Αρχές δεκαετίας ’80 και η Τζένη Καρέζη μαζί με τον Κώστα Καζάκο αποφάσισαν ν’ αλλάξουν εντελώς θεατρική ρότα. Έτσι άφησαν πίσω τους το ελαφρύ ρεπερτόριο και πέρασαν σε άλλα έργα – με πολύ φόβο και άγχος, αφού τα μπουλβάρ κυρίως είχαν βρει σε εκείνη μία από τις καλύτερες ηθοποιούς.
Η αλλαγή, ή μάλλον η απόφαση για αλλαγή πάρθηκε όχι από σνομπισμό σε αυτό το είδος αλλά από πόθο και των δύο να δοκιμαστούν σε κάτι άλλο. Μετά λοιπόν από ένα σερί επιτυχιών, όπως τα: Η κυρία προέδρου, Το νου σου στην Αμέλια και Επιχείρηση γοητεία, το ζευγάρι αποφάσισε να ανεβάσει το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ.
Γιατί έχει τόση κίνηση στην Ακαδημίας;
Το έργο του Έντουαρντ Άλμπι –εκτός από την σπουδαία ταινία του Μάικ Νίκολς με την οποία κέρδισε η Ελίζαμπεθ Τέιλορ το δεύτερο Όσκαρ της–, για το θεατρόφιλο κοινό της εποχής ήταν συνδεδεμένο με την ιστορική παράσταση που είχε ανέβει το 1965 στο Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν με Νέλλη Αγγελίδου, Γιώργο Λαζάνη, Μίμη Κουγιουμτζή και Εκάλη Σώκου. Η όποια σύγκριση μπορούσε να γίνει θα ήταν σίγουρα σε βάρος του νέου ανεβάσματος.
Από την άλλη, το Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ ανήκε στα επαναστατικά ’60s και ουδείς μπορούσε να ισχυριστεί ότι είχε λόγο ύπαρξης στα ’80s.
Η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος, όμως, είχαν αποφασίσει να ρισκάρουν. Και ανέλαβε τη σκηνοθεσία ο Ζιλ Ντασέν, και αυτός σε κρίσιμη καμπή της ζωής και της καριέρας του, αφού ήταν η πρώτη του δουλειά στο ελληνικό θέατρο χωρίς τη Μελίνα Μερκούρη που είχε γίνει ήδη υπουργός.
Με άγχος λοιπόν και αγωνία σηκώθηκε για πρώτη φορά η αυλαία το φθινόπωρο του 1982, για να κατέβει την Κυριακή των Βαΐων του 1984.
Η παράσταση υπήρξε τεράστια επιτυχία, και εισπρακτική και σε επίπεδο κριτικής.
Μικρό παραλειπόμενο: Εκείνη την περίοδο η Τζένη Καρέζη έκανε μία διαφήμιση στα έντυπα για μια κουζίνα. Ένα από τα σχόλια που είχαν γραφτεί ήταν το «Έχει κόστος η αλλαγή», κάνοντας και λογοπαίγνιο με την πολιτική κατάσταση στη χώρα.
Το τσιγάρο, η πυρκαγιά και η αρχή του τέλους
Ακολούθησε η συνεργασία της με τον Μίνω Βολανάκη. Αρχικά το χειμώνα του 1984 με τη Έντα Γκάμπλερ του Ίψεν, ενώ το καλοκαίρι του 1985 κατέβηκαν για πρώτη φορά με αρχαία τραγωδία στην Επίδαυρο. Η Μήδεια δεν ανήκει στις πετυχημένες θεατρικές στιγμές της.
Η παράσταση δεν άρεσε ούτε στο κοινό ούτε στους κριτικούς. Αλλά τέσσερα χρόνια μετά τα της… Μήδειας φάνηκαν χάδι σε σχέση με ό,τι συνέβη στην παράσταση Οιδίποδας Τύραννος του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Στούρουα.
Όταν ο Αγγελιοφόρος της Άννας Μακράκη έβγαλε αναπτήρα για να ανάψει τσιγάρο επί σκηνής το κοινό αποδοκίμασε έντονα. Το εύρημα δεν επαναλήφθηκε την επομένη, καθώς για να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της παράστασης ο Γεωργιανός σκηνοθέτης έκοψε τη σκηνή.
Πολλά χρόνια αργότερα ο Κώστας Καζάκος δήλωσε: «Του λέγαμε εμείς: “Άσ’ το καλύτερα, μην το βάζεις αυτό!”, ανυποχώρητος αυτός. Ε, βλέποντας το τσιγάρο αντέδρασε μια παρέα, ακολούθησε μια άλλη, άρχισαν να ακούγονται κάτι γιουχαΐσματα».
Ήταν η «σοβιετική περίοδος» του ζευγαριού. Στο θέατρο ανέβασαν τα έργα: Τζόγκινγκ, Πρόσωπο με πρόσωπο και Βυσσινόκηπος. Από αυτά μόνο το τελευταίο σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Αλλά δυστυχώς εκείνη την περίοδο η Καρέζη έμαθε τα δυσάρεστα για την υγεία της.
Τη σεζόν που παιζόταν ο Βυσσινόκηπος η Τζένη Καρέζη αρρώστησε. Στην τελευταία παράσταση πριν φύγει για μία δύσκολη επέμβαση στο Λονδίνο ο κόσμος γέμισε ασφυκτικά το θέατρο χωρίς να γνωρίζει τίποτα.
«Ήταν το θέατρο κατάμεστο. Παντού κόσμος, ακόμα και στα σκαλάκια. Λες και ήξερε ο κόσμος ότι θα διακόπταμε εκείνη τη μέρα. Και έγινε μια παράσταση εκείνο το βράδυ σαν να αποχαιρετούσε ο κόσμος τη Τζένη λες και ήξερε ότι κάτι συμβαίνει. Κανείς δεν το ήξερε. Ούτε καν οι συνάδελφοι είχαν πάρει είδηση. Κι όμως έγινε χαμός από συγκίνηση. Ένας πανζουρλισμός που δεν είχε γίνει τις προηγούμενες ημέρες», ανέφερε ο Κώστας Καζάκος.
Το φθινόπωρο του 1989 στη σκηνή του «Αθήναιον» ανέβαινε με μεγάλη επιτυχία Ο αμπιγιέρ με τους Δημήτρη Παπαμιχαήλ, Νικήτα Τσακίρογλου και Ελένη Χατζηαργύρη. Όμως μια πυρκαγιά κατέστρεψε το θέατρο – οι πρώτες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για εργασίες που θα έπρεπε να κρατήσουν έναν χρόνο.
Όμως ο επιχειρηματίας Γιώργος Λεμπέσης βλέποντας την απελπισία της Τζένης Καρέζη, και γνωρίζοντας ότι κινδύνευε να χαθεί η σεζόν, της υποσχέθηκε ότι θα έφτιαχνε το θέατρο μέσα 11 ημέρες. Η ηθοποιός δεν τον πίστεψε, αλλά εκείνος είχε κάνει αναλυτική μελέτη προτού δώσει την υπόσχεσή του και παράλληλα υπολόγιζε σε όλο το ελληνικό θέατρο.
Έτσι, όπως έχει πει ο Κώστας Καζάκος, από την επομένη της πυρκαγιάς μαζεύτηκε στο «Αθήναιον» όλο το θεατρικό δυναμικό για να βοηθήσει. Τεχνικοί, ηλεκτρολόγοι, μπογιατζήδες, συνεργεία κατασκευής σκηνικών, αλλά και προσωπικοί φίλοι του ζευγαριού, όπως ο Φρέντυ Γερμανός που κουβαλούσε μαζί με τους εργάτες!
Φυσικά στις επισκευές συμμετείχαν και η Καρέζη και ο Καζάκος, αλλά και ο γιος τους Κωνσταντίνος. Όλοι δούλεψαν χωρίς αμοιβή και κατάφεραν το ακατόρθωτο. Όπως είχε πει ο Λεμπέσης, σε 11 ημέρες το «Αθήναιον» ήταν έτοιμο να υποδεχτεί ξανά το κοινό.
Η διπλή επιστροφή
Η Τζένη Καρέζη –όπως και άλλοι μεγάλοι σταρ της γενιάς της– δεν στάθηκε τυχερή στις τηλεοπτικές επιλογές της. Μέχρι τότε η ηθοποιός είχε παίξει σε δύο σειρές, στη Μαρίνα Αυγέρη και στη Μεγάλη περιπέτεια. Και τα δύο στα ’70s χωρίς μεγάλη επιτυχία.
Την Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 1990 έκανε πρεμιέρα στην κρατική τηλεόραση η Μαύρη χρυσαλίδα. Η τρίτη και τελευταία τηλεοπτική της δουλειά (που ευτυχώς έχει σωθεί στο αρχείο της δημόσιας τηλεόρασης) ήταν μία δραματική σειρά εποχής, παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.
«Το θέατρο για μένα σημαίνει η ζωή μου ολόκληρη. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς το θέατρο, μακριά από το θέατρο. Αυτό όχι! Εκεί θα πέθαινα!», είχε πει η Τζένη Καρέζη σε μία τηλεοπτική της συνέντευξη.
Και ενώ έδινε μάχη με την αρρώστια, ανέβαζε ένα έργο από αυτά που χαρακτηρίζονται ευλογημένα. Το Διαμάντια και μπλουζ ήταν το πρώτο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη που παρουσιάστηκε εκτός Θεάτρου Τέχνης. Και γράφτηκε για την Καρέζη.
Και σε εκείνη την περίπτωση κυριαρχούσαν το άγχος και η αγωνία σχετικά με το αν η παράσταση θα… περπατούσε σε μία εμπορική σκηνή. Και βέβαια αν θα μπορούσε να ανταποκριθεί η ηθοποιός λόγω των προβλημάτων υγείας.
Το μεγάλο φινάλε
Η λέξη «θρίαμβος» ήταν λίγη για να περιγράψει την επιτυχία της παράστασης. Και μιλάμε για ένα ποιητικό, δύσκολο για το ευρύ κοινό έργο. Ο περισσότερος κόσμος αγνοούσε το πρόβλημα της υγείας της ηθοποιού, άρα δεν μπορεί να πιστωθεί σε θέμα συγκίνησης.
Ήταν απλά ένα σπουδαίο κείμενο και μία σπουδαία παράσταση. Θεωρητικά έπρεπε να πάει και δεύτερη σεζόν. Αλλά…
Τον Μάιο του 1992, δύο μήνες πριν από το θάνατό της, η Τζένη Καρέζη ανέφερε σε επιστολή της προς τον Τύπο: «Θέλω να ζω με τους δικούς μου, θέλω να κάνω τη λατρεμένη μου δουλειά. Θέλω να προσφέρω. Να αγαπώ και να με αγαπούν. Δεν χάνονται αυτά. Δεν πρέπει να χαθούν. Δεν θέλω να χαθούν. Και πάντα θα ελπίζω».
Σαν σήμερα, 26 Ιουλίου 1992, έκλεισαν για τα πάντα αυτά τα μάτια που έγραψαν ιστορία. Και που όμως δεν τα ξέχασε ούτε πρόκειται να τα ξεχάσει ποτέ κανείς.
Σπύρος Δευτεραίος