Τα δεκάδες «προσωνύμια της ντροπής» που χρησιμοποιούσαν οι ντόπιοι Έλληνες σε βάρος των επίσης Ελλήνων, προσφύγων από την καθ’ ημάς Ανατολή μετά τον ξεριζωμό, θα παρουσιαστούν κατά τη διάρκεια του διεθνούς συνεδρίου «Η επόμενη μέρα μετά την Καταστροφή». Διοργανώνεται στην προσφυγομάνα Καλαμαριά από τις 6 έως τις 9 Οκτωβρίου, από το Δήμο Καλαμαριάς και το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, με έναν μεγάλο αριθμό σημαντικών ομιλητών.
Μεγάλη μερίδα του ντόπιου πληθυσμού, κατά κύριο λόγο υποκινούμενη, αντιμετώπισε τους πρόσφυγες με απαξιωτικό τρόπο, φτάνοντας μέχρι και στη σωματική βία, ακόμα και μέχρι θανάτου. Αυτή η συμπεριφορά συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια.
Στο ίδιο συνέδριο θα γίνει αναφορά και στις πολιτικές πεποιθήσεις των προσφύγων, καθώς και στη συμπεριφορά τους κατά τις εκλογικές αναμετρήσεις στην Ελλάδα της εποχής. Θα επισημανθεί ότι οι πρόσφυγες ήταν στη συντριπτική πλειοψηφία τους Βενιζελικοί, ενώ μερίδα στράφηκε στο ΚΚΕ.
Ενδιαφέρουσα είναι και η παρουσίαση που θα εστιάσει στις μεγάλες πολεοδομικές και πληθυσμιακές αλλαγές που υπήρξαν στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης. Σε μια περιοχή η οποία πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών κατοικούνταν ως επί το πλείστον από μουσουλμάνους, στη συνέχεια μετοίκησαν πρόσφυγες, κυρίως θρακικής καταγωγής.
Τα «προσωνύμια της ντροπής»
Στο γεγονός των ρατσιστικών έως και πολύ βίαιων συμπεριφορών μεγάλης μερίδας του ντόπιου πληθυσμού θα αναφερθεί κατά την ομιλία του στο συνέδριο ο διευθυντής του Μουσείου Προσφυγικού Ελληνισμού της Μητρόπολης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, ο φιλόλογος Κωνσταντίνος Νίγδελης.
«Ντόπιοι πληθυσμοί ενεδύθησαν τη λεοντή του ρατσισμού, με σωματική βία έως και θανάτου αλλά και λεκτική βία, με μια γενικευμένη έως ένα βαθμό συμπεριφορά», τονίζει στο pontosnews.gr, κάνοντας παράλληλα λόγο για απαξίωση σε βάρος των προσφύγων σε μεγάλο βαθμό υποκινούμενη.
Σημειώνει ακόμα ότι η λέξη «πρόσφυγας» ισοδυναμούσε με την τεχνητώς υποβαλλόμενη έννοια του άρπαγα των γαιών και των σπιτιών των ντόπιων, ενώ οι προσφυγικοί πληθυσμοί τοποθετούνταν στο περιθώριο της κοινωνίας.
«Δυστυχώς, όπως έλεγαν και οι ίδιοι οι πρόσφυγες, οι Τούρκοι τους έδιωξαν ως χριστιανούς Έλληνες και οι ντόπιοι, τα αδέλφια τους, τους δέχθηκαν ως Τούρκους ή γεννήματά τους», σημειώνει ο Κωνσταντίνος Νίγδελης.
Στο pontosnews.gr αναφέρει κάποια από τα προσωνύμια της ντροπής, «λέξεις που κοχλάζουν στο καζάνι του μίσους, με σκοπό να δολοφονήσουν την προσωπικότητα», όπως εξηγεί.
Έτσι, οι πρόσφυγες αποκαλούνταν, μεταξύ άλλων, ως «βρoμοπρόσφυγες», «πρόσφηγκες» και «σκατοπρόσφυγες». Η δε λέξη «Πόντιος» είχε τις έννοιες του άξεστου, του ισχυρογνώμονα χωρικού και του χαζού ανθρώπου, οι λέξεις «Καραμανλής-Καππαδόκης» αυτές του πολύ τσιγγούνη, του χρυσόφιλου, του αμόρφωτου και του κοινωνικά άξεστου.
Από την άλλη ο Σμυρνιός θεωρούνταν ψηλομύτης, γλωσσάς και ξερόλας, ενώ για τη Σμυρνιά πίστευαν ότι ήταν σεξουαλικά απελευθερωμένη γυναίκα.
Επίσης, κατά τον Κωνσταντίνο Νίγδελη, οι πρόσφυγες αποκαλούνταν «Τούρκοι», «βρομότουρκοι», «τουρκόσποροι», «μεμέτηδες», «ασκέρι πεινασμένων», «τσογλάνια του Ιασονίδη», «βενιζελικοί τσόγλανοι», «μειωμένης εθνικής συνείδησης», «ξένο σώμα», «βδέλλες», «κοράκια», «έκφυλοι», «βάρβαροι».
Παράλληλα, αρκετοί έλεγαν στα παιδιά τους: «Φάε το φαγητό σου, γιατί θα το φάει (ή θα σε φάει) ο πρόσφυγας. Άλλοι διατράνωναν με μίσος: «Φωτιά στους τουρκόσπορους πρόσφυγες».
Η πέρα από κάθε λογική απαξιωτική συμπεριφορά εντοπιζόταν ακόμα και σε εκπροσώπους της Πολιτείας.
Κατά τον διευθυντή του Μουσείου Προσφυγικού Ελληνισμού της Μητρόπολης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, όταν μετά την πτώση του μετώπου ο νεαρός τότε πολιτικός Γεώργιος Παπανδρέου ρώτησε τον ύπατο αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη «γιατί δεν ειδοποιείτε τον κόσμο να φύγει», ο δεύτερος έδωσε τη θλιβερή απάντηση: «Καλύτερα να μείνουν εδώ, να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα, θα ανατρέψουν τα πάντα».
Υπέρ του Βενιζέλου οι πρόσφυγες
Τις πολιτικές πεποιθήσεις και τη συμπεριφορά των προσφύγων σε εκλογικές διαδικασίες θα παρουσιάσει στο συνέδριο ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ Θεόδωρος Χατζηπαντελής.
«Θα αναφερθώ στο πώς επηρέασε η είσοδος των προσφύγων τις εκλογικές συμπεριφορές. Στην πλειοψηφία τους οι πρόσφυγες υποστήριζαν τον Βενιζέλο, τον εκφραστή της Μεγάλης Ιδέας, περισσότερο απ’ ό,τι οι ντόπιοι πληθυσμοί. Στις εκλογές του 1935, στις οποίες δεν κατέβηκε ο Βενιζέλος, οι πρόσφυγες ψήφισαν συνδυασμούς που ήταν κοντά σε αυτόν, ενώ ένα μέρος στράφηκε στους συνδυασμούς που στήριζε το ΚΚΕ.
»Ήταν πιο προοδευτικοί πολιτικά και αντίθετοι στον βασιλιά και στα κόμματα που τον υποστήριζαν.
»Επίσης, οι πρόσφυγες είχαν πολύ σημαντική επίδραση στην ανάταξη της οικονομίας και της αγροτικής παραγωγής καθώς και στον πολιτισμό των περιοχών που κατοίκησαν, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και λιγότερο τα νησιά του Βορείου Αιγαίου και στην Αθήνα. “Μπόλιασαν” με νέες ιδέες, νέες τεχνικές και νέα ήθη και έθιμα την αγροτική και τη βιοτεχνική παραγωγή καθώς και τον πολιτισμό», τονίζει στο pontosnews.gr.
Όπως λέει ακόμα, στην ομιλία θα κάνει και μια ιδιαίτερη ανάλυση στα τεκταινόμενα της περιοχής της Φλώρινας μετά τον Εμφύλιο, από την οποία έφυγε ο μισός πληθυσμός της εκείνη την εποχή.
Θα σημειώσει ότι εγκαταστάθηκαν άτομα από την Ήπειρο –περιοχή υπό τον πολιτικό έλεγχο του Αβέρωφ–, που μαζί με τους πρόσφυγες αύξησαν το ελληνικό στοιχείο προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των σλαβόφωνων.
Η προσφυγική Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης
Την αλλαγή της φυσιογνωμίας της Άνω Πόλης της Θεσσαλονίκης, που σχετίζεται με την αύξηση του πληθυσμού της μετά τη μαζική εγκατάσταση των προσφύγων, θα παρουσιάσει στο συνέδριο ο ιστορικός και αρχειονόμος Γιώργος Κουμαρίδης.
Η ομιλία του βασίζεται σε έρευνα που έγινε στο πλαίσιο του προγράμματος «100 Memories» του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών, το οποίο ανήκει στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Έχει εστιάσει στη μετακίνηση προσφυγικών πληθυσμών σε Θεσσαλονίκη, Πειραιά, Χανιά και Βόλο από το 1922 μέχρι σήμερα. Σε κάθε μία από αυτές τις πόλεις η έρευνα επικεντρώθηκε σε μία περιοχή.
«Θα αναδείξω τα χαρακτηριστικά της Άνω Πόλης την εποχή του Μεσοπολέμου, όταν έγινε προσφυγικός συνοικισμός. Πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών εκεί διέμεναν μουσουλμάνοι. Όταν εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες, το έκαναν με αυτοσχέδιο και πολλές φορές με αυθαίρετο τρόπο. Για παράδειγμα, έγιναν τα καστρόπληκτα, δηλαδή κατοικίες των οποίων ένα μέρος της τοιχοποιίας τους ήταν τα τείχη της πόλης», λέει στο pontosnews.gr ο Γιώργος Κουμαρίδης.
Κατά τον ίδιο, η Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης είναι σχετικά άγνωστη ως μέρος που δέχθηκε πρόσφυγες.
«Μετά το 1927-1928αγόρασαν οικόπεδα κι έφτιαξαν σπίτια στο πλαίσιο της αγοράς των ανταλλάξιμων. Μέχρι τότε δεν υπήρχε ο όρος “Άνω Πόλη”. Η περιοχή ήταν γνωστή με τα ονόματα των επιμέρους γειτονιών, για παράδειγμα ως Τσινάρι, ως Κουλέ Καφέ, και τα λοιπά. Στην περιοχή είχαμε σημαντική συγκέντρωση Θρακιωτών συγκριτικά με το συνολικό αριθμό των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν εκεί.
»Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι μετά την εγκατάσταση η Άνω Πόλη είχε πυκνή δόμηση, ελλιπείς υποδομές, δύσκολες συνθήκες διαβίωσης λόγω της κακής ρυμοτομίας και του ανάγλυφου, μεγάλη πύκνωση πληθυσμιακά του ιστού της σε σχέση με πριν το 1922, αλλά και μεγάλη συγκέντρωση εργατικής τάξης. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τις δημοσιεύσεις των εφημερίδων της εποχής, όπως, για παράδειγμα, από αυτές του Ριζοσπάστη», λέει ο Γιώργος Κουμαρίδης.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης