Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, της οποίας η λειτουργία αρχίζει σήμερα, είναι ο μοναδικός διεθνής θεσμός που έμεινε στη Θεσσαλονίκη. Μια πόλη άλλοτε κραταιά, την οποία υπονόμευσε το εθνικό κέντρο και εγκατέλειψαν οι πολίτες της – και κυρίως η αστική της τάξη. Στη συνεχιζόμενη επιτυχία του θεσμού της ΔΕΘ έχει συμβάλει και η διοίκησή της, με τις οργανωτικές καινοτομίες της.
Το ζήτημα είναι αν ό,τι προκύπτει από τη λειτουργία της ΔΕΘ αξιοποιείται σε εθνικό επίπεδο.
Στις αστικές δημοκρατίες ο ρόλος της αστικής τάξης είναι καταλυτικός. Από τη φύση αυτών των δημοκρατιών. Η αστική δημοκρατία, άλλωστε, ήταν το πολιτικό προϊόν της ανόδου της αστικής τάξης. Όταν εκλείπει, ή παρακμάζει, οι συνέπειες για την πόλη όπου ζει είναι καταλυτικές. Στη Θεσσαλονίκη, σε όποιον βαθμό συγκροτήθηκε η αστική της τάξη, επιχείρησε να διαδραματίσει έναν ρόλο στις αρχές του ’90 αλλά και υπονομεύθηκε και δεν είχε τη δύναμη να επιμείνει και να αντισταθεί. Ίσως λόγω εξάρτησης από το κέντρο, ίσως διότι αυτές ήταν οι δυνατότητές της.
Και στην Ιταλία, παρά τον σημαντικό βαθμό διοικητικής αποκέντρωσης, η Ρώμη επιχείρησε να υποτάξει τη χώρα. Αλλά η δύναμη των αστών του Μιλάνου, ή του Τορίνου, ήταν σημαντική. Η χώρα δεν υπέκυψε στη συγκεντρωτική βουλιμία του ιταλικού κέντρου.
Το πρόβλημα με τη συγκεντρωτική πολιτική του ελληνικού κράτους είναι ευρύτερο από την παρακμή της δεύτερης πόλης της χώρας. Η ελληνική περιφέρεια στερείται δυνάμεων που θα μπορούσαν να την συντηρήσουν και θα έδιναν μια δυναμική ανάπτυξης σε όλη τη χώρα. Η συγκέντρωση των κατοίκων του μισού πληθυσμού της χώρας στο λεκανοπέδιο –γεγονός παγκόσμιας πρωτοτυπίας– δεν ήταν τυχαία. Ήταν το αποτέλεσμα ενός επαρχιωτισμού της ελληνικής ιθύνουσας τάξης που ήθελε την πρωτεύουσα της χώρας να συγκρίνεται –δυστυχώς, μόνο πληθυσμιακά– με τις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, και μιας λογικής πως στην εποχή της ανόδου των πόλεων η Ελλάδα είχε τη δυνατότητα να παίξει με μία μόνο πόλη.
Τα αποτελέσματα είναι καταστρεπτικά. Η ελληνική οικονομία ισορροπεί επί ξυρού ακμής, βασιζόμενη στον τουρισμό της και εγκαταλείποντας όλους τους τομείς παραγωγικής οικονομίας. Μεταξύ αυτών, σημαντική θέση κατέχει ο πρωτογενής τομέας στον οποίο η χώρα έχει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα τα οποία ανέλυσε στην εκπομπή του ομότιμου καθηγητή του ΑΠΘ Ζαχαρία Σκούρα στη διαδικτυακή τηλεόραση Ανιχνεύσειςwebtv ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Δημήτρης Κουρέτας.
Είναι καιρός, όμως, για μια αναθεώρηση του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, όπως επιβάλλει ο πόλεμος στην Ουκρανία και τα προβλήματα που ανέδειξε – προβλήματα τα οποία ίσως να μην διακρίνονται σε ειρηνικές περιόδους, αλλά γίνονται απειλητικά εμφανή σε περιόδους κρίσης. Και τα επόμενα χρόνια, με την παγκόσμια ανακατάταξη που συντελείται, οι κρίσεις θα είναι συνεχείς.
Στο νέο αυτό αναπτυξιακό μοντέλο η Θεσσαλονίκη πρέπει να αναδειχθεί σε διεθνή πόλη.
Προβλήματα για την ανάδειξη αυτήν υπάρχουν, και είναι πολλά. Αλλά θα πρέπει να ξεπεραστούν διότι η ανάδειξή της σε διεθνή πόλη δεν είναι υπόθεση μόνο των κατοίκων της. Είναι εθνική επιλογή.
Οι Θεσσαλονικείς είναι μια περίεργη κατηγορία ανθρώπων, που αδιαφορούν τελείως για την πόλη τους και το status της. Μερικοί από αυτούς, οι υποτίθεται πιο δυναμικοί, την εγκατέλειψαν – όπως τα ποντίκια το πλοίο. Όσοι έμειναν ανακυκλώνονται γύρω από παλαιά στερεότυπα, δεν έχουν οι ίδιοι –και δεν μπορούν να δώσουν στην πόλη– καμιά δυναμική. Μικρές εξαιρέσεις, επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Πριν γίνουν ορισμένες επιγραμματικές προτάσεις, ας δούμε το μηχανισμό της καταστροφής.
Ο μηχανισμός της καταστροφής
Οι πόλεις για να έχουν δυναμική χρειάζονται θεσμούς που να λειτουργούν σ’ αυτές. Για να αναπτύξεις π.χ. κάποια υποτυπώδη πολιτιστική υποδομή, να μείνουν στην πόλη ορισμένοι άνθρωποι του πολιτισμού, χρειάζονται σχετικοί θεσμοί. Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου μπορεί να αποκαλείται Θεσσαλονίκης, αλλά είναι Αθηνών. Οι βασικές λειτουργίες του συντελούνται στην Αθήνα, και μόνο η διεξαγωγή του γίνεται στη Θεσσαλονίκη.
Το ίδιο και η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου.
Όταν λειτουργούσε η ΕΡΤ3 ως ημιαυτόνομο κανάλι, αναπτύχθηκαν δίπλα της διάφορες ομάδες παραγωγής. Τώρα η ΕΡΤ3 υποβαθμίστηκε και οι παραγωγές έρχονται έτοιμες από την Αθήνα. Η σχετική δραστηριότητα νέων ανθρώπων στη Θεσσαλονίκη περιορίστηκε. Η κυβέρνηση ικανοποιεί εκδουλεύσεις της. Αυτό όχι μόνο στερεί την πόλη από μια σχετική δραστηριότητα, αλλά είναι και στοιχείο παρακμής.
Θεσμοί που δημιουργήθηκαν στη Θεσσαλονίκη, με την κρίση μεταφέρθηκαν –για οικονομικούς λόγους, υποτίθεται– στην Αθήνα.
Οποιαδήποτε πρωτοβουλία αναλαμβάνεται εκτός Αθηνών δεν ευδοκιμεί, και αν ευδοκιμήσει εξαγοράζεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τράπεζες που δημιουργήθηκαν στη Θεσσαλονίκη και εξαγοράστηκαν από αθηναϊκές για να μην υπάρχει ανταγωνισμός.
Το θέμα του μετρό, το οποίο έπρεπε να λειτουργεί από το 2012, σκοπίμως επιρρίπτεται ως ευθύνη στους πολίτες της Θεσσαλονίκης. Θα μπορούσε το κράτος να κάνει ό,τι και στην Αθήνα για να αποφευχθούν οι κυριότερες διαμαρτυρίες και ενστάσεις. Επί μια εικοσαετία κοροϊδεύουν την πόλη. Έχει καταστραφεί επί 20 χρόνια η εικόνα της, και η εμπορική και οικονομική ζωή της.
Ορισμένες εταιρείες που τελευταία εγκαταστάθηκαν στην πόλη, όπως η Pfizer, ήταν αποτέλεσμα επιμονής των ανθρώπων τους όπως ο Άλμπερτ Μπουρλά, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη.
Άλλοι θεσμοί, όπως η Ζώνη Καινοτομίας, γίνονται –ή έγιναν– προσπάθειες να απομακρυνθούν από την πόλη.
Επί ΣΥΡΙΖΑ το Διεθνές Πανεπιστήμιο ενσωματώθηκε στα ΤΕΙ, για να εξυπηρετηθεί μια μικροπολιτική. Ενώ θα μπορούσε να πάρει μια σημαντική διάσταση η λειτουργία του.
Όταν λέω πως η Θεσσαλονίκη υπονομεύθηκε από το αθηναϊκό κράτος, γνωρίζω πολύ συγκεκριμένα παραδείγματα από τη ενεργό λειτουργία μου ως δημοσιογράφος. Την κρίσιμη περίοδο μετά το ’90 πολιτικοί προτιμούσαν να μην πάρει η χώρα κάποιον θεσμό παρά να τον πάρει η Θεσσαλονίκη. Μόνο κάτω από πίεση και το φόβο του πολιτικού κόστους ενεργούσαν.
Ο κατάλογος των αρνητικών παρεμβάσεων όλων των κυβερνήσεων σε βάρος της πόλης είναι μακρύς. Ας περιοριστούμε σε αυτά.
Τι θα μπορούσε να γίνει
Συνεχίζουν να υπάρχουν μείζονες εθνικοί λόγοι που επιβάλλουν να καταστεί η Θεσσαλονίκη διεθνής ελληνική μεγαλούπολη στον γεωγραφικό της χώρο. Οι ιστορικές αντιδικίες κρατών που μετατράπηκαν σε πολιτικές, ενέχουν, πάντα, κινδύνους αναζωπύρωσης. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν δίνουν την σημασία που πρέπει στα Βαλκάνια. Είναι μια λανθασμένη επιλογή που υπαγορεύθηκε και πάλι από έναν αθηναϊκό επαρχιωτισμό. Της πέφτουν χαμηλά τα Βαλκάνια για να ασχολείται μαζί τους. Οι βαλκανικοί λαοί, όμως, υπάρχουν με τις ιστορικές αναμνήσεις τους, τις αγκυλώσεις τους, τα αιτήματά τους, την προσπάθειά τους να ενταχθούν στην ΕΕ και την ώσμωσή τους με τον βορειοελλαδικό χώρο.
Αν η Αθήνα θεωρεί χωρίς σημασία την ενασχόληση με τα Βαλκάνια, θα ήταν καλό να μεταφέρει την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΕΞ στη Θεσσαλονίκη. Οι διπλωμάτες της υπηρεσίας θα έχουν άμεση επαφή με το χώρο με τον οποίο ασχολούνται, και θα μπορούν να διαμορφώσουν πιο πραγματιστική πολιτική. Ταυτόχρονα η πόλη θα αποκτήσει μια διπλωματική αναβάθμιση.
Αλλά και το πρόβλημα Τουρκία είναι σύνθετο. Οι βασικές λειτουργίες του, βεβαίως, θα αναπτύσσονται από το ΥΠΕΞ, αλλά συμπληρωματικές μπορεί να ασκούνται από διευθύνσεις του ΥΠΕΞ που θα εγκατασταθούν και θα λειτουργούν στη Θεσσαλονίκη.
Ο νέος αναπτυξιακός άξονας μπορεί να ξεκινά από μια πόλη της Πελοποννήσου που θα επιλεγεί, να έχει ως βάση την Αθήνα και να επεκτείνεται μέσω Θεσσαλονίκης, ως δεύτερου πόλου, στην Αλεξανδρούπολη.
Αυτήν την στιγμή επικοινωνία μεταξύ Θεσσαλονίκης και Αλεξανδρούπολης υφίσταται μόνο οδικώς. Σιδηροδρομική γραμμή δεν λειτουργεί. Τραγικό σφάλμα. Ακόμη και για λόγους ασφαλείας.
Υπάρχει μια αίσθηση ότι με την εγκατάσταση των Αμερικανών στην Αλεξανδρούπολη το πρόβλημα ασφαλείας της χώρας λύθηκε. Τραγική εντύπωση. Σε κανέναν δεν μπορεί να εμπιστευθεί η χώρα την ασφάλειά της. Μπορεί να επιλέγει συμμαχίες που θα την βοηθήσουν, αλλά το ζήτημα της ασφάλειας είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των εθνικών κρατών.
Και το μειονοτικό θα οξυνθεί το επόμενο διάστημα, καθώς η Τουρκία θεωρεί πως μπορεί να το εργαλειοποιήσει. Σε όσους μειονοτικούς έχει επιρροή. Την Τετάρτη η Milliyet είχε ως κύριο τίτλο «Η αντίσταση της Λοζάνης στη Δυτική Θράκη: Οι Τούρκοι της Δυτικής Θράκης, που δεν υποκλίθηκαν στις πιέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, θα εκλέξουν τον νέο μουφτή σηκώνοντας τα χέρια στα τζαμιά της Ξάνθης στις 9 Σεπτεμβρίου».
Μην αποκλείετε τα χειρότερα. Μια υπηρεσία του ΥΠΕΞ που θα παρακολουθεί τις εξελίξεις στη Θράκη και θα μπορεί να κάνει προτάσεις στο διπλωματικό κέντρο έχοντας άμεσες προσλαμβάνουσες, είναι αναγκαία να λειτουργήσει στη Θεσσαλονίκη.
Το ίδιο και με το μεταναστευτικό.
Σε διοικητικό επίπεδο θα μπορούσαν κάποιες αρμοδιότητες του κράτους να μεταφερθούν από μερικά κρίσιμα υπουργεία στο ΥΜΑΘ για να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις και οι επιχειρηματίες.
Τα κράτη, τα έθνη και οι πόλεις για να μπορέσουν να επιβιώσουν δημιουργικά πρέπει να έχουν όραμα. Της Θεσσαλονίκης της λείπει το όραμα. Και δυστυχώς, τα πιο παραγωγικά τμήματά της δεν μπορούν να της το δώσουν.
Χρειάζεται μια νέα γενιά πολιτών και μια νέα αστική τάξη για να δώσει αυτό το όραμα. Διαφορετικά, όσα συστήματα δεν έχουν δυναμική, η εντροπία τα καταστρέφει.
Φοβάμαι πως η εντροπία είναι μεγαλύτερη στη Θεσσαλονίκη από τη δυναμική που αναπτύσσει.
Ώρα για αντιστροφή της πορείας. Θέλετε να βοηθήσετε κ. Μητσοτάκη; Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν.