Στην Αθήνα υπήρξε ανακούφιση μετά τη δήλωση Ερντογάν ότι το γεωτρύπανο «Αμπντούλ Χαμίτ Χαν» θα ενεργήσει εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας, όπως και έγινε. Η ελληνική ετοιμότητα όμως δεν σταμάτησε, καθώς οι εργασίες στην περιοχή θα συνεχιστούν μέχρι τις 7 Οκτωβρίου. Η συνέχεια θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις, αν θα παραμείνει εκεί ή θα μετακινηθεί αλλού, όπως είπε ο Τούρκος πρόεδρος. Πού αλλού; Εδώ είναι το πρόβλημα.
Βεβαίως ο Ερντογάν χρησιμοποιεί το γεωτρύπανο για να πετύχει εσωτερικούς στόχους, τώρα μάλιστα ενόψει εκλογών• αλλά θα ήταν μεγάλο λάθος της Αθήνας να έχει ψευδαισθήσεις ότι οι τουρκικές επιδιώξεις περιορίζονται σ’ αυτό. Η Τουρκία έχει καταγεγραμμένους και δηλωμένους στόχους τους οποίους θα επιδιώξει όταν κρίνει κατάλληλη τη στιγμή.
Όμως, το ερώτημα όλων είναι γιατί αυτός ο περιορισμός της Τουρκίας εντός της υφαλοκρηπίδας της, τη στιγμή μάλιστα που η έξοδος του γεωτρύπανου συνοδεύτηκε με τόση δημοσιότητα.
Προφανώς, ο πρόεδρος της Τουρκίας θα δέχθηκε παροτρύνσεις να μην προκαλέσει σε μια κρίσιμη στιγμή για την Ατλαντική Συμμαχία, και επιπλέον θα έλαβε υπόψη και τη γερμανική θέση. Μπορεί ΗΠΑ και Γερμανία να έχουν… ερεθίσει τους Τούρκους επισήμους, αλλά ο Ερντογάν έχει δείξει πως ξέρει να εκτιμά τη στιγμή που θα δράσει.
Όπως υποστηρίζουν άνθρωποι που είναι σε θέση να γνωρίζουν, το γεωτρύπανο και το προσωπικό που το χρησιμοποιεί δεν έχουν τη δυνατότητα να πετύχουν τον επιστημονικό στόχο τους, άρα η όλη προσπάθεια έχει πολιτικούς λόγους, και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.
Έτσι, Ελλάδα και Κύπρος αναρωτιούνται αν θα υπάρξει τουρκική πρόκληση σε σημείο που θα είναι αδύνατο –τουλάχιστον για την Αθήνα– να μην αντιδράσει. Και τότε;
Το κλίμα στις Δυτικές πρωτεύουσες δεν ευνοεί τον Ερντογάν και την Τουρκία τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο των μέσων ενημέρωσης. Άρθρα και δημοσιεύματα στον ευρωπαϊκό και τον αμερικανικό Τύπο αναφέρονται στις τεταμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις, με τη σημείωση πως η Άγκυρα αμφισβητεί ελληνικά δικαιώματα.
Όσο και αν η Τουρκία δείχνει αδιάφορη για όλα αυτά, δεν μπορεί να μην τα λαμβάνει υπόψη. Προσπαθεί να πείσει μεγάλες Δυτικές χώρες πως δεν αξίζει να επενδύουν τόσα στην Ελλάδα και στην Κύπρο, αλλά μέχρι στιγμής τουλάχιστον δεν το έχει πετύχει σε επίπεδο δημόσιων δηλώσεων. Όμως διαθέτει μέσα που θα μπορούσε να αξιοποιήσει, όπως η σημαντική αριθμητική παρουσία Τούρκων στη Γερμανία και η οικονομική παρουσία ευρωπαϊκών χωρών στο έδαφός της. Και όταν έρθει η στιγμή, θα το κάνει.
Τρία πράγματα είναι αξιοσημείωτα. Το ένα είναι πως με τις κινήσεις της και τις επαφές Πούτιν-Ερντογάν η Τουρκία προσπαθεί να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά της Δύσης προς όφελός της. Και αυτό φαίνεται από την αρθρογραφία τουρκικών μέσων που εκφράζουν τον Τούρκο πρόεδρο, όπως η Yeni Şafak. Προς το παρόν δεν υπάρχει μεταστροφή των Δυτικών πρωτευουσών από την καταδίκη της τουρκικής προκλητικότητας.
Δεύτερον, ενώ ο Ερντογάν παρουσιάζεται κυρίως στις ΗΠΑ ως ένας πολύ ενοχλητικός εταίρος, από την άλλη το αμερικανικό αφήγημα λέει πως η Τουρκία δεν θα πρέπει να πιεστεί και να περάσει στη μεριά της Ρωσίας. Λες και κάτι τέτοιο θα το έκαναν οι Τούρκοι. Οι Αμερικανοί δεν μπορούν να διαβάσουν καλά τη γειτονική χώρα. Μάλιστα, το εμβληματικό site The Hill πρότεινε και μεσολάβηση των ΗΠΑ για να επιλυθούν οι ελληνοτουρκικές διαφορές!
Το τρίτο είναι πως με τις κινήσεις της τα τελευταία χρόνια η Τουρκία έχει ανοίξει πολλά μέτωπα τα οποία από ένα σημείο και πέρα θα είναι προβληματικό να τα διαχειριστεί όλα ταυτόχρονα. Μιλάμε για τη Λιβύη (όπου φαίνεται να κερδίζει πόντους), τη Συρία (όπου ο Πούτιν την εξωθεί να συγκρουστεί με τους Αμερικανούς), το Ιράκ (όπου η παρουσία της δηλώθηκε ανεπιθύμητη), την Ουκρανία (όπου η Ρωσία δήλωσε πως θα βομβαρδίσει το εργοστάσιο για τα τουρκικά UAV «Μπαϊρακτάρ», αν κατασκευαστεί), το Αζερμπαϊτζάν (όπου η Ρωσία έχει παρουσία και δικά της συμφέροντα).
Ένα μέτωπο με την Ελλάδα και την Κύπρο –τη στιγμή μάλιστα που η Ανατολική Μεσόγειος έχει γίνει κέντρο αμερικανικού ενδιαφέροντος για να μπορέσουν οι ΗΠΑ να διαχειριστούν τη Ρωσία και την Κίνα–, δεν θα ήταν εύκολα διαχειρίσιμο από τον Ερντογάν• ακόμη και αν δέχεται τα πυρά του ναυάρχου Γιαϊτσί, του θεωρούμενου και πατέρα της «Γαλάζιας πατρίδας», ο οποίος θεώρησε τουρκική υποχώρηση το γεγονός ότι το γεωτρύπανο δεν ενήργησε σε θέσεις που θα προκαλούσαν Ελλάδα και Κύπρο.