάκωβος Μιχαηλίδης εξήγησε ότι η επιστημονική επιτροπή του συνεδρίου επέλεξε να ανοίξει τις θεματικές ώστε να παρουσιαστούν στο ευρύτερο κοινό και θέματα που μπορεί να είναι επιστημονικά γνωστά.
Τόνισε δε ότι επετεύχθη και ένας παράλληλος στόχος, η διεπιστημονικότητα και το πέρασμα ανάμεσα στις ερευνητικές γενιές.
«Ακούστηκαν και πρωτότυπα πράγματα. Οι συνεδρίες της 1ης μέρας για τους αιχμαλώτους ήταν πολύ σημαντικές, ήταν ένας ερευνητικός χώρος που μέχρι σήμερα παρέμενε σχετικά απρόσιτος. Παρουσιάζει κενά και θα τα αντιμετωπίσουμε όμως ερευνητικά τους επόμενους μήνες. Μια διάσταση που ήταν πολύ σημαντική και θα πρέπει να πάει παραπέρα είναι η επιστροφή των αξιωματικών και των ανώτερων αξιωματικών. Μου θύμισε το αντίστοιχο φαινόμενο –με όλες τις ιδιαιτερότητες– των αξιωματικών που επέστρεψαν από το Γκέρλιτς κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου. Και εκεί είδαμε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αυτοί στιγματίστηκαν και στον κοινωνικό τους περίγυρο, αλλά και μέσα στο στράτευμα», σημείωσε ο Ιάκωβος Μιχαηλίδης.
Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου αναδείχθηκαν και πολλές τοπικές ιδιαιτερότητες. «Το ψηφιδωτό του προσφυγικού είναι πολύ ευρύ, καλύπτει φυσικά τη Μακεδονία και τη Θράκη, αλλά έχει πολλές ιδιαιτερότητες σε τοπικό επίπεδο. Το ξέρουμε στις γενικότητές του, όμως εδώ παρουσιάστηκαν εργασίες που αφορούσαν είτε τη δημογραφία, είτε τη μνήμη, είτε τη διαχείριση από την Καλαμάτα μέχρι την Κέρκυρα, από τις γειτονιές της Θεσσαλονίκης, τη Δράμα και ευρύτερα. Και εκεί υπάρχει ερευνητικός χώρος ακόμα», πρόσθεσε.
Δημοσιεύματα και πηγές: Ένα ανεξερεύνητο πεδίο
Ένα σημαντικό κομμάτι είναι και ο Τύπος, για τον οποίο οι εισηγητές ανέδειξαν πολλές πλευρές, με σημαντικότερη ίσως αυτή των πηγών της πληροφόρησης. Κατά τον Ιάκωβο Μιχαηλίδη: «Πίσω από τα δημοσιεύματα υπάρχουν συγκεκριμένες πηγές πληροφόρησης. Άνθρωποι όπως ο Λου Γιουρένεκ που έχει περιγράψει την αμερικανική πολιτική και την αποτύπωσή της στον Τύπο κατά τη διάρκεια της Καταστροφής, έχει δείξει στις μελέτες του πως τα δημοσιεύματα των πρώτων ημερών ήταν υπαγορευμένα απευθείας από το State Department. Αλλά καθώς το μέγεθος της τραγωδία ξεπερνούσε τα όρια, η πίεση των δημοσιογράφων ήταν τόσο μεγάλη που τα στεγανά αυτά έσπασαν».
Άνοιξαν και κάποια σημαντικά ερευνητικά θέματα στο συνέδριο, όπως οι φιλανθρωπικές οργανώσεις και ο ρόλος τους, ένα πεδίο που έχει ερευνητικό βάθος. Ως εξαιρετική χαρακτηρίστηκε η ανακοίνωση από τον Νίκο Μισολίδη, καθώς συμπεριέλαβε όλο το πλαίσιο, όχι μόνο του Τύπου αλλά γενικότερα της αμερικανικής πολιτικής και της φιλανθρωπίας.
«Τα επόμενα χρόνια θα έχουμε πολύ σημαντικές δημοσιεύσεις διότι για την αποκατάσταση των προσφύγων αρχεία όπως της Near East Relief της Near East Foundation ήταν άγνωστα για τους ερευνητές, και εννοώ στη χρήση τους. Αυτά τα αρχεία τα επόμενα χρόνια θα φωτίσουν πολλές πτυχές της αγροτικής κυρίως αλλά και της αστικής αποκατάστασης. Διότι υπάρχουν πολλά ζητήματα· μέσα από την αστική αποκατάσταση έχουμε την πολιτική και κοινωνική χειραφέτηση –όχι μόνο των προσφύγων, αλλά γενικότερα του πληθυσμού των πόλεων–, η οποία ωρίμασε και έδωσε αποτύπωμα τη δεκαετία του 1940» εξήγησε ο Ιάκωβος Μιχαηλίδης.
Η προσφυγική εμπειρία της Λοζάνης
Υπάρχουν όμως και ερευνητικά ελλείμματα που αναδείχθηκαν, που αφορούν κυρίως τις ιδιαιτερότητες και τις επιμέρους κατηγοριοποιήσεις των προσφύγων, στους οποίους θα πρέπει να συμπεριληφθούν και αυτοί από την Ανατολική Ρωμυλία. Το ζήτημα που παραμένει σκοτεινό είναι αυτό των διαφορετικών ταυτοτήτων μέσα από τις σχέσεις με τους γηγενείς.
Ακόμα αναδείχθηκε η ανάγκη να υπάρξει μια συγκριτική μελέτη, ουσιαστική της ελληνοτουρκικής εμπειρίας με βάση την ανταλλαγή της Λοζάνης.
«Πρέπει να την κάνουμε σε όλα τα επίπεδα, πρέπει να την κάνουμε με αξιόπιστους Τούρκους συναδέλφους (και υπάρχουν πολλοί). Πρέπει να την κάνουμε επίσης και σε βαλκανικό επίπεδο για τον Μεσοπόλεμο, γιατί και η βουλγαρική εμπειρία είναι επίσης σπουδαία και πρέπει αυτά να τα βάλουμε κάτω για να δούμε ομοιότητες και διαφορές. Το θέμα αυτό έχει ωριμάσει ερευνητικά. Η προσφυγική εμπειρία της Λοζάνης –με βάση την εμπειρία της στρογγυλής τράπεζας της 1ης ημέρας– πρέπει να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ιστορία, και τη μεσοπολεμική και ευρύτερα του 20ού αιώνα», ανέφερε ο Ιάκωβος Μιχαηλίδης.
Και τώρα τι;
Η μεγαλύτερη βέβαια πρόκληση, όπως προέκυψε από τις παρουσιάσεις, τις συζητήσεις και τις ζυμώσεις κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, είναι αυτή που ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας περιέγραψε ως το Ιερό Δισκοπότηρο του προσφυγικού κόσμου.
Όπως εξήγησε δεν είναι άλλο παρά η δημιουργία μιας «προσφυγικής βίβλου» στην οποία καταξιωμένοι ερευνητές θα αποτιμήσουν και θα κατηγοριοποιήσουν την έρευνα που έχει γίνει αυτά τα 100 χρόνια.
«Πρόχειρα μερικές συνθετικές ερευνητικές προοπτικές: τους τόπους προέλευσης, τις οδούς διαφυγής, τα μέρη της εγκατάστασης, τους μνημονικούς τόπους, τις αποτυπώσεις στην Τέχνη. Έχει μεσολαβήσει πολύς καιρός από τα τελευταία πρώιμα συνθετικά έργα, έχει παραχθεί σπουδαίο επιστημονικό αποτύπωμα και ήρθε η στιγμή όλα αυτά να αποτυπωθούν σε μια μελέτη όχι μόνο στα ελληνικά, και να συνοδευτούν από έναν σύγχρονο και μοντέρνο ιστότοπο, όπου θα τοποθετηθεί το πανόραμα του προσφυγικού ελληνισμού μέσα στην παγκόσμια συζήτηση», κατέληξε.