Η αριστοκρατία και το στιλ είναι χαρίσματα που έχουν λίγοι άνθρωποι, συνήθως ανεξαρτήτως από την οικονομική τους επιφάνεια. Όπως η Σμάρω Στεφανίδου, η οποία στην πορεία της καριέρας της απέδειξε ότι μπορούσε να ερμηνεύσει τεράστια γκάμα χαρακτήρων, αρχίζοντας από την κωμωδία και φτάνοντας μέχρι την αρχαία τραγωδία.
Και ως σωστή επαγγελματίας πολλές φορές απαρνήθηκε όχι μόνο το αριστοκρατικό της… φιζίκ, αλλά και την ηλικία της, προκειμένου να ερμηνεύσει γυναίκες μεγαλύτερες από την ηλικία της. Και στην τελική, αυτό σημαίνει ηθοποιός.
Το μεγάλο μυστικό και η γραφομηχανή
Βοτανικός, 1913. Στις 4 Σεπτεμβρίου ήρθε στον κόσμο το πέμπτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας Στεφανίδη με καταγωγή από τη Μικρά Ασία. Η μικρή Σμάρω μεγάλωσε φτωχικά μεν, αλλά με πολλή αγάπη και σε ένα περιβάλλον που εκτιμούσε τη γνώση και τη μόρφωση. Έτσι, παρά τα δυσμενή οικονομικά, το στερνοπούλι της οικογένειας έμαθε πιάνο και ξένες γλώσσες.
Τελειώνοντας το σχολείο πέρασε στην Εμπορική, κάτι επίσης σπάνιο για τα κορίτσια τη δεκαετία του 1930.
Κόντρα στον ψυχρό κόσμο των μαθηματικών, η Σμάρω Στεφανίδου αγαπούσε και το θέατρο. Πού να τολμήσει όμως να το πει στην οικογένεια… Ο επαναστατικός χαρακτήρας της, ωστόσο, δεν δεχόταν να μην κυνηγήσει το όνειρό της.
Πέρασε στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου χωρίς να το γνωρίζει κανείς, και παράλληλα έπιασε δουλειά ως δακτυλογράφος για να πληρώνει τα δίδακτρα.
Με την αποφοίτησή της το 1937 συνεργάστηκε με τη Μαρίκα Κοτοπούλη, έως το 1940. Στη συνέχεια δούλεψε με την κυρία Κατερίνα, με το Θέατρο Τέχνης, το θίασο Ενωμένων Καλλιτεχνών, τη Βάσω Μανωλίδου, ενώ το 1951 έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο, στα Τέσσερα σκαλοπάτια.
Τα χρόνια δίπλα στον Λογοθετίδη
Και μετά το κλασικό ρεπερτόριο, σειρά είχε ο Βασίλης Λογοθετίδης – η αξία της ηθοποιού, που λέγαμε, που μπορεί να παίξει τα πάντα.
Με τον Λογοθετίδη δεν συνεργάστηκαν, απλώς, σε Ελλάδα και εξωτερικό. Έγιναν όλοι μια οικογένεια, μαζί με την Ίλυα Λυβικού, τον Ευάγγελο Πρωτοπαππά, τον Στέφανο Στρατηγό.
Οι επιτυχίες διαδέχονταν η μια την άλλη, ενώ ανάμεσα στα φιλμ που γύρισε εκείνη την περίοδο ξεχωρίζει η ερμηνεία στο Δεσποινίς ετών 39 – για πολλούς, μάλιστα, είναι η καλύτερή της.
20 Φεβρουαρίου 1960. Η Σμάρω Στεφανίδου πήγαινε όπως κάθε βράδυ να παίξει στο θέατρο. Αλλά δυστυχώς…
Η ίδια είχε περιγράψει σε συνέντευξή της: «Παίζαμε ένα έργο του Τζαβέλλα, το Η δε γυνή να φοβήται τον άντρα. Ήταν η τελευταία παράσταση νομίζω, ή η προτελευταία. Φτάνω και βγαίνει η ταμίας και μου λέει έτσι στεγνά, από αυτά που δεν τα πιστεύει κανείς: “Ο Λογοθετίδης πέθανε!“. Τι αντίδραση, δεν θυμάμαι, δεν το πίστεψα, ανέβηκα πάνω, κι όταν το διαπίστωσα αυτό το πράγμα ήταν πολύ θλιβερό. Η δε κηδεία του ήταν ένα πράγμα, τι να σου πω δηλαδή, όλη η Αθήνα τον ακολούθησε. Τον αγαπούσανε πολύ, ήταν αξιαγάπητος, και τον ραίνανε με λουλούδια και, θα σου φανεί περίεργο, γελούσανε και χειροκροτούσανε! Λες κι είχε την τελευταία του πρεμιέρα».
Η δεκαετία της ευτυχίας
Στην προσωπική της ζωή η Σμάρω Στεφανίδου βρήκε τον έρωτα νωρίς-νωρίς στο πρόσωπο του τραγουδιστή και κονφερασιέ Βάσου Σεϊτανίδη, τον οποίο είχε γνωρίσει σε έναν χορό της Ιονίου Σχολής.
Πλάι του πέρασε ευτυχισμένα χρόνια – το ζευγάρι έζησε μάλιστα και ένα διάστημα στο Παρίσι, καθώς ο Σεϊτανίδης εκπροσωπούσε το Σωματείο Μουσικών στις εορταστικές εκδηλώσεις για την υπογραφή του Σχεδίου Μάρσαλ.
Σύντομα ήρθε στη ζωή η κόρη τους Λήδα, η οποία γεννήθηκε όταν η Σμάρω Στεφανίδου δεν προλάβαινε με τις τόσες υποχρεώσεις της σε θέατρο και σινεμά. Έτσι είχε γίνει καταμερισμός. Το πρωί με τον μπαμπά, το βράδυ με τη μαμά.
Υπήρξε μια πολύ ευτυχισμένη και αγαπημένη οικογένεια μέχρι τον αιφνίδιο θάνατο του Βάσου Σεϊτανίδη. Η Λήδα ήταν τότε 10 χρόνων. Η μητέρα, προκειμένου να αναπληρώσει και το κενό του πατέρα, έγινε «μπα-μά», όπως την φώναζε η μικρή.
Η ιστορία γράφεται και στα γκαράζ
Και μπορεί φέτος να έγιναν συζητήσεις επί συζητήσεων για το πόσο μπορούν να γίνουν μοντέρνα πράγματα σε ανέβασμα αρχαίας τραγωδίας, αλλά φανταστείτε τι έγινε πριν από 45 χρόνια όταν ο Γιάννης Τσαρούχης ανέβασε τις Τρωάδες σε ένα γκαράζ στο Κολωνάκι.
Στην Καπλανών 6 ο μεγάλος ζωγράφος έστησε ένα ξύλινο ικρίωμα με βαθμίδες στις αναλογίες αρχαίου θεάτρου για να παρουσιάσει την τραγωδία του Ευριπίδη. Στο βάθος του οικοπέδου υπήρχαν χαλάσματα, τα οποία πληρούσαν την αρμονία χρωμάτων που ήθελε, ενώ θεωρούσε ιδανική την εικόνα της καταστροφής.
Τα στοιχεία εκείνης της παράστασης ήταν εντυπωσιακά. Ο Γιάννης Τσαρούχης εκτός από τη σκηνοθεσία και τη διδασκαλία είχε κάνει και τη μετάφραση. Για τη μουσική επένδυση χρησιμοποιήθηκαν εμβατήρια του Ελληνικού Στρατού, τα ανδρικά κοστούμια ήταν του οίκου Τσόγκα, ενώ αυτά για τις «προσφυγίνες» αγοράστηκαν από το δημοπρατήριο.
Αλλά και οι συντελεστές ήταν επίσης μια… πρωτοπορία. Στο ρόλο της Εκάβης η Σμάρω Στεφανίδου, α΄ κορυφαία η Σαπφώ Νοταρά, β΄ κορυφαία η Πίτσα Μπουρνόζου, Κασσάνδρα η Εύα Κοταμανίδου, Ανδρομάχη η Αλίκη Γεωργούλη, Ταλθύβιος ο Χρήστος Τσάγκας.
Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Το εγχείρημα στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία αποσπώντας ευμενή σχόλια από τον ελληνικό και διεθνή Τύπο. Η δε Σμάρω Στεφανίδου έκανε για πολλούς τη μεγαλύτερη ερμηνεία της ζωής της.
Λίγο αργότερα υποδύθηκε μια άλλη Εκάβη, την ηρωίδα του Κώστα Ταχτσή στο Τρίτο στεφάνι, σε ραδιοφωνικό ανέβασμα μαζί με τη Ρένα Βλαχοπούλου και με την έγκριση του Μάνου Χατζιδάκι.
Το ηλιόλουστο φινάλε
Σε προχωρημένη ηλικία πια, η Σμάρω Στεφανίδου ζούσε μια φυσιολογική ζωή μέχρι τα τελευταία της. Έβγαινε συχνά, παρακολουθούσε πάντα θέατρο. Επίσης ήταν στο πλευρό της κόρης της• μαζί είχαν στήσει έναν πολυχώρο.
Η Δέσποινα Στυλιανοπούλου, καλή της φίλη, εξομολογήθηκε μετά το θάνατο της Σμάρως: «Εκείνη που αγαπούσε τόσο πολύ τη ζωή, μου είπε για πρώτη φορά στην Ακράτα, όπου κάναμε διακοπές: “Κουράστηκα, θέλω να φύγω”».
Στις 7 Νοεμβρίου 2010, στα 97 της χρόνια, έφυγε από τη ζωή. Η κόρη της Λήδα την είχε αποχαιρετήσει με μια ανοιχτή επιστολή, στην οποία είχε γράψει μεταξύ άλλων: «Σήμερα στις 7 το απόγευμα η μεγάλη ηθοποιός και φιλόσοφος Σμάρω Στεφανίδου ολοκλήρωσε την υπέροχη ζωή της με ένα ηλιόλουστο φινάλε».
Σπύρος Δευτεραίος