Δύο σπουδαίες περιοδικές εκθέσεις θα φιλοξενήσει το «Μουσείο Πόλης» του Βόλου, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την Μικρασιατική καταστροφή.
Η πρώτη χρονολογικά έκθεση που φέρει τον τίτλο «Meta-κίνηση ΙΙ – Αναπαραστάσεις με αφορμή τους Μικρασιάτες πρόσφυγες στον Βόλο» αποτελεί μια εικαστικού τύπου προσέγγιση των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εγκατάσταση χιλιάδων προσφύγων στην πόλη του Βόλου. Πραγματοποιείται με τη συνεργασία της διεύθυνσης Αρχείων, Μουσείων και Βιβλιοθηκών του ΔΟΕΠΑΠ – ΔΗΠΕΘΕ του δήμου Βόλου και του Εικαστικού Συλλόγου Βόλου, και η λειτουργία της στο Μουσείο της Πόλης του Βόλου ξεκινάει την Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου στις 8 το βράδυ και θα ολοκληρωθεί στις 6 Νοεμβρίου.
Στην έκθεση συμμετέχουν 21 εικαστικοί, που πραγματεύονται ζητήματα συνδεδεμένα με τη βιαιότητα που βίωσε ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, με τον ρόλο των συμμάχων σε αυτή τη διένεξη, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις δυσκολίες της μετάβασης στη νέα πατρίδα, το αστικό περιβάλλον που τους υποδέχτηκε.
Πηγές έρευνας και έμπνευσης, αποτέλεσαν η ιστορία του τόπου, η οποία παρουσιάζεται στη μόνιμη έκθεση του Μουσείου της Πόλης, οι προφορικές μαρτυρίες προσφύγων και οι γλαφυρές φωτογραφικές απεικονίσεις γεγονότων και προσώπων. Αξίζει δε, να τονισθεί, ότι τα εικαστικά έργα ποικίλουν σε μορφή, τεχνικές και υλικά και συγκροτούν ένα πολιτισμικό «ταξίδι» μνήμης, που συνδέει το παρελθόν της πόλης με τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Η έκθεση θα συνοδεύεται από καλαίσθητο κατάλογο 48 σελίδων με φωτογραφίες των έργων, κείμενα των ίδιων των δημιουργών για το καθένα, καθώς και σύντομα βιογραφικά των συμμετεχόντων καλλιτεχνών.
Η δεύτερη έκθεση υπό τον τίτλο «Από την πατρίδα: Τεκμήρια και μνήμες» θα παρουσιάζει αυθεντικά τεκμήρια από τη ζωή στη Μικρά Ασία και προφορικές μαρτυρίες προσφύγων πρώτης και δεύτερης γενιάς, θα ξεκινήσει στις 9 Δεκεμβρίου και θα ολοκληρώσει τον κύκλο της στις 26 Μαρτίου 2023.
Η έκθεση αυτή θα είναι μία ζωντανή συνεργασία της διεύθυνσης Αρχείων, Μουσείων και Βιβλιοθηκών του ΔΟΕΠΑΠ – ΔΗΠΕΘΕ δήμου Βόλου, με τους τοπικούς συλλόγους Μικρασιατών – την Πολιτιστική Εστία Μικρασιατών Νέας Ιωνίας Μαγνησίας «ΙΩΝΕΣ», τον Πολιτιστικό Σύλλογο Μικρασιατών Ν. Ιωνίας Μαγνησίας «Το Εγγλεζονήσι» και τον Σύλλογο Καππαδοκών Μαγνησίας.
Μέσα από αυτή την έκθεση θα παρουσιαστεί η συγκέντρωση τεκμηρίων που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την πατρίδα, όπως φωτογραφίες πρωτότυπες, ρούχα, αξεσουάρ, στρωσίδια, κεντήματα, εικόνες, ευαγγέλια, κοσμήματα, φυλαχτά, τάματα, είδη καθημερινής χρήσης, πιστοποιητικά ταυτοπροσωπίας, επαγγελματικά εργαλεία, παιχνίδια, διακοσμητικά αντικείμενα, νομίσματα – χαρτονομίσματα, μικροέπιπλα, αλλά θα γίνει και συγκέντρωση προφορικών μαρτυριών από τους απογόνους τους, σχετικές με την οικογένειά τους, τις μνήμες που έχουν παραδοθεί από γενιά σε γενιά για την ιστορία της οικογένειας, την καθημερινή ζωή στον τόπο καταγωγής τους, καθώς και το ταξίδι προς τον Βόλο, τη νέα πατρίδα.
Ο Βόλος υπήρξε η πόλη που υποδέχθηκε τον μεγαλύτερο αριθμό Μικρασιατών προσφύγων στην Κεντρική Ελλάδα και οι πρόσφυγες αποτέλεσαν το ένα τέταρτο περίπου του πληθυσμού του, συντελώντας δραστικά στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του. Στον Βόλο, η παρουσία των προσφύγων, κυρίως από την Σμύρνη και την ενδοχώρα της, υπήρξε καταλυτική σε όλους τους τομείς λειτουργίας της πόλης: στην οικονομία, το εμπόριο, τη βιομηχανία, τις υποδομές, τον αθλητισμό, τον πολιτισμό, ακόμη και στον γαστρονομικό πλούτο της περιοχής, με την πασίγνωστη ακόμη και διεθνώς, εικόνα των βολιώτικων τσιπουράδικων.
Η εν γένει συμβολή των προσφύγων στην ανάπτυξη και εξέλιξη της πόλης, αποτέλεσε σταθερό σημείο αναφοράς για το Μουσείο της Πόλης του Βόλου, από την πρώτη μέρα της λειτουργίας του, με τη μεγάλη έκθεση «Βόλος – Νέα Ιωνία: τόσο μακριά τόσο κοντά». Ακολούθησε η υλοποίηση μεγάλου αριθμού περιοδικών εκθέσεων και εκδηλώσεων μικρασιατικού περιεχομένου και η διαρκής συνεργασία με τους τοπικούς μικρασιατικούς συλλόγους. Σημαντικό μέρος από το υλικό που συγκεντρώθηκε από αυτές τις δράσεις και συνεργασίες, περιλαμβάνεται στην περσινή έκδοση «Μνήμες Προσφύγων: Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες στον Βόλο», που επιχορηγήθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού.
Ο Βόλος λειτούργησε ως τόπος αστικής αποκατάστασης προσφύγων, καθώς σε τρεις βασικούς οικιστικούς πυρήνες στις παρυφές της πόλης, στους συνοικισμούς της Ιωλκού, του Παλιού Λιμεναρχείου και της Νέας Ιωνίας εγκαταστάθηκαν περίπου 14.000 πρόσφυγες, αυξάνοντας τον πληθυσμό της πόλης κατά 30%. Οι άνθρωποι αυτοί, εξαιρετικά ταλαιπωρημένοι, έφεραν ελάχιστα πράγματα μαζί τους, έχοντας για χρόνια μετά, την ελπίδα ότι κάποτε θα επέστρεφαν – κάτι που δεν έγινε. Όμως, παραδόθηκαν στην οικογενειακή και τη συλλογική τους μνήμη οι προφορικές μαρτυρίες των παππούδων της πρώτης γενιάς προσφύγων, οι οποίοι ακούραστα μιλούσαν για την πατρίδα και τη ζωή εκεί.