Καμιά φορά η ζωή συμβαδίζει με το έργο κάποιων ανθρώπων, έστω και από την αντίθετη πλευρά. Για παράδειγμα, ο Νίκος Τσαχιρίδης που πέρασε στην ιστορία του εγχώριου κινηματογράφου ως ο σκληρός, ενίοτε και ο κακός που τυραννούσε τον πρωταγωνιστή-ήρωα.
Στην πραγματική ζωή ο τυραννισμένος ήρωας ήταν αυτός, ο οποίος όμως όχι μόνο επιβίωσε αλλά έγινε και αγαπητός.
Από την οικοδομή στο πανί
Γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1933 και ήταν παιδί του ποντιακού ξεριζωμού. Η μοίρα δεν φέρθηκε καλά στο νεαρό αγόρι αφού έμεινε ορφανός από πατέρα σε πολύ μικρή ηλικία. Έτσι ρίχτηκε στη βιοπάλη. Από υπάλληλος σε μπακάλικο και κουρείο μέχρι και εργάτης στην οικοδομή.
Ο Νίκος ζούσε την οικογένειά του, αλλά στα 19 του μπήκε στη ζωή του ο κινηματογράφος. Η πρώτη του εμφάνιση ήταν στο φιλμ Η φλόγα της ελευθερίας, και δύο χρόνια μετά έπαιξε έναν χαρακτηριστικό ρόλο στη Μαγική πόλη του Νίκου Κούνδουρου. Με τον Κούνδουρο συνεργάστηκε και την επόμενη χρονιά στον αριστουργηματικό Δράκο, αλλά και αργότερα στα φιλμ: Μικρές Αφροδίτες, 1922, και Μπορντέλο.
Λόγω του παρουσιαστικού του κατηγοριοποιήθηκε σε ρόλους σκληρού και κακού. Και επειδή ήταν και γυμνασμένος, δεν ήταν λίγες οι φορές που έπαιξε ξύλο ακόμα και με τα μεγάλα ονόματα του εγχώριου κινηματογράφου.
Το ρόλο του σκληρού τον ερμήνευσε σε πάνω από 100 ταινίες, περιπέτειες και κωμωδίες. Από το Κάθαρμα μέχρι τον Καμικάζι τσαντάκια, και από το Λούφα και παραλλαγή μέχρι το cult Φυλακές ανηλίκων όπου υποδύθηκε τον δεσμοφύλακα με το παρατσούκλι «Θεός». Όμως τα χρήματα ήρθαν από άλλη του δραστηριότητα.
Οι αγώνες της ζωής
Ο Νίκος Τσαχιρίδης ήταν ένας από τους πιο ονομαστούς κασκαντέρ της εποχής του. Και μάλιστα σε παραγωγές του εξωτερικού, όπου βρέθηκε στο πλευρό των Ζακλίν Μπισέ, Κλάουντια Καρντινάλε, Άντονι Κουίν, Κουρτ Γιούργκερ και Ειρήνης Παππά.
Όπως είχε αποκαλύψει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Λυμπερόπουλος, κάποτε σε μια διεθνή παραγωγή υπήρξε σκηνή στην οποία 20 κασκαντέρ ήταν δεμένοι με μπαρούτι. Ακολούθησε πραγματική έκρηξη και ο Νίκος Τσαχιρίδης ήταν ο μοναδικός επιζών.
Οι αθλητικές του δραστηριότητες όμως δεν τελείωναν στις επικίνδυνες σκηνές. Έπαιζε στον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών (ΠΣΑΠ). Με αυτή του την ιδιότητα «προπόνησε» τον Στράτο Τζώρτζογλου για τις ανάγκες του ρόλου του στη Φανέλα με το νούμερο 9 του Παντελή Βούλγαρη.
Μακριά από τα φώτα
Έτερη μεγάλη του αγάπη υπήρξε η μουσική. Με την κιθάρα και τη φυσαρμόνικά του έπαιρνε μέρος σε όλες τις φιλανθρωπικές συναυλίες. Αλλά και με τις παρέες του τραγουδούσε, και γενικότερα έδινε χαρά και κέφι.
Υπήρξε όμως ένας «γρίφος» για τους συναδέλφους του. Απέφευγε όχι μόνο τις κοσμικές εμφανίσεις και τις πρεμιέρες, αλλά και τις συνεντεύξεις. Στην ουσία οι συνεργάτες του τον περιέγραφαν σαν έναν πολύ καλό επαγγελματία, χαμογελαστό αλλά και πολύ μοναχικό.
Το 2012 διαγνώσθηκε με αλτσχάιμερ, και από τότε άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Άρχισε να κλείνεται στον εαυτό του και στο σπίτι του, σε μια μονοκατοικία στα Μελίσσια. Την περίοδο της ασθένειάς του συγγενικά του πρόσωπα, κάποιοι φίλοι και μια γυναίκα που είχε αναλάβει τη φροντίδα του, προσπαθούσαν να του δώσουν βοήθεια και στήριξη.
«Τους τελευταίους μήνες κατέπεσε απότομα. Αδυνάτισε πολύ, δεν μπορεί να μιλήσει πια και αντιλαμβάνεται περιορισμένα, ενώ πολλές φορές δεν έχει καμία επαφή με το περιβάλλον. Είναι δύσκολη η κατάστασή του. Τις περισσότερες ώρες είναι ξαπλωμένος και δεν μπορεί να μετακινηθεί εύκολα, παρά μόνο με τη βοήθεια της γυναίκας που τον φροντίζει», έγραφε ρεπορτάζ του 2015. Της χρονιάς που έφυγε από τη ζωή – σαν σήμερα, 4 Αυγούστου. Μόνος, αλλά όχι ξεχασμένος.
Σπύρος Δευτεραίος