Η ηρωίδα αυτού του άρθρου μένει σήμερα στην Αθήνα. Τον Μάρτιο του 2022, μετά την προέλαση των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων προς την Οδησσό, η Αγλαΐα Πολυχρονίδη, ταλαντούχα τραγουδίστρια με καριέρα στο χώρο της τέχνης στην Ουκρανία και διδάκτωρ Παιδαγωγικών Επιστημών στο χώρο της διδασκαλίας της νεοελληνικής γλώσσας, πήρε την απόφαση να ακολουθήσει την οικογένειά της στο δρόμο της προσφυγιάς.
Η ζωή της Αγλαΐας, όπως και της πόλης της Οδησσού στην οποία εκείνη κατάφερε να ορθοποδήσει, άλλαξαν ριζικά, και όπως φαίνεται για μεγάλο και μη υπολογίσιμο χρονικό διάστημα.
Στη διάρκεια της συζήτησής μας η Αγλαΐα Πολυχρονίδη μου μίλησε για τη ζωή της, για την καριέρα της ως τραγουδίστρια και φιλόλογος στη Γεωργία και την Ουκρανία, για τις ποντιακές ελληνικές ρίζες της, αλλά και για τον πόνο του πρόσφυγα που κυνηγάει τους Έλληνες του Πόντου παρόλο που έχουν περάσει πάνω από 100 χρόνια από τη Γενοκτονία.
Η ζωή στο Βατούμ
Η Αγλαΐα Πολυχρονίδη γεννήθηκε στο Βατούμ της Αντζαρίας σε οικογένεια Ελλήνων του Πόντου. Οι παππούδες της έφυγαν από την πατρίδα τους στην αρχή του 20ού αιώνα για να γλιτώσουν από το καταπιεστικό καθεστώς των Οθωμανών, το οποίο οργάνωσε μία από τις μεγαλύτερες γενοκτονίες εναντίον των χριστιανών.
Ο πατέρας της, Γρηγόριος Πολυχρονίδης, ήταν μηχανικός στα καράβια, γνωστός σε λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Η μητέρα της, Κυριακή Λαζαρίδη, ήταν καθηγήτρια της ρωσικής γλώσσας. Μετά από πρόσκληση της κυβέρνησης της Γεωργίας, στην αρχή της δεκαετίας 1980 ο Γρηγόριος Πολυχρονίδης κατασκεύασε πραγματικό ομοίωμα του αρχαίου ελληνικού πλοίου για να τιμήσει τη θρυλική «Αργώ». Ήταν από τους λίγους μαστόρους που ήξερε και στα τέλη του 20ού αιώνα να φτιάχνει ξύλινες βάρκες και σκάφη.
Το 1984 η Αγλαΐα τελείωσε το γυμνάσιο και ξεκίνησε σπουδές στη Σχολή Φωνητικής και Χορωδίας «Ζαχαρίας Παλιασβίλι» στην πόλη Βατούμ (με ειδίκευση στο σόλο τραγούδι). Έναν χρόνο νωρίτερα η νεαρή μουσικός είχε ολοκληρώσει τα μαθήματά της στο μουσικό σχολείο από το οποίο απέκτησε πτυχίο βιολίστριας.
Το 1988 έγινε δεκτή ως σολίστ-τραγουδίστρια στο ελληνικό μουσικό συγκρότημα «Αθηνά» του Μεγάρου Μουσικής της Αντζαρίας – η ελληνική παροικία του Βατούμ ύστερα από την τραγική περίοδο των διώξεων και της καταπίεσης όρθωνε ξανά το ανάστημά της. Τα πρώτα βήματα της πολιτιστικής αναγέννησης είχαν σχέση με το ελληνικό τραγούδι.
Οι σπουδές στην Οδησσό
Όσο μεγάλωνε η Αγλαΐα τόσο αναδεικνυόταν το ταλέντο της στο τραγούδι.
«Ο οικογενειακός φίλος Κονσταντίν Ιλίτς Πλούζνικοφ, διάσημος σολίστ τενόρος του Θεάτρου «Κίροβσκι» του Λένινγκραντ [σ.σ. μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το θέατρο απέκτησε τον παλαιό του τίτλο, «Μαρίινσκι»], πρότεινε στους γονείς μου να με πάρει για σπουδές στη βόρεια πρωτεύουσα της Ρωσίας. Όμως οι συντηρητικοί Πόντιοι γονείς δεν τολμούσαν να λάβουν μία τόσο τολμηρή απόφαση. Ήταν πολύ διαφορετικό και το κλίμα στο Βορρά και το Νότο. Τότε ο Πλούζνικοφ πρότεινε μια πιο αποδεκτή λύση. Εγώ θα μπορούσα να σπουδάσω στην Οδησσό, όπου έμενε η παντρεμένη αδελφή μου, η Ελισάβετ. Η απόφαση πάρθηκε γρήγορα», είπε η Αγλαΐα περιγράφοντας το πώς εγκαταστάθηκε στην Οδησσό.
Το 1989, με τη δεύτερη προσπάθεια, μπήκε στο τμήμα σόλο τραγουδιού του προπαρασκευαστικού τμήματος του Κρατικού Ωδείου της Οδησσού «Αντονίνα Νεζντάνοβα». Οι βασικές σπουδές ξεκίνησαν το 1991 και διαρκούσαν 5 χρόνια. Το 1996 απέκτησε δίπλωμα τραγουδίστριας όπερας, τραγουδίστριας δωματίου και καθηγήτριας φωνητικής.
Η δεκαετία 1990 ήταν δύσκολη για όλες τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η Αγλαΐα έπρεπε να δουλέψει. Το 1994, όσο ήταν φοιτήτρια στο 4ο έτος, ξεκίνησε να εργάζεται ως μεταφράστρια της ελληνικής γλώσσας στο παράρτημα του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού, το οποίο άνοιξε στην Οδησσό εκείνη τη χρονιά.
Το 1995 άρχισε να διδάσκει την ελληνική γλώσσα στο τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Κρατικού Πανεπιστημίου της Οδησσού «Ι. Μέτσνικοφ». Από το 1995 ως το 1998 εργαζόταν στη θέση του ανώτερου λέκτορα στο Τμήμα Ανατολικών Γλωσσών και Ελληνικής Γλώσσας.
Έτσι, η ζωή της πολύ γρήγορα δέθηκε με την ελληνική φιλολογία.
Η ελληνική γλώσσα ήταν μητρική για την Αγλαΐα – σε μικρή ηλικία είχε μάθει γράφει και να διαβάζει από τον πατέρα της. Στην Οδησσό, και γενικά στην πρώην ΕΣΣΔ, ήταν μία από τους λίγους που γνώριζαν τη νεοελληνική γλώσσα σε τόσο υψηλό βαθμό.
Το 1994 η Αγλαΐα άρχισε να αναπτύσσει και κοινωνική δράση. Εξελέγη μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Κοινότητας Οδησσού. Αργότερα έγινε αντιπρόεδρος του Ελληνικού συλλόγου «Οι Έλληνες της Οδησσού».
Ανάμεσα στην καριέρα της τραγουδίστριας και του φιλολόγου
Η Αγλαΐα Πολυχρονίδη παράλληλα με την εργασία στο πανεπιστήμιο από το 1996 ως το 1998 συνεργαζόταν με το Ακαδημαϊκό Θέατρο της όπερας και του μπαλέτου (Λυρική Σκηνή) της Οδησσού. Όταν το Θέατρο έκλεισε για αναστήλωση, εκείνη προκειμένου να μην αφήσει την καριέρα τραγουδίστριας γύρισε στο Βατούμ. Εκεί από το 1998 ως το 2001 τραγουδούσε στη Λυρική και δίδασκε στο Ωδείο «Ζ. Παλιασβίλι».
Στο Βατούμ έμεινε τρία χρόνια – το 2001 γύρισε στην Οδησσό. Ασχολήθηκε εκ νέου με τη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας μετά την επιμόρφωση στα σεμινάρια του Κέντρου Εκμάθησης της Ελληνικής Γλώσσας του παραρτήματος του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού της Οδησσού.
Το 2002 μετά από πρόσκληση του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας η Αγλαΐα έλαβε μέρος σε διεθνές φόρουμ με τον τίτλο «Η Ελληνίδα της Διασποράς» και στο στρογγυλό τραπέζι των βουλευτών της Ευρωβουλής στη Θεσσαλονίκη.
Το 2003 για τρεις εβδομάδες βρισκόταν στη Μαριούπολη, για να αυξήσει το επίπεδο των γνώσεων της νεοελληνικής γλώσσας σε σεμινάρια με καθηγητές του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς ήρθε στην Ελλάδα, στην Αλόννησο, για πρόσθετη επιμόρφωση.
«Η διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας μπήκε τόσο βαθιά στη ζωή μου που άρχισα να βλέπω το τραγούδι ως χόμπι. Και εδώ η μοίρα έπαιξε το δικό της παιχνίδι, για άλλη μία φορά. Το 2006 δέχτηκα πρόταση να γίνω σολίστ της Λυρικής της περιφέρειας Οδησσού και του συγκροτήματος «Ρενεσσάνς». Όμως η μουσική καριέρα δεν κατάφερε να με απομακρύνει από τη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας. Από το 2006 ως το 2013 εργαζόμουν ως καθηγήτρια της νεοελληνικής γλώσσας και διευθύντρια του κυριακάτικου ελληνικού σχολείου “Κίνηση” στο σύλλογο “Οι Έλληνες της Οδησσού” σε συνεργασία με το Σχολείο Νο118 της πόλης», είπε.
Η Αγλαΐα Πολυχρονίδη έλαβε πολλές διακρίσεις για το έργο της στο χώρο της εκπαίδευσης από τη Διοίκηση Παιδείας και Επιστημών του Δήμου Οδησσού, από το Τμήμα Εθνικοτήτων και Θρησκευμάτων της Περιφέρειας Οδησσού, από τις ελληνικές κοινωνικές οργανώσεις της Ουκρανίας, από το παράρτημα του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού στην Οδησσό, από το υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας και από την Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού.
Το 2008 με τη στήριξη της Περιφέρειας Οδησσού και του παραρτήματος του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού συμμετείχε στην οργάνωση του πανουκρανικού συνεδρίου «Η ελληνική γλώσσα στην Ουκρανία» και στη συζήτηση με το θέμα: «Ζητήματα διατήρησης και ανάπτυξης της ελληνικής γλώσσας για τους Έλληνες που ζουν παραδοσιακά στη Νότια Ουκρανία», με βάση τη νομοθεσία της Ουκρανίας που είναι σχετική με τις συμβάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δραστηριότητες και διακρίσεις
Το 2009 η Αγλαΐα Πολυχρονίδη ανέλαβε το γυναικείο συγκρότημα παραδοσιακών ποντιακών χορών «Ομορφούλες» του Συλλόγου «Οι Έλληνες της Οδησσού», το οποίο σε μικρό χρονικό διάστημα έγινε γνωστό στην Ουκρανία, αλλά και στο εξωτερικό.
Το 2011-2012 ανέλαβε τη διδασκαλία φωνητικής στο Τμήμα Σόλο Τραγουδιού στο Ινστιτούτο Τεχνών «Κ. Ουσίνσκι». Τον Μάρτιο του 2012 πήρε το Α’ Βραβείο στην κατηγορία Επαγγελματισμός στον Διεθνή Διαγωνισμό «Η ραψωδία της Βοημίας» στην Τσεχία. Το 2012 και 2013 έλαβε μέρος σε φιλοσοφικό συνέδριο αφιερωμένο στον Αριστοτέλη στη Σορβόνη της Γαλλίας. Το 2013 έλαβε μέρος στο συνέδριο του ανώτατου ιδιωτικού εκπαιδευτικού ιδρύματος Ορθόδοξο Ανθρωπιστικό Πανεπιστήμιο «Άγιος Τύχων» στη Μόσχα.
Τον Απρίλιο του 2019 έγινε μέλος του Συνδέσμου της ποπ μουσικής της Ουκρανίας. Τον Οκτώβριο την ίδιας χρονιάς ανέλαβε τη διεύθυνση του Συγκροτήματος των σολίστ «Ρενεσσάνς» του Μεγάρου Μουσικής Οδησσού.
Η Αγλαΐα Πολυχρονίδη συμμετείχε συχνά σε κριτικές επιτροπές –και πολλές φορές ως πρόεδρος– σε διάφορους διαγωνισμούς και φεστιβάλ στην Ουκρανία και στο εξωτερικό. Από το 2014 ήταν πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ-διαγωνισμού που ήταν αφιερωμένο στην Ταμάρα Κατσή, στη Μαριούπολη.
Τον Ιούνιο 2020 πήρε τον τίτλο «Διακεκριμένο μέλος του χώρου της Τέχνης της Ουκρανίας». Το 2021 έκανε διδακτορικό στις Παιδαγωγικές Επιστήμες, με αντικείμενο «Η Θεωρία και η μεθοδολογία της επαγγελματικής εκπαίδευσης». Το θέμα του διδακτορικού της είχε τον εξής τίτλο: «Επιμόρφωση των μελλοντικών δασκάλων μουσικής τέχνης σε συνθήκες περιεκτικής εκπαίδευσης».
Η μουσική καριέρα της Αγλαΐας αναπτύχθηκε παράλληλα με την καριέρα της στο χώρο της διδασκαλίας της νεοελληνικής γλώσσας. Έτσι ταξίδεψε για συναυλίες σε Ρωσία, Ελλάδα, Γερμανία, Γεωργία, Γαλλία, Ρουμανία, Αυστρία, Πολωνία και Τσεχία.
Τα πρώτα βήματα στην Ελλάδα
Το 2022 είχε ξεκινήσει με νέα σχέδια και νέους στόχους για την τραγουδίστρια καριέρας και διδάκτορα στο χώρο της εκπαίδευσης. Όμως όλα σταμάτησαν στις 24 Φεβρουαρίου. Τον Μάρτιο οι δύο αδελφές Πολυχρονίδη, η Αγλαΐα και η Ελισάβετ, και οι δύο οικογένειες των ανιψιών της Αγλαΐας έφθασαν στην Ελλάδα, όπου ήδη από τη δεκαετία του 1990 έμενε ο μεγαλύτερος τους αδελφός Δανιήλ Πολυχρονίδης, πατέρας δύο παιδιών, της Μαρίας και του Γρηγόρη Πολυχρονίδη, του γνωστού παραολυμπιονίκη.
Η Ελισάβετ Πολυχρονίδη είναι επίσης πολύ γνωστή στην Οδησσό και στην Ελλάδα. Είναι ιστορικός και πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων της Οδησσού. Στην Αθήνα δεν κατάφεραν να έρθουν όλα τα μέλη της οικογένειας. Οι γιοι της Ελισάβετ, Ανδρέας και Κύριλλος, έμειναν στην Ουκρανία επειδή είναι σε στρατεύσιμη ηλικία.
Από τις πρώτες μέρες στην Ελλάδα η Αγλαΐα Πολυχρονίδη έλαβε μέρος στην ηχογράφηση ενός αντιπολεμικού τραγουδιού σε δύο γλώσσες, την ελληνική και την ουκρανική, με τον τίτλο «Έλα να με πάρεις» με τον ουσικοσυνθέτη Χρήστο Παπαδόπουλο. «Η συνεργασία με τον Πέτρο Γαϊτάνο και τον στιχουργό Θανάση Παπαγεωργόπουλο μου ανέβασε το ηθικό» τόνισε.
Η ομάδα δούλευε το τραγούδι την ώρα που η Αγλαΐα Πολυχρονίδη ερχόταν προς την Ελλάδα και έβλεπε αμέτρητες ουρές Ουκρανών προσφύγων στους δρόμους της Ανατολικής Ευρώπης. Σε όλη τη διαδρομή από την Οδησσό μέχρι την Αθήνα μιλούσε σε απευθείας συνδέσεις με τα ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια και τους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Τη ρωτούσαν για την κατάσταση στην Οδησσό και την ευρύτερη περιοχή. Εκείνη περιέγραφε στους τηλεθεατές και τους ακροατές τις τραγικές στιγμές στις ζωές των συμπατριωτών της, χωρίς να μπορεί να πιστέψει πως όλο αυτό το δράμα είναι και μέρος της δικής της ζωής.
Η οικογένεια Πολυχρονίδη μονιασμένη και αγαπημένη από τον Μάρτιο του 2022 ζει με την ελπίδα της σύντομης επιστροφής στην Οδησσό.
«Στην Οδησσό από το 1994 είναι ο τάφος της μητέρας μας, της Κυριακής Λαζαρίδη. Ο τάφος του πατέρα μας έμεινε στο Βατούμ. Ο πατέρας μας, Γρηγόριος Πολυχρονίδης, πέθανε το 1988. Λίγες μέρες μετά το θάνατό του το σπίτι μας επισκέφτηκαν οι αντιπρόσωποι της εταιρείας που παρήγγειλλε την κατασκευή του αρχαίου ελληνικού πλοίου. Η “Αργώ” κάηκε σε μια πυρκαγιά στο χώρο της έκθεσης. Δεν υπήρχε πια μάστορας να το κατασκευάσει με τις ίδιες προδιαγραφές. Ο πατέρας μας έφυγε από αυτόν τον κόσμο και πήρε μαζί του τη βαθιά ελληνική τέχνη του. Πίσω μας είναι δύο πόλεις, το Βατούμ και η Οδησσός, και δύο τάφοι τους οποίους δεν μπορούμε να επισκεπτόμαστε λόγω του πολέμου και των αποστάσεων», είπε στη διάρκεια της συζήτησής μας η συγκινημένη Αγλαΐα Πολυχρονίδη.
Θρυλική και ταραγμένη είναι η περιοχή των παρευξείνιων χωρών. Ταλαιπωρείται εδώ και αιώνες. Και τον 21ο αιώνα οι Έλληνες φεύγουν από τον Εύξεινο Πόντο και παίρνουν μαζί ένα κομμάτι της ψυχής της πατρίδας του ο καθένας. Μένουν μόνο ο πόνος, η νοσταλγία και τα ανεκπλήρωτα όνειρα.
Βασίλης Τσενκελίδης,
ιστορικός.