Καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου ταυτόχρονα με τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος αλλά και του πετρελαίου έχουν ανέβει στα ύψη, πολλά νοικοκυριά στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη έχουν στραφεί στο καυσόξυλο ως εναλλακτική λύση για τη θέρμανση αυτόν το χειμώνα.
Όταν όμως οι καταναλωτές θα κληθούν να αγοράσουν ξύλο, θα πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένα σημεία, όπως τονίζει ο δρ Γεώργιος Νταλός, τεχνολόγος ξύλου, καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στο Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού.
Είδη καυσόξυλων
- Οξιά
Η οξιά, αποδοτική στην καύση, είναι ιδανική για τζάκι, καθώς δίνει μεγαλύτερη φλόγα, χωρίς όμως να προκαλεί τα προβλήματα καπνού που δημιουργούν τα κωνοφόρα. Προσοχή όμως γιατί εγκλωβίζει σε θύλακες υγρασία με αποτέλεσμα να «σκάει» κατά την καύση και να πετάει αναμμένα κομματάκια κάρβουνου - Δρυς
Η δρυς πρέπει να προτιμάται για συνεχή χρήση. Δεν είναι από τα ξύλα που αρπάζουν εύκολα, δεν βολεύει για προσάναμμα, όμως καίει αργά και αποδοτικά και διατηρεί τη φωτιά περισσότερο. - Ελιά
Η ελιά, όπως και η δρυς, πρέπει να προτιμάται, καθώς έχει μεγαλύτερη διάρκεια καύσης. - Πεύκο
Γενικά τα κωνοφόρα, όπως το πεύκο και το έλατο, «αρπάζουν» γρήγορα, δίνουν μεγάλη φλόγα και έχουν πολύ μεγάλη θερμική ικανότητα. Πρέπει να τα χρησιμοποιούμε κυρίως για προσάναμμα. Προσοχή όταν χρησιμοποιούνται ως κύριο καύσιμο γιατί μπορεί να οδηγήσουν σε δυσάρεστα αποτελέσματα που μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε φωτιά στην καμινάδα ή στη σκεπή. - Έλατο
Ξύλα που χρησιμοποιούνται περισσότερο για προσάναμμα έχουν χαμηλή πυκνότητα, καίγονται γρήγορα και δίνουν μεγάλη φλόγα.
Σύμφωνα με τον Γεώργιο Νταλό αυτά τα τέσσερα είδη καυσόξυλων είναι τα κυριότερα, όμως υπάρχουν και άλλα είδη όπως καστανιά, λεύκη, πουρνάρι, ευκάλυπτος, λεμονόδεντρα κ.ά.
Επειδή και φέτος θα πουληθούν τα καυσόξυλα με το κυβικό, σύμφωνα με τον καθηγητή οι καταναλωτές θα πρέπει να εστιάσουν στον τρόπο στοίβαξης, προσέχοντας να είναι πυκνός. Θα πρέπει επίσης να ζητούν παραστατικά διακίνησης, αφού η λαθροϋλοτόμηση δεν αποτελεί πλέον εγκληματική ενέργεια μόνο για τον κάτοχο, αλλά παραπέμπεται με συνυπαιτιότητα κι αυτός που τα προμηθεύεται.
Επίσης, καλό είναι να προμηθεύονται οξιά, δρυ και γενικότερα πλατύφυλλα και να προσέχουν να μην αγοράζουν κωνοφόρα δέντρα και ιδιαίτερα πεύκο, αφού η καύση τους μπορεί να οδηγήσει σε πρόκληση πυρκαγιάς στο σπίτι.
Για τα πέλετ, οι καταναλωτές θα πρέπει να προσέχουν το χρώμα του ξύλου, να είναι ανοιχτό αν είναι από κωνοφόρα δέντρα και λίγο σκούρο από πλατύφυλλα σημειώνει ο Γ. Νταλός, και συμπληρώνει πως και στις δύο περιπτώσεις οι αγοραστές θα πρέπει να ελέγχουν τη μυρωδιά, που θα πρέπει να παραπέμπει σε φρέσκο ξύλο.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία για τη θερμαντική αξία του ξύλου: Το μέγιστο ποσό θερμότητας που παράγεται από μάζα 1kg ξηρού ξύλου που καίγεται πλήρως (θερμαντική αξία) κυμαίνεται μεταξύ 3.900-5.100 kcal/kg. Ξύλα πλατύφυλλων έχουν μικρότερη θερμαντική αξία από ξύλα κωνοφόρων, με μέσες τιμές 4.350 kcal/kg και 4.700 kcal/kg, αντίστοιχα.
Τα ξύλα μεγαλύτερης πυκνότητας διαθέτουν μεγαλύτερη θερμαντική αξία.
Κωνοφόρα είδη με ρητίνη δίνουν ξύλο με μεγαλύτερη θερμαντική αξία, διότι η ρητίνη έχει υψηλή θερμαντική αξία (περίπου 8.500 kcal/kg). Μεγάλης σημασίας είναι, επίσης, η χημική σύσταση του ξύλου. Η λιγνίνη χαρακτηρίζεται από μεγάλη θερμαντική αξία, 6.100 kcal/kg κατά μέσο όρο, ενώ η κυτταρίνη κυμαίνεται μεταξύ 4.150-4.350 kcal/kg.
Έρευνες έχουν δείξει πως η μέση θερμαντική αξία των πλατύφυλλων είναι μεγαλύτερη στο ξύλο από ό,τι στον φλοιό, ενώ αντίστροφα συμβαίνει στα κωνοφόρα, καταλήγει ο Γ. Νταλός μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.