Διαβάστε ΕΔΩ το Α’ Μέρος.
Ο αριθμός των ποντιακών χορών διαφέρει δραματικά από μελετητή σε μελετητή. Σύμφωνα με μια πρώτη ιστορική καταγραφή του Δημ. Κουτσογιαννόπουλου, οι ποντιακοί χοροί ανέρχονται σε 18. Σήμερα κάποιοι υποστηρίζουν ότι ξεπερνούν τους 180. Τελικά πόσοι είναι, και για ποιον λόγο παρατηρείται αυτό το φαινόμενο της άκριτης «υιοθεσίας»;
Πάλι θα ανατρέξω στον Παπαμιχαλόπουλο, θα πάω και στον Σάββα Ιωαννίδη, αλλά και στον Παντελή Μελανοφρύδη που ήταν από την περιοχή της Αργυρούπολης και έκανε και δάσκαλος σε κείνα τα μέρη. Όλοι αυτοί είναι σοβαροί μελετητές των εθίμων και της λαογραφίας. Ο Δημοσθένης Οικονομίδης – αυτός κι αν ήταν σοβαρός, με πολλούς επαίνους και βραβεία από την Ακαδημία Αθηνών, με καταγωγή από τη Χίο. Όταν καταστράφηκε η Χίος –η γνωστή Σφαγή της Χίου–, περί τους 40.000 Χίους πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, και όσοι χριστιανοί είχαν κάποια χρήματα τους εξαγόραζαν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Οικονομίδης βρέθηκε στα μέρη τα δικά μας, αφού ο παππούς του ελευθερώθηκε από Ποντίους μέσω της εξαγοράς του. Αυτός λοιπόν σπούδασε στο περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας και μετά συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Έγραψε πολλά βιβλία με επιστημονικό περιεχόμενο, αλλά και λαογραφία.
Αν λοιπόν διαβάσουμε το έργο αυτών των μεγάλων ανδρών, θα καταλήξουμε πως οι χοροί μας δεν περνάνε τους δέκα-δώδεκα. Παραπάνω αποκλείεται. Εκτός αν θέλουμε να πούμε πως ο τάδε χορός είναι μια πολύ μικρή παραλλαγή του δείνα χορού σε άλλη περιοχή, τότε μπορούμε να τους κάνουμε γύρω στους τριάντα.
Από τριάντα μπορούμε να τους κάνουμε και εκατόν τριάντα, και πάει λέγοντας!
Τώρα αυτός ο πελώριος αριθμός που εμφανίζουν μερικοί, αγαπητή Αλεξία, οφείλεται στο εξής: Ορισμένοι δεν έβαλαν μέτρο «ποιοι χοροί είναι ελληνικοί», αλλά κατέγραψαν ποιοι χοροί χορεύονταν στις τεράστιες εκτάσεις που κατοίκησαν οι Πόντιοι. Σου είπα προηγουμένως πως μετά το κλείσιμο των μεταλλείων της Αργυρούπολης, οι πρόγονοί μας διασκορπίστηκαν σε Ανατολή και Δύση. Αυτοί, όταν βρέθηκαν σε αρμένικο έδαφος ή σε γεωργιανό, φυσικό είναι να χορεύουν αρμένικα, ρώσικα, ακόμα και Καζάσκα! Κάποτε στην Εύξεινο Λέσχη ο φίλτατος κατά τα άλλα χοροδιδάσκαλος Σοφιανός Σοφιανίδης ήθελε να προβάλει στις εκδηλώσεις το χορό Καζάσκα, ώσπου τον συμβουλέψαμε να μην το κάνει γιατί αυτός ο χορός είναι ξένος, δεν μπορούμε να τον κλέψουμε, θα γελοιοποιηθούμε.
Εμένα μου άρεσε πολύ η Καζάσκα, και την χόρευα άψογα! Όμως ήξερα τι χόρευα, δεν την παρουσίαζα για ποντιακή! Την ίδια προσπάθεια κάναμε και για τον χορό Τας όπως τον λέμε εδώ στην Ελλάδα, ενώ οι Καυκάσιοι τους οποίους γνώρισα σε όλα τα μέρη της Ελλάδας τον λέγανε χορό αντικριστό, ή χορό Γκιουρτζίας, δηλαδή της Γεωργίας, ή χορό των μοναχών, επειδή στους ποντιακούς χορούς χορεύουμε όλοι μαζί το ίδιο και κρατιόμαστε σφιχτά δεμένοι από τα χέρια, εκτός από το Κότσαρι που ακουμπάμε τις παλάμες μας στους ώμους των συγχορευτών μας.
Αυτός ο χορός έκανε εντύπωση στους Έλληνες από τον Πόντο που πήγανε στα μέρη της Γεωργίας, πως χορεύεται καρσιλαμάς, αντικριστά δηλαδή.
Επιμένω στη γνώμη μου πως οι χοροί μας δεν ξεπερνούν τους δέκα-δώδεκα, όλοι οι άλλοι χοροί είναι ή παραλλαγές του αυτού χορού ή είναι δάνεια. Παράδειγμα, για να μη λέμε και πάρα πολλά – εκτός κι αν θέλεις να πούμε [χαμογελάει]: Το 1961, στις εκδηλώσεις της Καβάλας που είπαμε, κανένα ποντιακό συγκρότημα, που ήταν εκεί ποντιακά συγκροτήματα από όλη την Ελλάδα, δεν χόρεψε χορούς εξεζητημένους και θα λέγαμε γελοιοποιημένους. Μόνο σε μία περίπτωση, το συγκρότημα της Καβάλας χόρεψε έναν χορό που τον έλεγε «Τάμσαρα», αλλά Καβαλιώτες που αρθρογράφησαν στην Ποντιακή Εστία και σε άλλα ποντιακά περιοδικά καθομολογούν και επιμένουν: «Υπήρχε μια κωμόπολη αρμένικη, η Τάμσαρα. Εκεί όλο κι όλο υπήρχαν 15 οικογένειες Ποντίων». Ε, φυσικό ήταν αφού ζούσαν τόσα χρόνια με τους Αρμένιους να γλεντούσαν και μαζί τους, και να μετέφεραν και το χορό τους εδώ στην Ελλάδα, αλλά αργά ή γρήγορα τον άφησαν. Παρά ταύτα μερικοί, στραβά ερωτευμένοι με τους χορούς, να μην πω ονόματα, και προκειμένου να εμφανίσουν ποικιλία χορών, τον επανέφεραν. Ο χορός Τάμσαρα, τον οποίο όμως σου λέω την αλήθεια από τους Καβαλιώτες τον είδα τελείως διαφορετικά, δεν είναι αυτό το μίγμα Σέρρα-Τρυγώνα-Καζάσκα και δεν ξέρω εγώ τι άλλο που εμφανίζουν σήμερα. Χαζά πράγματα δηλαδή. Μια κατά φαντασίαν δόμηση ενός… φτιαχτού χορού.
Όταν ήμουν στην πρώτη γραμμή με το Σύλλογο Ποντίων Φοιτητών και με την Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης, ήρθαν ορισμένοι και μας πρότειναν, μιας που εμείς ήμασταν η «βιομηχανία», θα λέγαμε, προβολής των χορών μας, μας πρότειναν λοιπόν και κάποιους άλλους χορούς. Αλλά εδώ θέλω την προσοχή σου: Ο χορός δεν είναι ένα ανεύθυνο φαινόμενο. Ο χορός δεν είναι μαθηματικοί υπολογισμοί. Ο χορός είναι η αποτύπωση του χαρακτήρα ενός ολόκληρου λαού. Αυτό να το θυμάσαι από μένα. Δηλαδή αν δεις πώς χορεύουν οι Θρακιώτες θα καταλάβεις το χαρακτήρα τους, πώς χορεύουν οι νησιώτες μας, επίσης θα καταλάβεις το χαρακτήρα τους και τι πέρασαν. Όταν πας π.χ. στην Κρήτη, στην οποία έζησα επτά μήνες όταν υπηρετούσα στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών, όπως προείπα, καταλαβαίνεις αμέσως ότι έχουν μια άλλη αντίληψη τρόπου ζωής.
Γι’ αυτό και πολλοί πιστεύουν, όπως κι εγώ άλλωστε, πως ο χορός είναι τρόπος ζωής. Βάσει αυτών που σου είπα μπορούμε κάλλιστα να διακρίνουμε αν ένας ο χορός είναι ελληνικός ή όχι.
Από το 1914 που άρχισαν οι Πόντιοι, Μικρασιάτες, Ανατολικορωμυλιώτες να έρχονται στην Ελλάδα λόγω των διωγμών από τις πατρογονικές τους εστίες, χορέψαμε Καλαματιανό, χορέψαμε και Χασαποσέρβικο και άλλα πολλά, ποτέ όμως δεν επιχειρήσαμε να βάλουμε μέσα στους δικούς μας χορούς μας κι αυτούς τους χορούς. Θέλω να πω πως αφού εδώ και εκατό χρόνια χορεύουμε Χασαποσέρβικο, γιατί δεν τον βάζουμε κι αυτόν ανάμεσα στους ποντιακούς χορούς; Άλλοι, να μην λέω ονόματα και θίξω πρόσωπα, εισήγαγαν 180 χορούς ξένων; Λένε πως στην περιοχή τάδε χορεύονταν. Χορεύονταν βέβαια, αλλά από ποιους; Από Αρμένηδες, από Κούρδους, από Λαζούς κ.ά. Αν δηλαδή κάποιος Πόντιος χόρεψε τον χορό της κοιλιάς, να τον βαφτίσουμε κι αυτόν ποντιακό χορό; Ήμαρτα [Ήμαρτον]!
Οι Τούρκοι προβάλλανε σε παγκόσμια φεστιβάλ χορού τον αργό Σέρρα ως δικό τους, τον χορεύουνε μάλιστα με την ημισέληνο ραμμένη στο γιλέκο τους και τον λένε με την ελληνική ονομασία «χορόν». Τι να πούμε δηλαδή; Ότι ο χορός αυτός που χορευόταν και από τους εξισλαμισμένους Πόντιους είναι τούρκικος χορός; Γύρω στο 1985 ο Σύλλογος Ποντίων Ηλιούπολης οργάνωσε, όπως έκανε κάθε χρόνο, εκδηλώσεις χορού. Κάλεσε εμάς, τη θρυλική πεντάδα των φοιτητών, για να χορέψουμε αυτόν το χορό που χορεύαμε καλύτερα, και είχε συνυφανθεί με το πετσί μας: τον Σέρρα Πυρρίχιο χορό. Αυτή η θρυλική ομάδα πυρριχιστών, εκτός από εμένα περιλάμβανε τον Ιωάννη Ταϊγανίδη, φοιτητή στο Μαθηματικό και μετά στο Πολυτεχνείο, από τον Πολύμυλο Κοζάνης, τον Γιώργο Αλεξανδρίδη από το Παλαιόκαστρο Σερρών, τον Σίμο Συμεωνίδη, φοιτητή της Ανωτάτης Βιομηχανικής από την Κορυφή Κιλκίς, τον Χρήστο Χαραλαμπίδη, κι αυτός φοιτητής της Ανωτάτης Βιομηχανικής, από τη Νέα Τραπεζούντα Κατερίνης, και είχαμε και αναπληρωματικούς τον Μιχάλη Γεωργιάδη, φοιτητή της Γεωπονικής από την Αλιστράτη Σερρών, τον Ηλία Δασκουλίδη από τον Λαχανά Θεσσαλονίκης, και τον Αγησίλαο Παπαδόπουλο που φοιτούσε στον Ευκλείδη, από τα Κομνηνά Πτολεμαΐδας. Ο Σύλλογος της Ηλιούπολης λοιπόν, όπως λέγαμε, είχε καλέσει στις εκδηλώσεις του χορευτικό συγκρότημα από την Τουρκία που χόρεψε και αυτό Σέρρα, όπως νόμιζε.
Μπροστά στον δικό μας Σέρρα, βγήκαν γελοιοποιημένοι. Αν εκείνος ο χορός με τις φιγούρες τους ήταν Σέρρα… Ε, τότε εμείς ήμασταν αστροναύτες!
Το 1962 στα Βασιλικά και στο Μονοπήγαδο γυρίστηκε η ταινία Η εκδίκηση του καβαλάρη, με πρωταγωνιστή τον δικό μας, τον Νίκο Ξανθόπουλο. Κάλεσαν κι εμάς, εγώ ήμουν εκείνον τον καιρό φοιτητής του Κρατικού Θεάτρου Βόρειας Ελλάδας, και χορέψαμε τον Σέρρα. Μάλιστα ο κινηματογράφος «Αλκαζάρ» επί της Εγνατίας και Βενιζέλου είχε μια αφίσα με τις φιγούρες μας να χορεύουμε τον Πυρρίχιο. Στον ίδιο κινηματογράφο λίγο μετά ήρθε μια τουρκική ταινία, την οποία είδα με το ίδιο εισιτήριο τρεις φορές για να την αναλύσω, που έδειχνε Τούρκους να χορεύουν το χορό μας. Δεν θέλω να πω για τον δικό μου χορό για να μην θεωρηθεί εγωισμός, αλλά μπροστά στο χορό του Νίκου Καλούση από το Ωραιόκαστρο, ή του Φιρτινίδη του Γιώργου από την Καλαμαριά, ή των Κομνηνών Ανατολικού, ήταν ένα κακέκτυπο. Δεν είχε κάτι αυθεντικό ο χορός των Τούρκων, ήταν φτιαχτός, ήταν σαν να υπηρετούσε ένα ψέμα.
Χορεύουν: Γιάννης Ταϊγανίδης, Νίκος Σωματαρίδης
Ποιοι από τους χορούς μας είναι αυθεντικά ποντιακοί και ποιοι όχι;
Πρώτα-πρώτα ο Σέρρα, ο ποντιακός Πυρρίχιος, ο οποίος έρχεται από την ελληνική Αρχαιότητα… Εσύ τα ξέρεις και τα έγραψες καλά. Μετά:
Με την ονομασία Τίκ’ που σημαίνει στα τουρκικά «όρθιος», εξάλλου στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε ο όρθιος σκοπός και χορός, υπάρχει το τίκ’ τρομαχτόν που είναι μέρος του Σέρρα χορού, τίκ’ ’ς σο γόνατον, τίκ’ μονόν [και αυτό είναι μέρος του Σέρρα χορού στο πρώτο αργό στάδιό του], στην περιοχή Τραπεζούντας υπήρχε και το οικοδεσποινιακόν το τίκ’, που ήταν πιο αργό, πιο αρχοντικό. Οι Ακνταγμαντεμλήδες [οι κάτοικοι του Ακ Νταγ Μαντέν στον δυτικό Πόντο] που εγκαταστάθηκαν στη Γουμένισσα και στη Φιλυριά του νομού Κιλκίς χορεύουν το τίκ’ με τα χέρια στους ώμους και το λένε «από πάν’ και κά’».
Εεεε, αν βάλεις όλα τα τίκ’ μαζί κάνεις 10 χορούς…
Ο χορός Χεριανίτσα. Άλλοι το λένε Σερενίτσα, εγώ δεν την δέχομαι αυτήν την ονομασία και να σου πω γιατί. Είναι από την περιοχή Χερίανα της περιφέρειας Τραπεζούντας, από εκεί πήρε το όνομά του.
Η Τρυγώνα. Κανονικά ο χορός αυτός δεν είναι αριστερόστροφος όπως τον έκαναν. Έχει κίνηση προς τα δεξιά με τέσσερα βήματα με έμβολα τα χέρια και τέσσερα βήματα επιτόπου, όμως με στροφή του κορμού προς τα αριστερά. Είναι δύσκολο, γι’ αυτό και επικράτησε να χορεύεται έτσι όπως χορεύεται σήμερα, που παρασέρνονται αριστερά. Παραλλαγή του είναι ο χορός Γέμουρα που προαναφέραμε, από την πόλη Γέμουρα.
Ο Σαρίκους, που στα τουρκικά σημαίνει «ξανθό κορίτσι». Χορεύεται με δύο τρόπους: καρσλήδικα –κάπως πιο ζωηρά και πιο περίτεχνα, όπως προσιδιάζει στους Καρσλήδες–, και πιο απλά, έτσι όπως χορευόταν στην Ίμερα.
Ο χορός Κότσ’ που χορευόταν σε πολλά μέρη του Πόντου. Κότσ’ στα ποντιακά σημαίνει φτέρνα. Γι’ αυτό ο χορός αυτός έχει χτυπήματα με τη φτέρνα στο έδαφος. Είναι ευχάριστος, ανήκει στην ίδια κατηγορία με τη Λετσίνα και το Κότσαρι. Και αυτός έχει ποντιοποιηθεί επιτυχημένα, πολιτογραφήθηκε ποντιακός.
Ο χορός Λετσίνα μάς ήρθε από το Καρς. Χορευόταν και στην πατρίδα, αλλά κυρίως επικράτησε εδώ. Υπάρχει μια ομάδα χορών που μοιάζουν. Μπορεί δηλαδή τον ίδιο χορό που χορεύουν οι δικοί μας να τον χορεύουν και οι νησιώτες του Αιγαίου, αλλά με την ψυχολογία και την ψυχοσύνθεση τη δική τους, όπως αυτή καταγράφεται μέσα από τον ήχο της μουσικής τους και την κινησιολογία τους. Τι είπαμε πως είναι ο χορός; Βίωμα. Μπορεί δηλαδή η Λετσίνα να είναι δάνειος χορός, αλλά έχει «ποντιοποιηθεί» πλήρως. Δηλαδή ενσωμάτωσε τη μουσική και την κίνηση των Ποντίων.
Αυτά είναι αντιληπτά με κλειστά μάτια. Αν ακούσεις π.χ. μια Θρακιώτισσα (όπως η γυναίκα μου) να τραγουδάει, θα πεις αυτή είναι από τη Θράκη, θα το καταλάβεις από το ηχόχρωμα. Το ίδιο συμβαίνει με την Κρήτη, που τους έζησα. Το ίδιο συμβαίνει με την Κύπρο. Όπως η Λετσίνα έχει ποντιοποιηθεί, το ίδιο έχει γίνει και με το Κότσαρι.
Το κότσαρι είναι αρμένικος πολεμικός χορός, που μάλιστα πριν από λίγα χρόνια οι Αρμένιοι τον εισήγαγαν στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας της UNESCO. Σημαίνει «λεβέντικος» στη γλώσσα τους, και βέβαια δεν μοιάζει καθόλου με το δικό μας Κότσαρι.
Μπράβο τους. Στην περιοχή του Καυκάσου υπάρχουν γύρω στα 15 είδη Κότσαρι. Έρχεται στον Πόντο, σε κάποιες περιοχές, και ποντιοποιείται.
Σε απλή μορφή χορεύουν τη Λετσίνα οι Οφλήδες [οι κάτοικοι του Όφεως] και το ονομάζουν Λέτσι. Απλά βήματα και τίποτα παραπάνω. Αν πεταχτεί κάποιος και πει «νά ένας ακόμα χορός», τότε τι να τον κάνω; Δεν έχουμε αστυνομικό καθεστώς.
Με αυτήν την έννοια δεν μπορούμε να πούμε πως αυτός ο χορός είναι Λέτσι και εκείνος Λετσίνα.
Υπάρχουν και άλλοι χοροί που δεν είναι διασκέδασης, αλλά χορεύονται κατά περίσταση. Έχουμε π.χ. το χορό Μητερίτσα. Είναι μάλλον χορός φτιαχτός για τα παιδιά του σχολείου. Υπάρχει υπόνοια πως ήρθε από Ρωσία, γιατί αυτές οι «καντρίλιες» κυκλοφορούσαν πολύ εκεί. Τα πρώτα χρόνια στην Εύξεινο Λέσχη χόρευαν τέτοιους χορούς, αλλά είχαν την επίγνωση ότι είναι ρωσικοί χοροί, δεν τους βάφτιζαν ποντιακούς.
Ο χορός Κοτσαγκέλ’ είναι ένας βηματισμός και τίποτα παραπάνω. Έχει βέβαια τη δική του δομή, αλλά δυστυχώς γίνονται καταχρήσεις και χορεύεται από διάφορα συγκροτήματα – όπως ο καθένας τον αντιλαμβάνεται. Εγώ άγομαι στο συμπέρασμα πως ο χορός αυτός ήταν του δρόμου, από γειτονιά σε γειτονιά. Πολλές φορές τα σπίτια ήταν πολύ κοντά, και έβγαιναν χορεύοντας οι ένοικοί τους για να ξεσηκώσουν και τους άλλους γείτονες και να κάνουν γλέντι. Κυρίως όμως ο χορός αυτός χορευόταν σε γάμους.
Σήμερα τον χορεύουμε όταν κάνουμε είσοδο ή έξοδο από το χοροστάσι, είναι ο πρώτος ή ο τελευταίος χορός μας.
Ήταν όμως γαμήλιος χορός.
Εεεε… Ξένε μ’, ξενιτεμένε μ’ κι ανεγνώ- κι ανεγνώριμε μ’,
πού πορπατείς ’ς σα ξένα, ’ς σα ξένα, ’ς σ’ ανεγνώριμα γιαρ
Εγώ σ’ αυτόν τον κόσμον υπαντρε- υπαντρεύτηκα
και πήρα Φραγκοπούλα, ήταν μα- ήταν μάισσα.
Μαεύ’ και τα καράβεα και την θά- και την θάλασσαν,
εμάεψεν και μένα, τον ξένον, τον ολόξενον,
που πορπατώ ’ς σα ξένα, ’ς σα ξένα, ’ς σ’ ανεγνώριμα.
Αργό Κοτσαγκέλ’ επίσης είναι το «Ένα καράβι κρητικό, ουδέ μεγάλο ουδέ μικρό, μόνο σαρανταδυό πηχών», και πάει λέγοντας. Αυτά τα δύο τραγούδια έχουν το εξής ιδιαίτερο: δεν είναι στην ποντιακή, αλλά ήταν προσφιλή σε ορισμένα μέρη κυρίως του ανατολικού Πόντου.
Τώρα ένας άλλος χορός που χορευόταν σε γάμους ήταν το αποκαμάρωμα «Επτά ζευγάρια και το τέκ’» [αποκαμάρωμα λεγόταν όταν ο γαμπρός σήκωνε το πέπλο από το πρόσωπο της νύφης για να δει ποιαν παντρεύτηκε. Αν ήταν όμορφη εφώταζεν, αν όχι ναϊλί την μάναν ατ’ ελίβωνεν, δηλαδή συννέφιαζε]. Χορεύεται από εφτά ζευγάρια και έναν μοναχό του, έναν άγαμο [ο οποίος ήταν πάντα άντρας και θεωρούνταν πως του έφερνε τύχη ο χορός για να παντρευτεί σύντομα]. Στον ανατολικό Πόντο χορευόταν πιο γρήγορα, στον δυτικό πιο αργά, και μάλιστα αυτή η μορφή που χορευόταν πιο αργά και πιο τελετουργικά πάει να ξεχαστεί τελείως.
Χορεύονταν και καρσιλαμάδες στον Πόντο. Πάνε τώρα σε έναν Ακνταγμαντεμλή και πες του πως ο χορός αυτός που χορεύει, χορεύεται σε όλον τον κόσμο. Επαλαλώθες; Τεμέτερον εν, θα λέει σε [Τρελάθηκες; Είναι δικός μας, θα σου πει]. Μέχρι και τον «εθνικό ύμνο» του Ικονίου, τον Κόνιαλη, του βάλαμε ποντιακούς στίχους. Δηλαδή ναι και καλά να τον κάνουμε ποντιακό. Όπως και στο χορό που παίρνουμε τη νύφη ασα κυρουκάτ’ ς [από τους γονείς της].
Για τ’ οποίον λες; Για τ’ Αχπαστόν; Χαράντας στεφανώματα χαίρουν’ τα δύο ψυόπα γίντανε ζευγάρ’;
Ατό, καλά εγροίξες [αυτό, καλά κατάλαβες]. Αυτή είναι η κατάσταση. Τα πάντα κρίνονται.
Τώρα που ο Σέρρα έχει ενταχθεί στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτισμικής Κληρονομιάς με υπουργική απόφαση της 7/2/2022 και θέτει υποψηφιότητα για να γίνει στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς ολόκληρης της ανθρωπότητας, και μάλιστα στο Δελτίο Ένταξης τιμής ένεκεν είναι γραμμένο το όνομά σας, αλλά και το όνομα του χορευτικού σας συνοδοιπόρου και μαθητή σας Μιχάλη Καραβέλα, τι νιώθετε; Είναι για εσάς μια δικαίωση; Αισθάνεστε πως ο κόπος σας και όλα αυτά που δώσατε τόσα χρόνια δεν πήγαν «χαμένα»;
Σαν άνθρωπος νιώθω ικανοποιημένος, νιώθω δικαιωμένος, νιώθω περήφανος, αλλά κυρίως αυτό που μετράει είναι ότι δικαιώθηκε ο αγώνας. Δικαιώθηκαν αυτά που έπρεπε να διασωθούν και να αναδειχθούν για να συνεχίσει αυτός ο χορός, «ο χορός των χορών», να συνεχίσει να υπάρχει και να μεταδίδεται από γενιά σε γενιά αυθεντικός. Πρέπει να επιστρέψουμε στην αυθεντικότητα. Εμείς η δεύτερη γενιά Ποντίων, γεννημένοι στην Ελλάδα μεν, μεγαλώσαμε όμως με τους ανθρώπους που ήρθαν πρόσφυγες από τον Πόντο δε. Ήμασταν παρόντες στα γλέντια τους, απομυζήσαμε από αυτούς.
Έχουμε βιωματική συνείδηση, δεν μιμηθήκαμε ό,τι βλέπαμε.
Ο Πυρρίχιος προϋποθέτει πολεμική αρετή, την οποία διέθεταν οι γονείς μας γιατί βγήκαν μέσα από τον πόλεμο, από το διωγμό που κηρύχτηκε εναντίον τους. Δεν είναι φολκλόρ ο Σέρρα, ούτε κανένας μας χορός· είναι βίωμα, είναι η ιστορία μας. Η περηφάνια μας είναι ότι δικαιώθηκε η κληρονομιά μας. Φέραμε κάτι τόσο σημαντικό από γενιά σε γενιά. Ξέρεις, οι μικροί λαοί γρήγορα αφομοιώνονται. Εμείς είμαστε μικροί μεν στον αριθμό αλλά μέγιστοι στον πολιτισμό! Μέσα από τη δικαίωση της κληρονομιάς μας νιώθουμε κι εμείς δικαιωμένοι.
Αλεξία Π. Ιωαννίδου